Οι αντιδράσεις για την ταινία με τον Μπονάτσο, που έπαιζε τον Δράκο της παραλιακής
Τον Οκτώβριο του 1983, έγινε τηλεοπτική αναπαράσταση των εγκλημάτων που διέπραξε ο λεγόμενος “Δράκος της παραλιακής”. Την ίδια περίοδο θα έβγαινε στους κινηματογράφους και η ταινία “Kαταζητείται το πρόσωπο της ημέρας”, για την οποία οι γυναικείες οργανώσεις, ζητούσαν την απαγόρευση προβολής της.
Ο “δράκος”, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Σπύρος Μπέσκος και τον υποδυόταν ο Βλάσσης Μπονάτσος, ήταν ο κατά συρροή δολοφόνος και βιαστής γυναικών, που έδρασε στα νότια προάστια των Αθηνών κυρίως, την περίοδο 1981 – 1983.
Όχι στην ηρωοποίηση των βιαστών
Το μεσημέρι της 11ης Οκτωβρίου 1983, μέλη της οργάνωσης “Σπίτι των Γυναικών” πραγματοποίησαν συγκέντρωση και αφισοκόλληση στο κέντρο της Αθήνας, με κύρια συνθήματα “Τύπος-ταινίες συνυπεύθυνες για τους βιασμούς” και “Όχι στην ηρωοποίηση των βιαστών”.
Οι διαδηλώτριες έσκιζαν τις διαφημιστικές αφίσες της ταινίας που έβρισκαν στο δρόμο ή τις επικάλυπταν με δικές τους που έγραφαν, “Όχι άλλη κερδοσκοπία πάνω στα πτώματά μας”, Όχι στη δρακολαγνεία”.
Οι ίδιες δήλωσαν σε συνέντευξή τους,
“Η ενέργειά μας αυτή είναι μια επαναστατική, αν και συμβολική, πράξη ενάντια σε κάθε μορφής έκφραση της αντρικής βίας με κίνητρο το σεξ. Δεν είναι τυχαίο ότι η γυναίκα παρουσιάζεται στη διαφημιστική αφίσα με τέτοιο τρόπο, ώστε να φαίνεται ότι προκαλεί η ίδια τον βιασμό της”.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η Ένωση Ελληνίδων Νομικών, ζητώντας από το Υπουργείο Προεδρίας και τον εισαγγελέα την απαγόρευση της προβολής της ταινίας. Στη σχετική επιστολή τους ανέφεραν:
“Θεωρούμε ότι η ανοχή σε τέτοιου είδους επιχειρηματικές δραστηριότητες αποτελεί συμβολή στην καταρράκωση των κοινωνικών αξιών και της Δικαιοσύνης”.
Οι γυναίκες νίκησαν
Την επόμενη ημέρα, η Πρωτοβάθμια Επιτροπή Ελέγχου Κινηματογραφικών Ταινιών της Γενικής Γραμματείας Τύπου παρακολούθησε την επίμαχη ταινία και ομόφωνα απαγόρευσε τη διανομή της.
Δεκαπέντε κινηματογράφοι, που είχαν προγραμματίσει την προβολή της, έμειναν κλειστοί και υποχρεώθηκαν να αποσύρουν το έργο και να το αντικαταστήσουν με κάποιο άλλο.
Ο παραγωγός της ταινίας, κ. Σιμονετάτος, και ο σκηνοθέτης κ. Καραγιάννης απευθύνθηκαν στην Δευτεροβάθμια Επιτροπή, διεκδικώντας την ανάκληση της απαγόρευσης. Ωστόσο, η απάντηση ήταν για δεύτερη φορά αρνητική και η κινηματογραφική ταινία απορρίφθηκε. Με ανακοίνωσή της, η Επιτροπή εξήγησε:
“Η ταινία περιέχει σκηνές, εικόνες και διαλόγους που μπορούν να επηρεάσουν βλαπτικά τους νέους, εκθέτει τους θεατές στον κίνδυνο εξοικείωσης και μιμητισμού νοσηρών και εγκληματικών δραστηριοτήτων..
Η εμπορική εκμετάλλευση του βιασμού των γυναικών αποτελεί πρόσθεση αρνητική συμβολή στην καταρράκωση των αξιών μας”.
Μετά την κοινοποίηση της απόφασης, οι συντελεστές της ταινίας βρέθηκαν στην πλατεία Συντάγματος, απειλώντας ότι θα κάψουν τις κόπιες.
Κρατούσαν πλακάτ που έγραφαν, “Καίμε τις ταινίες μας για να πεθάνουν λεύτερες”.
Ο παραγωγός παραχώρησε συνέντευξη Τύπου σε ξένους ανταποκριτές, δηλώνοντας πως “αναβιώνει η λογοκρισία” ενώ σχετική επιστολή διαμαρτυρίας έστειλε και η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, επισημαίνοντας ότι η απαγόρευση της ταινίας “διαψεύδει έμπρακτα τις κυβερνητικές εξαγγελίες για την κατάργηση της λογοκρισίας”.
Οι αντιδράσεις τους έπεσαν στο κενό.