«Ο άνθρωπος που σκότωσε τον Δον Κιχώτη» είναι η ταινία που πρέπει να δείτε αυτή την εβδομάδα
Το έργο ζωής του μεγάλου Τέρι Γκίλιαμ για τον Δον Κιχώτη που βγαίνει επιτέλους στις κινηματογραφικές αίθουσες μετά από τριάντα χρόνια, κλέβει αναμφίβολα την παράσταση αυτή την εβδομάδα.
Ο Άνθρωπος που Σκότωσε το Δον Κιχώτη
- (Τhe Man Who Killed Don Quixote)
- Σκηνοθεσία: Τέρι Γκίλιαμ
- Παίζουν: Άνταμ Ντράιβερ, Τζόναθαν Πράις, Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Όλγκα Κιριλένκο, Τζοάνα Ριμπέιρο
Περίληψη: Ο Τόμπι, ένας κυνικός σκηνοθέτης διαφημιστικών, βρίσκεται παγιδευμένος στις εξωφρενικές παραισθήσεις ενός γέρου Ισπανού τσαγκάρη που πιστεύει ότι είναι ο Δον Κιχώτης. Κατά τη διάρκεια των κωμικών περιπετειών τους, ο Τόμπι έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες μιας ταινίας που σκηνοθέτησε στα νιάτα, όταν πίστευε ακόμα σε μερικές αξίες. Όμως εκέινη η ταινία έχει αλλάξει τη ζωή ενός μικρού χωριού της Ισπανίας για πάντα. Μπορεί ο Τόμπι άραγε να επανορθώσει και να βρει την ανθρωπιά του; Μπορεί ο Δον Κιχώτης να επιβιώσει της παραφροσύνης του;
Το έργο ζωής του Τέρι Γκίλιαμ – αφού πέρασε τα μύρια κύματα εδώ και τρεις δεκαετίες – επιτέλους ολοκληρώθηκε χάρη στην επιμονή του σπουδαίου δημιουργού και βρήκε τον δρόμο της για τις αίθουσες.
Βασισμένος στην ιστορία του Μιγκέλ Θερβάντες και στη θρυλική μορφή του Δον Κιχώτη, ο Γκιλίαμ, ένας από τους μεγαλύτερους παραμυθάδες της εποχής μας, στήνει έναν σουρεαλιστικό κόσμο, αναστατώνοντας για ακόμα μια φορά τα όρια ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, και μας οδηγεί σε ένα δονκιχωτικό παραλήρημα με βασικό του άξονα ότι τελικά ο πιο διάσημος λογοτεχνικός ήρωας όλων των εποχών πότε δεν θα πεθάνει, όσο κάποιος θα παλεύει κόντρα στους ανεμόμυλους.
Ο κεντρικός ήρωας του Γκίλιαμ, ο Tόμπι, είναι ένας σκηνοθέτης διαφημιστικών, κυνικός κι αριβίστας, που θεωρεί ότι ο κόσμος του ανήκει. Όταν θα βρεθεί στην επαρχία της Ισπανίας για ένα γύρισμα, θα θυμηθεί πως κάποτε εκεί, όταν ήταν νέος και ιδεαλιστής ακόμα, είχε γυρίσει μια πραγματική ταινία τέχνης εμπνευσμένη από τον Δον Κιχώτη, στην οποία έπαιζαν όλοι οι κάτοικοι του γειτονικού χωριού.
Επιστρέφοντας λοιπόν εκεί, αναζητάει τον Χαβιέ, τον γέρο τσαγκάρη που έπαιζε τον Δον Κιχώτη του, αλλά και την Ανχέλικα, μια όμορφη κοπέλα που είχε ερωτευτεί τότε και ερμήνευε την ιδανική του Δουλτσινέα του. Ο Τόμπι με μια διάθεση νοσταλγίας για τον παλιό του εαυτό, θα ανακαλύψει πως εκείνη η ταινία κατέστρεψε ουσιαστικά τις ζωές των κατοίκων του χωρίου : η Ανχέλικα , ακολουθώντας το όνειρο της χολιγουντιανής πρωταγωνίστριας , έγινε τελικά call girl με πρόσφατο πελάτη τον Ρώσο μαφιόζο κι αφεντικό του Τόμπι, ενώ ο Χαβιέ ζει πλέον σε παραισθήσεις του, πιστεύοντας ότι είναι όντως ο Δον Κιχώτης και πολεμάει τους δαίμονες που θέλουν να δοκιμάσουν την πίστη του. Βλέποντας τον Τόμπι, ο «Δον» μπερδεύεται ακόμα περισσότερο , πιστεύοντας ότι επέστρεψε ο Σάντσο Πάντσα του. Η μία παρεξήγηση φέρνει την άλλη και οι δυο τους ξεκινούν μία μεγάλη περιπέτεια, όπου ο καθένας βλέπει αυτό που θέλει- ή αυτό που μπορεί)-να δει.
Αντιπαραβάλλοντας δυο κόσμους, την πραγματικότητα του Τόμπι που είναι γεμάτη διεφθαρμένους παραγωγούς, μαφιόζους και ένα βαριεστημένο συνεργείο που δεν μπορεί να στήσει ούτε ένα πανό σωστά, με τον παραμυθένιο κόσμο του μυαλού του Χαβιέ, όπου ακόμα υπάρχουν αξίες κι ιδανικά, ο Γκίλιαμ κάνει την πιο προσωπική του ίσως ταινία , καταθέτοντας έναν ύμνο στη τέχνη, όχι μόνο του σινεμά, αλλά της ίδιας της ζωής. Συνειδητά δημιουργεί σύγχυση στον θεατή σχετικά με το ποιος είναι τι τελικά σ’ αυτό το αλλόκοτο σύμπαν, καθώς οι ρόλοι εναλλάσσονται, ενώ ο δον Κιχώτης υπάρχει με έναν τρόπο σε κάθε πρόσωπο αυτού του παράδοξου ονείρου, γιατί ο Γκίλιαμ ως γνήσιος στοχαστής δεν ενδιαφέρεται για μια συμβατική αφήγηση, ούτε για εύκολες απαντήσεις.
Αντίθετα με δεξιοτεχνία μάς οδηγεί στον κόσμο του Δον Κιχώτη και μας αφήνει να δημιουργήσουμε τους δικούς μας συνειρμούς μέσα από τις πολύχρωμες εικόνες του και τα άφταστα πλάνα που μόνο αυτός ξέρει να κάνει. Κι αν μερικές φορές φαίνεται να ξεφεύγει από τον στόχο του και μοιάζει να φλυαρεί, περιμένετε το φινάλε, που συγκινητικό και ποιητικό αποτελεί την επιστολή ενός μεγάλου δημιουργού προς την ανθρωπότητα.
Candelaria: Ένα Τραγούδι για την Αβάνα
- (Candelaria)
- Σκηνοθεσία: Τζόνι Χέντριξ
- Παίζουν: Μανουέλ Βιβέρος, Ολντεν Νάιτ, Βερόνικα Λιν
Περίληψη: Η Καντελάρια βάφεται σαν έφηβη, παρόλο που έχει περάσει ήδη τα εβδομήντα, αι βγαίνει να τραγουδήσει στο διψασμένο για κέφι, ζωή και έρωτα κοινό της Αβάνας. Καταχειροκροτείται κάθε βράδυ και μετά γυρίζει στο μικρό της διαμέρισμα να κοιμηθεί πλάι στον Βίκτορ Ουγκό, τον σύζυγό της. Το πρωί πηγαίνουν κι οι δύο για δουλειά. Εκείνος στο εργοστάσιο κι εκείνη στο ξενοδοχείο, που εργάζεται ως καθαρίστρια. Μια μέρα, ανάμεσα στα άπλυτα σεντόνια που μαζεύει θα βρει μία κάμερα και θα την πάρει στο σπίτι. Έτσι, ο Βίκτορ Ουγκό, μέσα από τον φακό της, θα ανακαλύψει τη σταρ που χειροκροτεί το κοινό της Αβάνας κάθε βράδυ και τον έρωτα που είχε ξεχάσει ότι έχει σπίτι του.
Μία αυθεντική ιστορία αγάπης στην Κούβα του Kάστρο, που απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο 74ο Φεστιβάλ Βενετίας στο τμήμα Venice Days.
Ο σκηνοθέτης, ο Τζόνι Χέντριξ, ανήκει στη νέα γενιά παραγωγών και σκηνοθετών της Κολομβίας και τόλμησε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με το «Choco», που έκανε πρεμιέρα στο Διεθνές
Φεστιβάλ Βερολίνου το 2012. Η νέα του ταινία είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία μίας γυναίκας με το όνομα Καντελάρια, γύρω στα 90, που συνάντησε τυχαία στην Αβάνα το 2013 και του μίλησε για τη ζωή της.
Στις αρχές δεκαετίας του ’90 λοιπόν κι ενώ η οικονομία της Κούβας καταρρέει μετά την αποχώρηση των Σοβιετικών, ο Κάστρο χαρακτηρίζει την κατάσταση «Ειδική Περίοδο» σε καιρό ειρήνης και κάνει άνοιγμα προς τον τουρισμό, ενισχύοντας τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, προκειμένου να εξασφαλισθεί η ροή ξένου συναλλάγματος. Η Καντελάρια, που εργάζεται σε ένα ξενοδοχείο, αρχίζει να τραγουδάει και σε ένα κλαμπ για τους τουρίστες, για να αυξήσει το εισόδημά της. Η σχέση της με τον σύζυγό της τον Βίκτορ Ουγκό, που δουλεύει σε εργοστάσιο, έχει τη φθορά του χρόνου. Μέχρι που μια μέρα, εκείνη βρίσκει μια κάμερα. Το ζευγάρι αρχίζει να παίζει με το καινούργιο του απόκτημα και μέσα από το φακό αρχίζουν να ξαναερωτεύονται ο ένας τον άλλον.
Ο Χέντριξ δημιουργεί ένα σκηνικό που ακροβατεί ανάμεσα στον ρεαλισμό και στο παραμύθι, επιλέγοντας ιδιαίτερους χώρους στη Αβάνα που τους κινηματογραφεί ποιητικά, προσδίνοντάς τους θεατρικότητα. Με τον ίδιο τρόπο χρησιμοποιεί και τους ηθοποιούς του, προσπαθώντας να αποδώσει το πώς ο Κουβανικός λαός αντιμετωπίζει με το χαμόγελο τη φτώχεια, την ανέχεια και τα προβλήματά του. Σίγουρα αυτή η ιδεατή κατάσταση δεν αντιστοιχεί απόλυτα σε μια τέτοια συνθήκη, όμως ο Χέντριξ εστιάζει κυρίως στο δικαίωμα των ανθρώπων να ζουν τον έρωτα ανεξάρτητα από ηλικία και τις ρυτίδες τους και με μια τολμηρή καλαισθησία κινηματογραφεί τα γερασμένα τους σώματα γυμνά, δημιουργώντας ιδιαίτερες εικαστικά στιγμές.
Αν και το σενάριό του από κάποια στιγμή και μετά εξαντλείται, και η ιστορία φαίνεται πως έχει ολοκληρώσει τη διαδρομή της πολύ πριν από το φινάλε, ο Κολομβιανός δημιουργός στηρίζεται στον ποιητικό ρεαλισμό και περιγράφει, έστω και με εύκολο τρόπο, αυτή την περίεργη χαρά που ξεχειλίζει στις φτωχικές συνοικίες της Λατινικής Αμερικής και το δικαίωμα στην ζωή και στον έρωτα με ευαισθησία.
H καλόγρια
- (The Nun)
- Σκηνοθεσία: Κόριν Χάρντι
- Παίζουν: Ντέμιαν Μπισίρ, Τάισα Φαρμίγκα, Τζόνας Μπλοκέτ, Σάρλοτ Χόουπ, Ίνγκριντ Μπίζου, Μπόνι Άαρονς
Περίληψη: Όταν μια νεαρή καλόγρια αυτοκτονεί σ’ ένα απομονωμένο μοναστήρι της Ρουμανίας, ένας ιερέας με θολό παρελθόν και μία ασκούμενη μοναχή στέλνονται από το Βατικανό για να διερευνήσουν τον μυστηριώδη θάνατό της. Διακινδυνεύοντας τη ζωή τους, την πίστη και τις ψυχές τους, έρχονται αντιμέτωποι με μία δαιμόνια δύναμη στο πρόσωπο μιας καλόγριας. Η μονή σύντομα μετατρέπεται σε τρομακτικό πεδίο μάχης ανάμεσα στους ζωντανούς και τους καταραμένους.
Spin-off αλλά και sequel του επιτυχημένου franchise ταινιών τρόμου «Το Κάλεσμα», που επικεντρώνεται στην προέλευση του τρομαχτικού χαρακτήρα της Δαιμονικής Καλόγριας.
Ο Τζέιμς Γουάν, επικεφαλής του franchise που έχει σημειώσει μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, παραδίδει τα ηνία της σκηνοθεσίας στον Κόριν Χάρντι («The Hallow»), ενώ το σενάριο υπογράφει ο εραστής του τρόμου Γκάρι Ντάουμπερμαν («It»), βασισμένος σε μια ιδέα των Τζέιμς Γουάν και Γκάρι Ντάουμπερμαν.
Το κακό λοιπόν επιστρέφει και χτυπάει ένα μοναστήρι της Ρουμανίας το 1952. Η αυτοκτονία μιας καλόγριας, που το σώμα της θα ανακαλύψει τυχαία ένας νεαρός κι όμορφος τυχοδιώκτης, αναστατώνει το Βατικανό. Έτσι, στέλνει έναν ιερέα που έχει παρελθόν στους εξορκισμούς και μια δόκιμη μοναχή να ερευνήσουν την υπόθεση.
Το κοινό ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την Καλόγρια ή αλλιώς δαίμονα Βάλακ στο « Κάλεσμα 2». Το αινιγματικό πρόσωπο αυτής της μορφής ενέπνευσε τους δημιουργούς, οι οποίοι ξεκινούν την ταινία τους με καλές προοπτικές, ατμόσφαιρες και σασπένς. Σύντομα όμως χάνουν το σεναριακό τους νήμα και ξοδεύονται σε ατελείωτα jump scares, που είναι σχεδόν αστεία από ένα σημείο και μετά, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος αδυνατούν να διαχειριστούν ακόμα πολύ απλά στοιχεία της ιστορίας, επενδύοντας σε μια εξ επί τούτου πολυπλοκότητα, η οποία όμως δεν έχει κανένα περιεχόμενο. Δυστυχώς φαίνεται πως η σεναριακή ομάδα έπρεπε να καλύψει πολύ χρόνο κι έτσι κατέφυγε σε τεχνάσματα που λειτουργούν εντελώς αποπροσανατολιστικά, αφήνοντας τον σκηνοθέτη να βγάλει το φίδι από την τρύπα και να καλύψει την παντελή έλλειψη ιδεών και πρωτοτυπίας με κολπάκια, τελικά δεν λειτουργούν.
Το σκοτεινό γοτθικό στυλ του κάστρου βέβαια δημιουργεί ένα ιδανικό σκηνικό που ο Χάρντι εκμεταλλεύεται παντοιοτρόπως για να σώσει την κατάσταση, οι ηθοποιοί κάνουν ό,τι μπορούν για να επιτείνουν το στοιχείο του τρόμου, αλλά αυτό το σεναριακό μπάχαλο, γρήγορα εξαντλεί το ενδιαφέρον του θεατή.
Πρόσκληση σε Γάμο
- (Destination Wedding)
- Σκηνοθεσία/ΣενάριοΒίκτορ Λέβιν
- Παίζουν: Κιάνου Ριβς, Γουινόνα Ράιντερ
Περίληψη: Ο Φρανκ και η Λίντσεϊ γνωρίζονται καθοδόν για έναν γάμο στην εξοχή και αντιπαθούν αμέσως ο ένας τον άλλον. Έχουν όμως μερικά κοινά: είναι κυνικοί, μισούν και οι δύο τον θεσμό του γάμου και, κυρίω, τον γαμπρό που εκτός από απεχθής ετεροθαλής αδερφός του Φρανκ,είναι και πρώην αρραβωνιαστικός της Λίντσεϊ. Τα πράγματα γι’ αυτούς θα χειροτερέψουν όταν συνειδητοποιήσουν πως ο γαμπρός και η νύφη τούς έχουν «ζευγαρώσει» για το ρομαντικό Σαββατοκύριακο, βάζοντάς τους μαζί σε κάθε πιθανή δραστηριότητα. Αναγκασμένοι να ανεχτούν ο ένας τον άλλον για 72 ώρες, ο Φρανκ και η Λίντσεϊ θα έρθουν κοντά και σύντομα θα πρέπει να αποφασίσουν, αν θα ακολουθήσουν τον δρόμο της λογικής ή της καρδιάς.
Ο Βίκτορ Λέβιν (υποψήφιος για τέσσερα βραβεία Emmy) υπογράφει μια ρομαντική κωμωδία για δυο μόνο ηθοποιούς, αλλά δυστυχώς ατυχεί στον πρωταγωνιστή του.
Δυο φανατικοί εργένηδες, που φοβούνται τη δέσμευση αναγκάζονται να παραβρεθούν σε έναν γάμο στο εξωτικό Πάσο Ρόμπλες της Καλιφόρνια. Ο Φρανκ είναι αδερφός του γαμπρού, η Λίντσεϊ, η πρώην αρραβωνιαστικιά του. Η γνωριμία τους δεν ξεκινάει με τις καλύτερες προϋποθέσεις, όμως επειδή σύμφωνα με τις απαιτήσεις των νεόνυμφων αποτελούν ζευγάρι σε όλες τις εορταστικές δραστηριότητες, τελικά καταλήγουν να περνούν όλο το τριήμερο μαζί. Κι έτσι μέσα από ατελείωτες συζητήσεις θα ανακαλύψουν πόσο πολύ ταιριάζουν.
Ο Λέβιν επιλέγει να εστιάσει μόνο στα πρόσωπα των κεντρικών ηρώων- όλοι οι υπόλοιποι απλώς αποτελούν φόντο- και με καυστικό χιούμορ σατιρίζει τη μανία των γαμήλιων επιχειρήσεων. Με στατικά ως επί το πλείστον πλάνα και με ατέρμονους διαλόγους, που κάποιες φορές έχουν μερικές κωμικές αναλαμπές, αν και στην ουσία επαναλαμβάνουν απλώς κοινοτοπίες, μας συστήνει έτσι δυο αντισυμβατικούς χαρακτήρες, για να περιγράψει τελικά την πορεία μιας υγιούς σχέσης που έρχεται σε αντίθεση με τα κοινωνικά στερεότυπα.
Η αλήθεια είναι πως η ιδέα του, αν και σε σημεία θυμίζει σήριαλ – τα γυρίσματα μάλιστα κράτησαν μόνο εννέα μέρες , πράγμα που δυστυχώς φαίνεται από χιλιόμετρα- , θα είχε ενδιαφέρον, καθώς αρκετές φορές πετυχαίνει να συσχετίσει εξωτερικά γεγονότα με εσωτερικές καταστάσεις, όμως τέτοιου είδους εγχειρήματα στηρίζονται πολύ στις ερμηνείες των ηθοποιών. Κι εδώ ο Λέβιν αποτυγχάνει, καθώς ναι μεν η Γουινόνα Ράιντερ ερμηνεύει με μπρίο την πληγωμένη από τον έρωτα Λίντσεϊ, όμως ο Κιάνου Ριβς επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά τον εαυτό του , μονότονα, χωρίς διακυμάνσεις, χωρίς εσωτερικό περιεχόμενο , εκτός από μια σκηνή που τρώει σοκολάτες κι επιτέλους καταφέρνει να πετύχει μια πιο αληθινή στιγμή.
Γιατρέ μου, Κερατωθήκαμε
- (Terapia di Coppia per Amanti/ Couple Therapy fro cheaters)
- Σκηνοθεσία: Αλέσιο Μαρία Φεντερίτσι
- Παίζουν: Άμπρα Ανγκιολίνι, Αλέσια Αλσιάτι, Φράνκο Μπρανκιαρόλι
Περίληψη: Παράτολμοι και ερωτευμένοι, η Βιβιάνα και ο Μοντέστο έχουν παρασυρθεί από ένα αμοιβαίο ανεξέλεγκτο πάθος. Η παράνομη σχέση τους καταλήγει σε έναν απροετοίμαστο ψυχαναλυτή, που παρά τις επιφυλάξεις του και τα δικά του ερωτικά προβλήματα, θα βοηθήσει τους δύο εραστές να καταλάβουν τα συναισθήματά τους και να εκπληρώσουν την επιθυμία τους για αληθινή αγάπη.
Μια άνευρη ιταλική κωμωδία, βασισμένη στο ομώνυμο best-seller του Ντιέγκο Ντε Σίλβα, που υπογράφει και το σενάριο μαζί με τον σκηνοθέτη, Αλέσιο Μαρία Φεντερίτσι, η οποία έχει μεταφραστεί με τον ακατανόητο τίτλο « Γιατρέ μου, κερατωθήκαμε», πράγμα που όμως δηλώνει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το σεναριακό της κενό.
O Μοντέστο, ένας εκπληκτικός κιθαρίστας, μοιράζεται τη ζωή του ανάμεσα στην οικογένειά του και την ερωμένη του, τη Βιβιάνα. Εκείνη είναι διαζευγμένη και μητέρα ενός αγοριού, όμως θέλει περισσότερα από τη σχέση τους ,οπότε τον πείθει να επισκεφτούν έναν σύμβουλο ζευγαριών. Ο ψυχαναλυτής τους που αντιμετωπίζει μια παρόμοια κατάσταση στη δική του ζωή, παρακολουθεί τις συνεδρίες με προσωπικό ενδιαφέρον. Ταυτόχρονα o πατέρας του Μοντέστο, ένας επιτυχημένος τζαζίστας, θρύλος στον χώρο της μουσικής αλλά εντελώς αποτυχημένος ως γονιός, λειτουργεί ως η φωνή της καρδιάς για τον γιο του.
Τι ακριβώς προσπαθεί να πετύχει ο Φεντερίτσι χρησιμοποιώντας όλα τα κλισέ περί άπιστων ανδρών που επιλέγουν να ζουν παράλληλους βίους και αντιμετωπίζοντας τις γυναίκες ως υστερικές που το μόνο που αποζητούν είναι να αποκατασταθούν κοινωνικά, δεν είναι ξεκάθαρο. Γι’ αυτό άλλωστε από την η ταινία του λείπει τόσο ο δραματουργικός άξομας όσο και η σεναριακή πλοκής, ενώ ο ίδιος καταφεύγει σε μια τηλεοπτικής αισθητικής σκηνοθεσία.
Το γεγονός δε ότι χρησιμοποιεί ένα αντισυμβατικό θεωρητικά ζευγάρι με έναν τόσο αναμενόμενο τρόπο στερεί ακόμα και την περιέργεια από τους χαρακτήρες του, που τελικά απλώς κουράζουν, αν δεν γίνονται τελικά και αντιπαθείς.
Το μόνο θετικό είναι η μουσική του Rodrigo D’Erasmo, που εκτελούν εκρηκτικά οι Daiana Lou, χαρίζοντας στον θεατή ευχάριστα διαλείμματα.
Παίζεται ακόμα:
Κρίστοφερ & Γουίνι
- (Christopher Robin)
- Σκηνοθεσία: Μαρκ Φόρστερ
- Παίζουν: Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Χέιλι Ατγουελ
Περίληψη: Ο Κρίστοφερ δουλεύει συνέχεια, πληρώνεται λίγο και το επαγγελματικό του μέλλον είναι αβέβαιο. Έχει δική του οικογένεια, αλλά εργάζεται τόσο πολύ που έχει ελάχιστο χρόνο για τη γυναίκα και την κόρη του. Μέσα σε όλα, έχει ξεχάσει την παιδική του ηλικία, την οποία πέρασε παρέα με ένα λούτρινο αρκουδάκι και τους φίλους του. Όταν όμως ο Γουίνι τον ξαναβρίσκει, η φιλία τους αναθερμαίνεται, θυμίζοντάς του την παιδική ανεμελιά. Μετά δε από ένα ατυχές συμβάν με τον χαρτοφύλακα του Κρίστοφερ, ο Γουίνι, το Γουρουνάκι, ο Τίγρης και ο Γκαρής βγαίνουν από το δάσος και πάνε στο Λονδίνο για να βρουν τα χαμένα υπάρχοντα, όπως κάνουν πάντα οι καλύτεροι φίλοι.
Μια τρυφερή live-action περιπέτεια για όλη την οικογένεια με τον αξιαγάπητο Γουίνι το αρκουδάκι και τον δημιουργό του με την υπογραφή της Disney.
Ο Κρίστοφερ Ρόμπιν , το νεαρό αγόρι που μοιράστηκε αμέτρητες περιπέτειες με τους λούτρινους φίλους του στο Δάσος των Γαλάζιων Ονείρων, έχει πια μεγαλώσει και ζει στο Λονδίνο.
Δουλεύει συνέχει, έχει ελάχιστο χρόνο για τη γυναίκα και την κόρη του και πλέον ξεχάσει την ειδυλλιακή παιδική του ηλικία, την οποία πέρασε παρέα με τον Γουίνι, ένα λούτρινο αρκουδάκι, και όλους τους φίλους του. Όταν όμως ο Γουίνι τον ξαναβρίσκει, η φιλία τους αναθερμαίνεται.
Οι χαρακτήρες του Κρίστοφερ Ρόμπιν και του Γουίνι πρωτοεμφανίστηκαν σε μια συλλογή ποιημάτων που έγραψε ο Άγγλος συγγραφέας A.A. Milne το 1924. Δύο χρόνια μετά, ο Γούινι έκλεψε τις καρδιές του αναγνωστικού κοινού με τα διηγήματα για τις περιπέτειες στο Δάσος των Γαλάζιων Ονείρων. Από τότε, αυτές οι ιστορίες έχουν αγαπηθεί από αναγνώστες όλων των ηλικιών, καθώς μεταδίδουν πολλά μηνύματα, όπως ο αποχαιρετισμός της παιδικής ηλικίας, της μητρικής προστασίας και της ανεμελιάς, που έρχεται όταν ο Κρίστοφερ ανακοινώνει στον Γουίνι ότι πρέπει να φύγει σε κάποιο οικοτροφείο. Μάλιστα αυτή η γλυκόπικρη στιγμή από το βιβλίο του Milne ήταν η πηγή έμπνευσης της ταινίας , που προσεγγίζει με διαφορετικό τρόπο τους κλασικούς χαρακτήρες των βιβλίων, που ξαναβρίσκονται χρόνια μετά.
Επαναπροβολές:
2001: Οδύσσεια του διαστήματος
- (2001: A Space Odyssey)
- Σκηνοθεσία Στάνλεϊ Κιούμπρικ
- Παίζουν: Κιρ Ντούλια, Γκάρι Λόκγουντ, Γουίλιαμ Σιλβέστερ
Περίληψη: Σε μια ανθρώπινη αποικία στο φεγγάρι, ανακαλύπτεται ένα παράξενο, άγνωστο αντικείμενο. Με τη βοήθεια του υπολογιστή HAL, μια αποστολή θα ξεκινήσει ένα ταξίδι στο διάστημα για να ανακαλύψει την προέλευση του αντικειμένου. Βασισμένο στο ομότιτλο βιβλίο του κορυφαίου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Άρθουρ Κλαρκ, ένα διαχρονικό κινηματογραφικό υπερθέαμα.
Η ταινία-ορόσημο, η οποία επαναπροσδιόρισε τα όρια της κινηματογραφικής παραγωγής και καθιέρωσε τον Κιούμπρικ ως έναν από τους πιο επαναστατικούς σκηνοθέτες όλων των εποχών, είχε αρχικά κυκλοφορήσει σε φορμάτ cinerama 70mm στις 4 Απριλίου 1968. Φέτος συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τότε και η 50ή επέτειος γιορτάστηκε με την προβολή κόπιας 70mm. Κι η γιορτή συνεχίζεται με την προβολή της για πρώτη φορά σε ανάλυση 4Κ σε επιλεγμένες αίθουσες.
Για πρώτη φορά η κόπια 70mm προήλθε από νέα εκτύπωση, από το αρνητικό της αυθεντικής κάμερας. Πρόκειται για μία πραγματική φωτοχημική αναδημιουργία, χωρίς ψηφιακά τρικ, αναθεωρημένα εφέ ή μοντάζ, ώστε σήμερα ν’ αναβιώνουμε την εμπειρία που έζησε το κινηματογραφικό κοινό πριν από πενήντα χρόνια. Μάλιστα, ο βραβευμένος σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός Κρίστοφερ Νόλαν, πιστός θαυμαστής του Κιούμπρικ, συνεργάστηκε στενά με την ομάδα της Warner Bros. Pictures καθ’ όλη τη διάρκεια του mastering της ταινίας.
Η «Οδύσσεια του Διαστήματος» περιστρέφεται γύρω από θέματα όπως η ανθρώπινη εξέλιξη, η τεχνητή νοημοσύνη και η εξωγήινη ζωή, γι’ αυτό και θεωρείται σταθμός για τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Επίσης, είναι αξιοσημείωτη για την επιστημονική ακρίβεια των λεπτομερειών του σεναρίου, τα πρωτοποριακά για την εποχή τους ειδικά εφέ, τη χρήση του ήχου ως αφηγηματικού μέσου και την εξαιρετικά περιορισμένη χρήση των διαλόγων. Χαρακτηριστικές είναι και οι σεκάνς με μουσική επένδυση από κομμάτια όπως ο «Γαλάζιος Δούναβης» του Γιόχαν Στράους και το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Ρίχαρντ Στράους. Τέλος, βραβεύτηκε με Όσκαρ καλύτερων οπτικών εφέ, που είναι και το μοναδικό που έλαβε ποτέ ο Κιούμπρικ.
Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί, πως στις 29 Ιουνίου του 2018, μια σπάνια τηλεφωνική συνέντευξη του Κιούμπρικ ήρθε στο φως της δημοσιότητας, που ρίχνει φως στο περίεργο τέλος της ταινίας που για πενήντα χρόνια απασχόλησε κριτικούς και αναλυτές. Σύμφωνα με αυτή, ο αστροναύτης Ντέιβιντ Μπόουμαν έχει απαχθεί από οντότητες θεϊκές ή ενεργειακές, χωρίς σχήμα ή μορφ, που στην ουσία πειραματίζονται μαζί του. Αν και ο σκηνοθέτης αναφέρει πως δεν του αρέσει να μιλάει για το έργο του, καθώς έτσι χάνεται η μαγεία του αυθεντικού συναισθήματος που θα προκαλέσει στον θεατή, καταλήγει πως αυτό το τέλος είναι η απεικόνιση ενός αστρικού ζωολογικού κήπου, που συμπεριφέρονται στον Μπόουμαν όπως οι άνθρωποι στα ζώα. Έτσι και ο ίδιος ο αστροναύτης εξελίσσεται περισσότερο σε σχέση με τους ανθρώπους πίσω στη γη.
Μάκβεθ
- (Macbeth)
- Σκηνοθεσία: Όρσον Γουέλς
- Παίζουν: Όρσον Γουέλς, Πέγκι Γουέμπστερ, Ρόντι Μακ Ντόουαλ, Τζάνετ Νόλαν
Περίληψη: Σκωτία, 11ος αιώνας. Ο ευγενής Μάκβεθ οδηγείται από μια δαιμονική προφητεία και την αδίστακτη γυναίκα του προς τον θρόνο. Όμως δεν είναι καθόλου ευχαριστημένος από τη νεοσύστατη βασιλεία του.
Το γνωστό έργο του Σαίξπηρ, σε μια πρωτότυπη κινηματογραφική διασκευή από τον Όρσον Γουέλς, ο οποίος συμπύκνωσε τη δράση του μεγάλου δραματουργού, αναδεικνύοντας τη βαρβαρότητα του αγγλικού Μεσαίωνα.
Ο Γουέλς, το « φοβερό παιδί» του «Πολίτη Κέιν», γύρισε τον «Μάκβεθ» μέσα σε 27 ημέρες. Το άγριο, πανέμορφο, αλλά τελικά αφιλόξενο και έρημο από ανθρώπους σκωτσέζικο τοπίο αποτυπώνει την καρδιά των πρωταγωνιστών του, στεγνή από ελπίδα, αγάπη και πίστη.
Επειδή το κείμενο του Σαίξπηρ είναι πλούσιο σε μονολόγους, ο Γουέλς μετέτρεψε πολλούς από αυτούς σε εσωτερικές σκέψεις του Μάκβεθ. Έτσι το κέντρο βάρους μετατοπίζεται από τις ηρωικές πράξεις στη μοναξιά και την καταστροφή. «Η δουλειά μου», λέει ο Όρσον Γουέλς εξηγώντας ξεκάθαρα τις προθέσεις του, «αντανακλά την εύθυμη τρέλα, την αβεβαιότητα, την έλλειψη σταθερότητας, το μείγμα εναλλαγών και έντασης που χαρακτηρίζει τον κόσμο μας. Ο κινηματογράφος οφείλει να εκφράσει όλα αυτά τα πράγματα, εφόσον θέλει να είναι τέχνη. Δεν είναι δυνατόν να παραμένει μια απομίμηση λογοτεχνίας…».
Βοκάκιος ‘70
(Boccacio ‘70)
- Σκηνοθεσία: Βιτόριο Ντε Σίκα, Φεντερίκο Φελίνι, Μάριο Μονιτσέλι, Λουκίνο Βισκόντι
- Παίζουν: Σοφία Λόρεν, Ρόμι Σνάιντερ, Ανίτα Έκμπεργκ.
Περίληψη: Τέσσερις κορυφαίοι δημιουργοί εμπνέονται από το «Δεκαήμερο» του Βοκάκιου και μεταφέρουν τις ιστορίες του στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνίστριες τις αξεπέραστες Σοφία Λόρεν, Τζίνα Λολομπρίτζιτα και Ανίτα Έκμπεργκ.
Οι τέσσερις κολοσσοί του ιταλικού σινεμά, με παραγωγό τον Κάρλο Πόντι, μεταφέρουν ο καθένας με το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του στυλ τις δροσερές ιστορίες του Βοκκάκιου στη σημερινή εποχή, σε μια ταινία που με το πέρασμα του χρόνου, ανακαλύπτεται ξανά και ξανά από θεατές κάθε ηλικίας.