Ο COVID-19 απονέμει εθνικές ταυτότητες στις τράπεζες

Η πανδημία του κορωνοϊού αναθέρμανε τα πατριωτικά αισθήματα ανά την υφήλιο και οι τράπεζες, άλλοτε πρωταγωνίστριες της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και εξωστρέφειας, υποστέλλουν άρον-άρον τις σημαίες ευκαιρίας (ευκαιρίας για… ακόμη γρηγορότερο πλουτισμό).

Με τα ρολά της παγκόσμιας οικονομίας κατεβασμένα, με τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να προβάρουν λουκέτα και με τους χρηματιστηριακούς δείκτες σε ελεύθερη πτώση, η τύχη των τραπεζών επαφίεται και πάλι στον πατριωτισμό των φορολογουμένων.

Η Intesa Sanpaolo, που εδρεύει στην πλούσια πλην γονατισμένη από τον ιό Λομβαρδία, έχει σηκώσει την «τρικολόρε» και τραγουδά τα «Αδέλφια της Ιταλίας» (εθνικός ύμνος της Ιταλίας), καθώς θα χρειαστεί και τη συνδρομή των απείρως φτωχότερων αλλά και ελάχιστα πληγέντων από την πανδημία φορολογουμένων του Νότου για να επιβιώσει.

«Παγώνουν» τα σχέδια

Στη Φρανκφούρτη η Deutsche Bank επίσης εγκαταλείπει τις επεκτατικές της βλέψεις στην Ινδία και απευθύνεται και πάλι στον πατριωτισμό των Γερμανών. Και η εδρεύουσα στο Πεκίνο Bank of China «παγώνει» την επέκτασή της στη Μέση Ανατολή, ενώ η Bank of America, μια από τις αμερικανικές τράπεζες με μεγάλη δραστηριότητα στην Ευρώπη, ενώνει τη φωνή της με εκείνη του προέδρου Τραμπ για να διακηρύξει «πρώτα η Αμερική»!

«Περιμένουμε μια ισχυρή τάση επιστροφής των τραπεζών στις εσωτερικές αγορές τους. Οι κρατικές εγγυήσεις για τα δάνεια οργανώνονται σε εθνική βάση και ως εκ τούτου οι τράπεζες θα εξυπηρετήσουν πρώτα και πρωτίστως τις εγχώριες επιχειρήσεις» δήλωσε στο Bloomberg η Αλεξάντρα Ανέτσκε, διαχειρίστρια κεφαλαίων της Union Investment στη Φρανκφούρτη.

Πακτωλός κεφαλαίων

Ο ρόλος που διαδραματίζουν οι τράπεζες στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας είναι αδιαμφισβήτητος. Και με την πραγματική οικονομία των χωρών να έχει αναδειχθεί το μεγάλο θύμα της υγειονομικής κρίσης, η αρωγή που ετοιμάζονται να χορηγήσουν οι εθνικές κυβερνήσεις προς τις εγχώριες τράπεζες θα είναι άνευ προηγουμένου.

Πόσω μάλλον που, όπως σημειώνει ο Γιαν Σίλμπαχ της Deutsche Bank, «πολλές τράπεζες δεν είχαν ακόμη συνέλθει πλήρως από την προ δεκαετίας χρηματοπιστωτική κρίση».

Αν και πολλές τράπεζες με διεθνή παρουσία, όπως οι JPMorgan Chase, Citigroup, Bank of America, HSBC ή και η BNP Paribas (η μοναδική ευρωπαϊκή τράπεζα που δεν μείωσε την παρουσία της στις ΗΠΑ μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση), διακηρύσσουν ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν τον διεθνή τους προσανατολισμό, «είναι αναγκασμένες να μετατραπούν σε διαύλους στήριξης των εθνικών οικονομιών από τις κυβερνήσεις» σημειώνουν οι Στίβεν Εϊρον και Γιαλμάν Οναράν του Bloomberg.

Διότι μέσω αυτών θα χρηματοδοτηθούν οι παραπαίουσες επιχειρήσεις. «Εξάλλου τα επιτόκια στις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι τόσο χαμηλά που τα περιθώρια κερδών των τραπεζών είναι περιορισμένα» προσθέτουν οι αρθρογράφοι.

Η Hertz τα βρήκε με τους δανειστές της

Παράταση καταβολής για τα χρέη της εξασφάλισε έπειτα από συμφωνία με τους δανειστές της η Hertz Global Holdings. Με τη συμφωνία η αμερικανική – αλλά με παρουσία σε ολόκληρο τον κόσμο – εταιρεία ενοικιάσεως αυτοκινήτων εξασφαλίζει περισσότερο χρόνο για διαπραγματεύσεις με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να εξασφαλίσει ένα ζωτικής σημασίας για αυτήν πακέτο στήριξης. Σύμφωνα με το Bloomberg, η εδρεύουσα στο Σικάγο εταιρεία μελετούσε ακόμη και την υπαγωγή της στο άρθρο 11 του αμερικανικού Πτωχευτικού Κώδικα, καθώς πρώτο μέλημά της είναι να παραμείνει εν λειτουργία. Η Hertz ιδρύθηκε το 1916 και δραστηριοποιείται σε 12.400 περιοχές ανά τον κόσμο.

Τα «golden boys» κερδίζουν από τη μείωση των μισθών τους

Την κρίση ευκαιρία καταφέρνουν να κάνουν για άλλη μια φορά τα περιβόητα «golden boys», καλλιεργώντας ταυτόχρονα ένα προφίλ κοινωνικά ευαίσθητου και αλληλέγγυου μάνατζερ εν μέσω πανδημίας και των συναφών δεινών. Η όλη μεθόδευση προβλέπει την ανακοίνωση μείωσης των αποδοχών τους. Πρόκειται για μια πρακτική ευρέως διαδεδομένη σε περιόδους ομολογουμένως δύσκολες για το σύνολο του επιχειρηματικού κόσμου, όπως αυτή που διανύουμε.
Η «πλάτη» που βάζουν, ωστόσο, οι μάνατζερ για να δείξουν ότι συμβάλλουν και αυτοί στις θυσίες στις οποίες υποβάλλουν τους απλούς εργαζομένους «για την επιβίωση της επιχείρησης», δεν αποτελούν τίποτε άλλο παρά ένα «διαφημιστικό κόλπο», κατά τον καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης Σούμιτ Αγκαρουάλ. Διότι ο μισθός δεν αποτελεί παρά ένα μικρό μέρος της συνολικής αμοιβής των μάνατζερ. Ο πρόεδρος της Disney Μπομπ Αϊγκερ για παράδειγμα, που ανακοίνωσε ότι δεν θα λάβει μισθό μέχρι να ξεπεραστεί η κρίση, έλαβε πέρυσι συνολικό «πακέτο» αποδοχών που έφθανε τα 47,5 εκατ. δολάρια. Εξ αυτών ο μισθός ήταν μόνο 3 εκατ. δολάρια. Τα υπόλοιπα ήταν μπόνους και μετοχές.

«Ανακοινώνοντας ότι περικόπτεις τον μισθό σου δείχνεις την καλή θέληση και την αποφασιστικότητά σου να βοηθήσεις την επιχείρηση. Αυτό το εκτιμά η αγορά και ανεβάζει τη μετοχή της εταιρείας. Ετσι, τα λίγα χρήματα που χάνεις από τον μισθό σου τα εισπράττεις στο πολλαπλάσιο από την αύξηση της αξίας του μετοχικού σου μεριδίου» εξηγεί στο BBC ο καθηγητής. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι ο μάνατζερ θα σπεύσει να πουλήσει μετοχές και συγκεκριμένα αυτές που θα πρέπει να έχει αγοράσει στο ναδίρ, λίγο προτού ανακοινώσει τη γενναιόδωρη χειρονομία του. Διότι σε περιόδους γενικευμένης οικονομικής καθίζησης, δεν μπορεί να περιμένει βιώσιμη άνοδο της αγοράς. Δηλαδή την απομείωση της αξίας του συνολικού μετοχικού μεριδίου του δεν μπορεί να τη γλιτώσει.

Δανείστηκαν $3 τρισ. οι ΗΠΑ σε ένα τρίμηνο

Το αστρονομικό ποσό των 3 τρισ. δολαρίων θέλει να δανειστεί η αμερικανική κυβέρνηση το δεύτερο τρίμηνο του έτους για να αντεπεξέλθει στα πακέτα στήριξης των πληγέντων από την υγειονομική κρίση, είτε πρόκειται για φυσικά πρόσωπα είτε για επιχειρήσεις. Πρόκειται για έναν κρατικό δανεισμό υπερπενταπλάσιο από τον προηγούμενο που είχε καταγραφεί σε τριμηνιαία βάση κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2019 οι ΗΠΑ δανείστηκαν συνολικά 1,28 τρισ. δολάρια. Τα τελευταία «πακέτα» στήριξης που εξήγγειλε η διακυβέρνηση Τραμπ αντιστοιχούν περίπου στο 14% του ετήσιου ΑΕΠ της χώρας. Αναλυτές προβλέπουν νέα εκτίναξη του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης μετά τα νέα μέτρα, που ήδη αγγίζει τα 25 τρισ. δολάρια. Φοβούνται επίσης κρίση ρευστότητας, δεδομένου ότι λόγω της έξαρσης της πανδημίας η Ουάσιγκτον ανέστειλε την προθεσμία καταβολής φόρων για τα εισοδήματα του 2019, που έληγε στις 15 Απριλίου.

Πηγή