Ο προπονητής που καθιέρωσε το κατενάτσιο και άλλαξε το ποδόσφαιρο
Ήταν της λογικής «επιτυχία με κάθε τρόπο» και πέτυχε πολλά, αμφισβητώντας την τακτική που είχε επικρατήσει για να επιβάλει τη δική του
Το τέλος του Β’ παγκόσμιου πόλεμου βρήκε την Ιταλία με ένα έθνος που ένιωθε ηττημένο, με μια οικονομία που ήταν διαλυμένη και με ένα ποδόσφαιρο στο οποίο νικούσε πάντα ο πιο δυνατός. Αυτά όλα έπρεπε να αλλάξουν με κάθε τρόπο και αυτή η λογική άρεσε σε έναν τύπο από την Τεργέστη, ο οποίος ανέλαβε το τρίτο.
Να αλλάξει το ποδόσφαιρο. Και το άλλαξε. Έχοντας πάντα έναν αστερίσκο να τον συνοδεύει όμως. Εν ζωή, αμφισβητήθηκε για το αν είναι όντως τόσο καλός. Μετά θάνατον, δεν είχε την αναγνώριση που του άξιζε…
Ο Νερέο Ρόκο γεννήθηκε το 1912, έκανε μια πολύ συμπαθητική ως καλή ποδοσφαιρική καριέρα ως εξτρέμ σε Τριεστίνα, Νάπολι, Πάντοβα και φόρεσε και τη φανέλα της εθνικής Ιταλίας, κάνοντας ντεμπούτο το 1934 σε ένα ματς με αντίπαλο την Ελλάδα. Αγωνίστηκε για ένα ημίχρονο μόνο, αλλά ήταν αρκετό για να αισθανθεί ακόμη πιο πατριώτης. Έτσι λέει ο μύθος, έτσι το αναφέρουμε κι εμείς.
Δεν ξέρουμε, βέβαια, αν ήταν αυτή η αγάπη για την Ιταλία ή το γεγονός ότι έπρεπε να έρθει η επιτυχία με κάθε τρόπο, που τον έκανε να μπει στη λογική να αμφισβητήσει την ποδοσφαιρική τακτική της εποχής, αλλά σημασία έχει ότι το έκανε.
Ήταν τα χρόνια που στο ποδόσφαιρο κυριαρχούσε το σύστημα 2-3-5 ή αλλιώς 2-3-3-2, το περίφημο WM λόγω του τρόπου με τον οποίο παρατάσσονταν οι παίκτες στον αγωνιστικό χώρο και ερχόταν από την Αγγλία. Ήταν η διάταξη που είχε επικρατήσει ως η καλύτερη, ως αυτή που φέρνει εγγυημένα αποτελέσματα και τελικά ως αυτή που θα άλλαζε ο Ρόκο με τον δικό του τρόπο. Αυτόν του Catenaccio.
Η αρχή του θρύλου
Εδώ, για ιστορικούς λόγους, πρέπει να ανοίξουμε μια παρένθεση για να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με όσα έχει καταγράψει η ιστορία, την πατρότητα της συγκεκριμένης τακτικής διεκδικεί και η Αυστρία με τον προπονητή Καρλ Ράπαν, αλλά ακόμη κι έτσι αν είναι, ποτέ δεν κατάφεραν να το επιβάλουν όπως οι Ιταλοί.
Κλείνουμε την παρένθεση και επανερχόμαστε στον Νερέο Ρόκο, ο οποίος θα άρχιζε την… επανάσταση του το 1947 ως προπονητής της Τριεστίνα. Ήταν η πρώτη του δουλειά ως προπονητής και άφησε αμέσως υποσχέσεις για το μέλλον, αφού στην πρώτη του σεζόν οδήγησε την ομάδα του στη 2η θέση, πίσω από την Grande Torino που θα χανόταν στη συνέχεια στη τραγωδία της Superga.
Πώς το πέτυχε; Με τη λογική της καταστροφής και όχι της δημιουργίας. Αν το WM ήταν το σύστημα και η φιλοσοφία που κυριαρχούσε, το Catenaccio ήταν η απάντηση. Η συγκεκριμένη λέξη σημαίνει «λουκέτο» και αυτό σημαίνει ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται τι ακολούθησε…
Ο Ρόκο έβαλε ακόμη έναν αμυντικό πίσω από τους δύο, ως libero, δηλαδή ελεύθερος, βασιζόμενος στη σκέψη του… ψαρά: «Ό,τι δεν μαζέψει το πρώτο δίχτυ, θα το μαζέψει το δεύτερο». Και έτσι, αμφισβήτησε ευθέως το man-to-man και είχε στην άμυνα τον λίμπερο να καθαρίζει ό,τι φάση έφευγε από τους άλλους.
Ήταν απλό ως σκέψη, ενδεχομένως επειδή έτσι ήταν και ο Νερέο Ρόκο ως άνθρωπος ή ως προπονητής. «Τίποτα δεν ήταν επιστημονικό στη μέθοδο του, ίσως να ήταν κι αυτός ακόμη ένας λόγος που άρεσε και μάγευε. Ο Ρόκο άλλωστε, λόγω και του παρουσιαστικού του, περισσότερο κι από προπονητής έμοιαζε με τον πατέρα μιας οικογένειας, ο οποίος δούλευε σκληρά, έφερνε στο σπίτι τον μισθό και εξασφάλιζε ότι δε θα υπήρχαν εντάσεις και τσακωμοί στην οικογένεια του. Αν του έδειχναν σήμερα τις αναλύσεις στους υπολογιστές ή του μιλούσαν για το ποσοστό κατοχής μπάλας, θα είχε αντιδράσει με μια απλή φράση: Σκάσε ηλίθιε!», έγραψε πριν λίγα χρόνια η Gazzetta dello Sport για αυτόν.
Καρότο και μαστίγιο
Γιατί; Επειδή στο επίκεντρο της λογικής του για την τακτική της ομάδας, ήταν ο άνθρωπος. Ο Ρόκο πίστευε ότι με ενθάρρυνση ο καθένας μπορεί να πετύχει περισσότερα από όσα πραγματικά μπορεί, οπότε αυτό που έκανε δεν ήταν το να αναλύει τη μία τακτική μετά την άλλη στους παίκτες του, αλλά το να έρχεται κοντά τους και να γίνεται φίλος τους, διατηρώντας όμως με τον τρόπο του την απαραίτηση απόσταση.
«Ο Νερέο Ρόκο ίδρωνε στον πάγκο όσο και οι παίκτες του στον αγωνιστικό χώρο, έκανε μαζί τους ντους μετά το ματς, ήταν σαν συμπαίκτης τους, αλλά όταν έβλεπε κάποιον σε κάποιο μπαρ της πόλης το βράδυ, είχε τον τρόπο να υπενθυμίσει ότι παραμένει ο προπονητής του», είχε μπει ο Τζάνι Μπρέρα, ο θρύλος της ιταλικής (αθλητικής) δημοσιογραφίας.
Οι δυο τους, άλλωστε, γνωρίζονταν καλά, αφού όταν ο Νερέο Ρόκο είχε πετύχει θαύματα και στην Πάντοβα, την οποία πήρε από τη Serie B και την οδήγησε στην 3η θέση (καλύτερη της ιστορίας της) στη Serie A, υπέγραψε στη Μίλαν το 1961. Εκεί θα γινόταν θρύλος, φέρνοντας το πρώτο κύπελλο Πρωταθλητριών στην Ιταλία το 1963, κόντρα στη Μπενφίκα του Εουσέμπιο.
Οι Πορτογάλοι συνεχώς στην επίθεση, οι Ιταλοί στην άμυνα. Οι Πορτογάλοι έχασαν, οι Ιταλοί νίκησαν. Και το ίδιο θα πάθαιναν λίγα χρόνια αργότερα, το 1969, και οι Ολλανδοί του Άγιαξ με τον ανερχόμενο Γιόχαν Κρόιφ.
Η αντιπαλότητα με τον Ερέρα
Ήταν τα χρόνια, εκείνη τη δεκαετία, της μεγάλης κόντρας του Νερέο Ρόκο με τον Ελένιο Ερέρα, τον προπονητή που θα τελειοποιούσε το Catenaccio οδηγώντας σε πρωταθλήματα και δύο κύπελλα Πρωταθλητριών την συμπολίτισσα Ίντερ.
Ανάμεσα στους δύο υπήρχε αναγνώριση, αλλά όχι συμπάθεια, χωρίς αυτό να ενδιαφέρει ιδιαίτερα τον ένα ή τον άλλο. Ο Ρόκο συνέχισε, άλλωστε, τις αναλύσεις του στα μπαρ του Μιλάνο, αφού απολάμβανε ιδιαίτερα το να πίνει με φίλους, δημοσιογράφους ή μη, αναλύοντας την τακτική του ή αυτή του εκάστοτε αντιπάλου.
Αυτόν που αναλάμβανε κάθε φορά να «κλειδώσει», έχοντας περάσει στην ομάδα του τη λογική, τον τρόπο σκέψης που ήθελε. Κι από εκεί και πέρα, ήταν αρκετά λογικός και ο ίδιος για να αφήνει τον Ζοσέ Αλταφίνι πρώτα ή τον Τζάνι Ριβέρα μετά να παίρνουν πρωτοβουλίες δημιουργικά, ομορφαίνοντας το παιχνίδι του.
Αυτό που βασίστηκε στη λογική της επιτυχίας με κάθε τρόπο και γι’ αυτό πέτυχε. Κι ας έχει ξεχαστεί στο πέρασμα των χρόνων, μετά τον θάνατο του το 1979, από τις συζητήσεις για τους πραγματικούς θρύλους της ιταλικής προπονητικής ή ποδοσφαιρικής σχολής γενικότερα…