Ο Μπιλ Γκέιτς επενδύει σε ελληνικά ψάρια


Η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου στην Ελλάδα διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια του 2018 σε 117.000 τόνους, εκ των οποίων 67.000 τόνοι ήταν τσιπούρα και 50.000 τόνοι λαβράκι.

Μπορεί να μην έχει σχέση με τον ψηφιακό κόσμο, αλλά είναι εντάσεως τεχνολογίας. Ισως αυτό να αποτέλεσε ένα από τα κίνητρα για την εμπλοκή του Μπιλ Γκέιτς –του ιδρυτή της Microsoft και ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο– με τις ιχθυοκαλλιέργειες, περί αυτού του κλάδου ο λόγος, σε διάφορα μέρη του κόσμου, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», το ίδρυμα του Μπιλ Γκέιτς φέρεται να έχει ήδη προχωρήσει σε χρηματοδότηση του ελληνικών συμφερόντων fund Diorasis, το οποίο δραστηριοποιείται όλο και πιο ενεργά στον κλάδο των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών μέσω της εταιρείας Philosofish (πρώην «Μπιτσάκος Ιχθυοκαλλιέργειες»). Το επόμενο διάστημα, μάλιστα, δεν αποκλείεται να υπάρξει χρηματοδότηση και από κορυφαίο επενδυτικό οργανισμό, ο οποίος ήδη συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο ελληνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.

H Philosofish αποτελεί τον νέο δεύτερο μεγάλο πόλο στις ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες, εξέλιξη η οποία συνδέεται με την εξαγορά των εταιρειών «Σελόντα» και «Νηρεύς» από τον όμιλο «Ανδρομέδα» που έγινε το 2019 και οδήγησε στη μεγάλη συγχώνευση σε ένα σχήμα των τριών αυτών εταιρειών. Προκειμένου η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Comp) να εγκρίνει την παραπάνω συγκέντρωση, επέβαλε την πώληση περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών «Σελόντα» και «Νηρεύς» σε τρίτους. Ενας από αυτούς ήταν η Philosofish, η οποία, ενώ διέθετε μονάδες ιχθυοκαλλιεργειών με παραγωγή 5.000 τόνων, αγόρασε μονάδες με δυναμικότητα περίπου 12.000 τόνων, καθώς και εκκολαπτήρια δυναμικότητας 85 εκατ. τεμαχίων γόνου, αλλά και σχετικές μεταποιητικές μονάδες.

Η απόκτηση των νέων περιουσιακών στοιχείων δίνει τη δυνατότητα στην εταιρεία όχι μόνον να αυξήσει τη διείσδυσή της εντός και εκτός Ελλάδας, αλλά και να προχωρήσει στην παραγωγή προϊόντων προστιθέμενης αξίας, όπως είναι για παράδειγμα τα έτοιμα γεύματα με βασικό συστατικό το ψάρι. Στα σχέδια της εταιρείας περιλαμβάνεται η δημιουργία νέας μεταποιητικής μονάδας με αντικείμενο ακριβώς την παραγωγή έτοιμων γευμάτων, ο προϋπολογισμός της οποίας εκτιμάται σε 5 εκατ. ευρώ.

H πρώην «Μπιτσάκος Ιχθυοκαλλιέργειες», νυν Philosofish, βρέθηκε στο ραντάρ του fund Diorasis το 2015. Τότε το fund, το οποίο ελέγχεται από Ελληνες επιχειρηματίες αλλά εδρεύει στο Λουξεμβούργο, απέκτησε ουσιαστικά τον έλεγχο της εταιρείας έναντι τιμήματος 20 εκατ. ευρώ.

Οι ιχθυοκαλλιέργειες είναι ίσως από τους λίγους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που ανέκαθεν προσείλκυε το ενδιαφέρον μεγάλων funds, που στην πλειονότητά τους λειτουργούν ως μεσομακροπρόθεσμοι επενδυτές και όχι ως επενδυτές πενταετίας ή ως distress funds. Προ κρίσης, οι ιχθυοκαλλιέργειες προσείλκυσαν το ενδιαφέρον της Linnaeus Capital Partners, που το 2012 είχε αποκτήσει τον έλεγχο της «Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες», ενώ ο επικεφαλής της, ο αείμνηστος Κάκχα Μπεντουκίτζε, ήταν υπέρ της μεγάλης συγχώνευσης στον κλάδο και είχε αποκτήσει μερίδιο τόσο στη «Σελόντα» όσο και στη «Νηρεύς». Το 2016 έκανε την εμφάνισή του το αμερικανικό fund Amerra Capital Management LLC το οποίο τότε εξαγόρασε την εταιρεία ιχθυοκαλλιεργειών «Ανδρομέδα», η οποία ανήκε στην Global Finance (συμφερόντων Πλακόπητα). Η Amerra και η Mubadala Investment Company (κρατικός επενδυτικός οργανισμός των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων) είναι οι νέοι ιδιοκτήτες των εταιρειών «Σελόντα» και «Νηρεύς» και αυτοί που έχουν αναλάβει μαζί με την «Ανδρομέδα» να δημιουργήσουν τον «εθνικό πρωταθλητή» στις ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες.

Κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας για την πώληση της πλειοψηφικής συμμετοχής που είχαν οι τράπεζες σε «Σελόντα» και «Νηρεύς» εξέφρασαν ενδιαφέρον περί τις 35 εταιρείες, κυρίως funds, ενώ το ενδιαφέρον διατηρήθηκε ισχυρό μέχρι την τελική ευθεία όπου εκδήλωσαν ενδιαφέρον 12 επενδυτικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που τελικά επελέγησαν. Η προσέλκυση τόσο ισχυρού ενδιαφέροντος για δύο υπερχρεωμένες εταιρείες φανερώνει, αν μη τι άλλο, την προοπτική που υπάρχει στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας και δη της μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας, όπου η Ελλάδα πρωτοστατεί μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ παγκοσμίως βρίσκεται στη δεύτερη θέση, μετά την Τουρκία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας ετήσιας έκθεσης του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ), η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακίου στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 2018 σε 117.000 τόνους, εκ των οποίων 67.000 τόνοι ήταν τσιπούρα και 50.000 τόνοι λαβράκι.

Οι προκλήσεις

Η προσέλκυση έντονου επενδυτικού ενδιαφέροντος για τις ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες δημιουργεί, αν μη τι άλλο, περισσότερες και μεγαλύτερες προκλήσεις για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ιδίως σε ό,τι αφορά την επίλυση χρόνιων εκκρεμοτήτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος. Η απώλεια οποιασδήποτε επένδυσης, πολλώ δε μάλλον σε έναν κλάδο που ετησίως πραγματοποιεί ακόμη και σε κακές χρονιές τζίρο άνω του μισού δισεκατομμυρίου ευρώ, είναι τουλάχιστον πολυτέλεια. Επιπλέον, ο κλάδος είναι σημαντικός για την περιφερειακή ανάπτυξη, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος των μονάδων εκτροφής βρίσκεται σε μειονεκτικές και νησιωτικές περιοχές. Τα προβλήματα, βεβαίως, ξεκινούν από τον αριθμό και μόνο των εμπλεκόμενων φορέων της δημόσιας διοίκησης. Ενδεικτικά, κατά την ίδρυση ή μετεγκατάσταση μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας γνωμοδοτούν εννέα φορείς, οι φορείς που εκδίδουν τις απαιτούμενες διοικητικές πράξεις ανέρχονται σε δέκα, ενώ πέντε φορείς είναι επιφορτισμένοι με τη διενέργεια ελέγχων σχετικά με την τήρηση των όρων που θέτει η κείμενη νομοθεσία. 

kathimerini.gr