Όχι στον πανικό μπροστά στον κοροναϊό

Οι ειδικοί γνωρίζουν – και προφανώς αυτό γίνεται αντιληπτό και από όλους εµάς τους υπόλοιπους χωρίς να έχουµε εξειδίκευση στην ψυχολογία – ότι όταν υπάρχουν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης είναι φυσιολογικό και αναµενόµενο να αυξάνονται πολύ τα επίπεδα του στρες, ενώ δεν είναι καθόλου απίθανο να φτάσει ακόµα και να κλονιστεί και η ψυχική υγεία κάποιων ανθρώπων. Αυτό γίνεται ακόµα πιο έντονο όταν πρόκειται για ανθρώπους που έχουν ήδη ευάλωτη ψυχική υγεία και οι οποίοι κινδυνεύουν να έρθουν αντιµέτωποι µε µια πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση. Καταλαβαίνουµε λοιπόν ότι δεν είναι απαραίτητο µόνο να ενηµερωθούµε σχετικά µε τον κορωνοϊό και το πώς θα προστατευτούµε από αυτόν, αλλά χρειάζεται να µάθουµε και πώς θα θωρακιστούµε απέναντι στο στρες και στον φόβο που µας προκαλεί.

Όταν μας κυριεύει ο φόβος

Ο φόβος είναι η αντίδραση σε μια αντικειμενική ή εκτιμώμενη επικίνδυνη κατάσταση. Μαζί με τον φόβο έρχονται η αγωνία και το στρες που προκύπτουν όταν τα πράγματα είναι αβέβαια, άγνωστα ή μη ξεκάθαρα. Αυτό συμβαίνει και με τον κορωνοϊό, που είναι ένας καινούργιος και άγνωστος ιός. Κανονικά, ο φόβος είναι σχεδιασμένος από τη φύση έτσι ώστε να μπορέσουμε να προστατευτούμε και πιθανώς να οδηγηθούμε σε κινήσεις που θα είναι βοηθητικές για εμάς και τους αγαπημένους μας. Ομως μερικές φορές ο φόβος μπορεί να μας κάνει και κακό και να μας οδηγήσει σε κινήσεις πανικού, όπως είναι για παράδειγμα το να ψωνίζουμε υπερβολικές ποσότητες τροφίμων ή άλλων ειδών πρώτης ανάγκης.

Πώς θα καταφέρουμε να ελέγξουμε αν ο φόβος μάς κάνει να λειτουργούμε με στόχο να βοηθήσουμε και να προστατεύσουμε τον εαυτό μας και τους δικούς μας ή μας οδηγεί σε υπερβολικές κινήσεις; Αλλά και πώς θα βρούμε απαντήσεις στις πάρα πολλές σκέψεις και απορίες που μας αναστατώνουν – π.χ. πώς θα προστατευτώ; Πώς θα προστατέψω τους άλλους; Τι θα γίνει με τη δουλειά μου; Πόσο θα κρατήσει όλο αυτό; Πόσο κινδυνεύω; Η λύση είναι να αναζητήσουμε τα δεδομένα που θα μας δείξουν τι θα πρέπει να κάνουμε και να σκεφτούμε, αλλά θα πρέπει πρώτα να βεβαιωθούμε ότι αυτά προέρχονται από αξιόπιστες πηγές και επιστήμονες.

Οχι στην πολλή και στην άκριτη πληροφορία

Οι άνθρωποι είμαστε περίεργοι από τη φύση μας και θέλουμε να μαθαίνουμε πληροφορίες. Αλλωστε αυτές είναι χρήσιμες για τη ζωή αλλά και για την επιβίωσή μας, ειδικά σε εποχές αβεβαιότητας, όπως αυτή της πανδημίας. Ομως, οι φήμες και η παραπληροφόρηση μπορεί να αυξήσουν τον φόβο μας. Πώς θα το καταπολεμήσουμε αυτό; Με το να μαθαίνουμε και να μοιραζόμαστε με άλλους τα δεδομένα μόνο από αξιόπιστες πηγές και επιστήμονες, όπως είναι για παράδειγμα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και οι επίσημοι φορείς του υπουργείου Υγείας και της κυβέρνησης. Δεν είναι όμως μόνο οι ανυπόστατες πληροφορίες από τις οποίες κινδυνεύουμε, είναι και η συνεχής έκθεσή μας στην ενημέρωση. Η πληθώρα των ειδήσεων, που είναι κατά κανόνα αρνητικές, μπορεί να μας στρεσάρει ακόμα περισσότερο.

Αν παρατηρούμε ότι αγχωνόμαστε, θα πρέπει να πιέσουμε τον εαυτό μας και να περιορίσουμε τις ώρες που παρακολουθούμε τις ειδήσεις (για παράδειγμα 2 φορές την ημέρα) ή τον χρόνο που αφιερώνουμε στο να ενημερωνόμαστε από τα διάφορα ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα ή τα κοινωνικά δίκτυα. Και σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ σημαντικό να επιλέγουμε πηγές που είναι αξιόπιστες ώστε να ενημερωθούμε. Από την άλλη πλευρά, θα βοηθηθούμε πολύ αν εστιάζουμε – ανάμεσα στα πολλά που ακούμε γύρω μας – σε θετικές ιστορίες ανθρώπων που έγιναν, για παράδειγμα, καλά, ξεπέρασαν τις δυσκολίες, έδειξαν αλληλεγγύη ο ένας στον άλλον, για μέλη του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού που με αυταπάρνηση βοηθούν και συμπαρίστανται σε όσους τους έχουν ανάγκη, αλλά και σε ειδήσεις σχετικά με την πρόοδο της επιστήμης στη μάχη της παραγωγής φαρμάκων κατά του ιού ή στη δημιουργία και στη στελέχωση νοσοκομείων για την αντιμετώπιση της ασθένειας κ.λπ.

Η δυσκολία της απομόνωσης

Οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα και το να βρισκόμαστε σε απομόνωση είναι πιεστικό για την ψυχική μας υγεία. Είναι όμως κάτι που χρειάζεται να κάνουμε για κάποιο διάστημα και πρέπει να επιδείξουμε υπομονή και να θυμόμαστε ότι δεν θα κρατήσει για πάντα. Η επικοινωνία με τους φίλους, τους συγγενείς και τους αγαπημένους μας μέσω τηλεφώνου ή των διαφόρων άλλων μορφών που μας δίνουν την ευκαιρία οι σύγχρονες εφαρμογές να χρησιμοποιήσουμε, ώστε όχι μόνο να ακούσουμε αλλά και να δούμε τους άλλους, η διατήρηση μιας ρουτίνας, η προσπάθεια να τρώμε υγιεινά, να κάνουμε κάποια μορφή άσκησης, να κοιμόμαστε καλά θα μας βοηθήσουν να αισθανθούμε καλύτερα.

Επίσης, θα μας βοηθήσει το να αναλογιστούμε ότι έχουμε ξαναπεράσει και ξεπεράσει δύσκολες και απαιτητικές καταστάσεις στη ζωή μας (ο καθένας κάτι διαφορετικό) τις οποίες μπορέσαμε και αντέξαμε πιθανώς βγαίνοντας από αυτές δυνατότεροι και σοφότεροι. Ας σκεφτούμε τι μας βοήθησε τότε και ας προσπαθήσουμε να το εφαρμόσουμε και τώρα. Ηταν μήπως ο διαλογισμός, η μουσική, τα βιβλία, οι ταινίες, το να γράφουμε, να ζωγραφίζουμε;

Οι «ευπαθείς ψυχικά» ομάδες

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που βιώνουν ακόμα μεγαλύτερη πίεση υπό τις παρούσες συνθήκες και όλοι αυτοί χρειάζονται περισσότερη στήριξη και συμπαράσταση. Ετσι, όσοι δουλεύουν σε επαγγέλματα υγείας ή όσοι έρχονται καθημερινά σε επαφή με πολύ κόσμο (π.χ. οι υπάλληλοι των μαγαζιών, οι εργαζόμενοι στα σώματα ασφαλείας, οι διανομείς κ.ά.) είναι πιθανό να νιώθουν μεγαλύτερο φόβο και στρες για το ενδεχόμενο να κολλήσουν τον ιό. Το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό βέβαια έχει και πολλά άλλα παράλληλα συναισθήματα, όπως είναι η συμπόνια και η αγωνία και η προσπάθεια να βοηθήσουν όσους πάσχουν και έχουν την ανάγκη τους.

Αυξημένο άγχος νιώθουν σίγουρα και όσοι ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες, άνθρωποι δηλαδή που έχουν ήδη κάποια προβλήματα υγείας που τους αναγκάζουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί (π.χ. καρδιαγγειακά, διαβήτη, αναπνευστικά), οι ανοσοκατασταλμένοι ή οι εγκυμονούσες και οι ηλικιωμένοι. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι μπορεί, εκτός από τον φόβο και το στρες, να νιώθουν και ιδιαίτερη μοναξιά – καθώς συχνά αναγκάζονται να απομονώνονται ακόμη πιο αυστηρά – και να νιώθουν έντονη την έλλειψη των δικών τους ανθρώπων και της επαφής.

Η λύση είναι η διατήρηση συχνής επικοινωνίας, η ψυχολογική υποστήριξη όταν είναι εφικτή, αλλά και η πίστη ότι όλα αυτά είναι προσωρινά και τα πράγματα θα αλλάξουν τελικά προς το καλύτερο.

Ευχαριστούµε για τη συνεργασία τη δρα Ναταλία Κουτρούλη, MSc, ψυχολόγο υγείας, µε εκπαίδευση στη γνωσιακή ψυχοθεραπεία και στη συµβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρµοσµένης Ψυχοθεραπείας και Συµβουλευτικής.

Πηγή