Οι κρυφές «οάσεις» της Τούμπας και η μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής
Τον Ιούνιο είναι η οδός Γρ. Λαμπράκη, ο δρόμος που διασχίζει την Άνω Τούμπα με 220 μεγάλες φλαμουριές που ξεκινούν από τη στροφή της Τριανδρίας και φτάνουν μέχρι τα Κωνσταντινουπολίτικα σκορπίζοντας, όταν ανθίζουν, το μεθυστικό τους άρωμα και απωθώντας το καυσαέριο.
Στις αρχές Μαΐου, η κοντινή στη Γρ. Λαμπράκη οδός Ναυπλίου φιλοξενεί στα μικρά της πεζοδρόμια συνολικά 80 ακακίες που προσφέρουν τη δική τους ξεχωριστή μυρωδιά ζαλίζοντας ακόμα και τις …μέλισσες, συγκρατώντας παράλληλα μεγάλα φορτία σκόνης καθώς οι ακακίες είναι το πιο κατάλληλο δέντρο γι αυτό το σκοπό, ιδιότητα που εξηγεί την πληθώρα τους, στους χωματόδρομους και στα ανοιχτά ορυχεία.
Η οδός Διογένους, ο δρόμος που οδηγεί στο γήπεδο του ΠΑΟΚ, παράλληλη της Γρ. Λαμπράκη, τις ζεστές ημέρες του καλοκαιριού διεκδικεί τον τίτλο του πιο δροσερού δρόμου της Θεσσαλονίκης καθώς «μετράει» συνολικά 80 μεγάλα πλατάνια που εκπέμπουν κύματα δροσιάς σαν υπαίθρια air condition καθώς οι έρευνες δείχνουν ότι ένα μεγάλο πλατάνι μπορεί να «εκπέμπει» δροσιά μεγαλύτερη από 9000 BTU…
Λιγότερη δροσιά, καλύτερη σκιά, αλλά περισσότερη αίσθηση ευφορίας προσφέρει σε κατοίκους και περιπατητές η κοντινή στη Διογένους δενδροστοιχία, μια αλέα από 65 μανόλιες! Βρίσκεται στην πλατεία Θρακικού και Μικρασιατικού Ελληνισμού και ελάχιστοι απ’ όσους μπαίνουν στο Πνευματικό Κέντρο Τούμπας ή στο διπλανό Παιδικό Μουσείο Θεσσαλονίκης αντιλαμβάνονται ότι διασχίζουν τη μεγαλύτερη δενδροστοιχία στην Ελλάδα του ωραιότερου καλλωπιστικού δέντρου των πόλεων.
Το συγκεκριμένο δέντρο είναι από τα πιο δημοφιλή στον κόσμο αλλά όχι τόσο στην Ευρώπη όσο στο βόρειο ημισφαίριο της αμερικανικής ηπείρου και στην πολιτεία του Μισσισιπή είναι ανακηρυγμένο ως το επίσημο δέντρο της. Το λευκό αρωματικό άνθος της, που συχνά ξεπερνάει τα 20 εκατοστά, συμπεριλαμβάνεται στα μεγαλύτερα λουλούδια του φυτικού βασιλείου με το πιο …συναρπαστικό άρωμα, καθώς μια έρευνα που έγινε από το πανεπιστήμιο του Ρουρ- Μπόχουμ της Γερμανίας έχει κατατάξει το άρωμα του άνθους, σ αυτά που ξυπνούν την σεξουαλική επιθυμία.
Αυτό το συμπέρασμα δεν φαίνεται όμως να αποτέλεσε το κίνητρο για τη φύτευσή της σε δενδροστοιχίες κι οδικούς άξονες της Θεσσαλονίκης κι άλλων περιοχών. Όπως εξήγησε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο δρ δασολόγος-περιβαλλοντολόγος του Δήμου Θεσσαλονίκης Ευάγγελος Ματζίρης, «παρά τον αριθμό που καταγράφεται στην περιοχή της Τούμπας, οι μανόλιες δεν είναι πολλές στη Θεσσαλονίκη και ο αριθμός τους περιορίζεται κυρίως σε κεντρικούς δρόμους, όπως είναι η Αριστοτέλους και η Φιλίππου. Η επιλογή της έχει πάντως συγκεκριμένη αιτιολογία. Σύμφωνα με τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αστικού Πρασίνου, είναι δέντρο με φυλλωσιά ιδανική για το αστικό τοπίο (δεν κλείνει την θέα), χαρακτηρίζεται «μνημειακό δέντρο» κι επιλέγεται επειδή ως καλλωπιστικό είδος έχει εξαιρετική απόδοση ξεπερνώντας ακόμη και την φλαμουριά που είναι ένα από τα ομορφότερα είδη που φυτεύτηκαν στα πεζοδρόμια και στα πάρκα της Θεσσαλονίκης.
Στους δήμους του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης κάθε δρόμος και κάθε περιοχή, τα προηγούμενα χρόνια, είχε τα δικά του κριτήρια επιλογής για το είδος του δέντρου που θα φυτευόταν. Κι αυτά σχετίζονταν κυρίως με την κλιματική ζώνη, τον διαθέσιμο χώρο ανάπτυξης (πχ στους στενούς δρόμους διάλεγαν δέντρα που αργούν να μεγαλώσουν) ή τις απαιτήσεις τους σε νερό και θρεπτικά στοιχεία.
Με αυτά τα κριτήρια επιλέγονταν τα είδη των δέντρων πριν από τη δεκαετία του ’70 και εκεί οφείλονται οι δενδροστοιχίες των φτελιών στην Τσιμισκή και στη Βασ. Όλγας. Ωστόσο, οι μεγάλοι δρόμοι των αστικών κέντρων με τα υψηλά φορτία κυκλοφορίας οχημάτων, αιθάλης, αιωρούμενων σωματιδίων και άλλων ρύπων ανάγκασαν πολεοδόμους, αρχιτέκτονες, περιβαλλοντολόγους και αυτοδιοικητικούς να προσθέσουν στα επιλέξιμα είδη των δέντρων και το κριτήριο της συγκράτησης των αέριων ρύπων. Το κριτήριο αυτό είναι σήμερα κυρίαρχο στα -συνολικά- 9 περιβαλλοντικά οφέλη του αστικού πρασίνου (επίδραση στο μικροκλίμα, αντιανεμική προστασία, συγκράτηση εδαφών, εξουδετέρωση θορύβου, προστασία βιοποικιλότητας, αισθητική βελτίωση τοπίου κ.ά) ενώ σ’ αυτά προστίθενται και τα 8 κοινωνικά οφέλη του αστικού πρασίνου (υγεία, εργασία, αναψυχή, αύξηση αξίας ιδιοκτησίας κ.ά).
Δεκάδες δήμοι μεγάλων αστικών κέντρων στην Ευρώπη και αλλού επιλέγουν πλέον φυτά και δέντρα που βοηθούν περισσότερο στην καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και το βρετανικό δίκτυο του ΒΒC κατέταξε σ’ αυτούς τους δήμους το Λονδίνο (φύτεψε πέρυσι 7.000 δέντρα), το Παρίσι, το Πεκίνο κ.ά.
«Τώρα πια», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δασολόγος- περιβαλλοντολόγος του Δήμου Θεσσαλονίκης, «δεν αντικαθιστούμε τη γερασμένη φτελιά στην Τσιμισκή με μια νέα φτελιά αλλά με είδη που ανταποκρίνονται καλύτερα στις ατμοσφαιρικές συνθήκες ενός μεγάλου δρόμου και κυρίως στην αντιμετώπιση της αέριας ρύπανσης. Ένα απ’ αυτά τα είδη που τείνει πλέον να ταυτιστεί με την έκφραση «ως το καλύτερα ανταποκρινόμενο δέντρο στην κλιματική αλλαγή είναι η “κελτίδα” ή μελικουκιά (Celtis australis), ένα είδος που ήδη έχει πάρει θέση στα πεζοδρόμια της Τσιμισκή και της Εγνατίας Οδού».
Στα όρια του Δήμου Θεσσαλονίκης, ο πληθυσμός του οποίου ξεπερνάει τις 325.000 άτομα, ο συνολικός αριθμός των δέντρων υπολογίζεται σε 42.000 (σε πεζοδρόμια και δενδροστοιχίες) ενώ υπάρχουν άλλα 15.000 στα πάρκα. Τα μεγαλύτερα ποσοστά παρουσίας καλύπτουν τα είδη της σοφόρας, του αμερικανικού σφένδαμου, της ψευδακακίας, του πλατανιού,της νεραντζιάς, του λιγούστρου. Ακόμη κι όταν τα δέντρα αυτά προστίθενται στους χώρους πρασίνου κατατάσσουν τη Θεσσαλονίκη σε μία από τις ευρωπαϊκές πόλεις με τα χαμηλότερα ποσοστά (3-4 τμ) πρασίνου/κάτοικο. Όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αντιδήμαρχος Πρασίνου, Σωκράτης Δημητριάδης, ο δήμος πασχίζει διαρκώς να αυξήσει αυτό το ποσοστό στην επικράτειά του και στα σχέδια είναι να προστεθούν δύο νέοι χώροι με αστικούς οπωρώνες, ένας στην περιοχή των Σφαγείων κι ένας στην άνοδο της οδού Λαγκαδά.
Πρόσφατα, ο αρμόδιος αντιδήμαρχος γνωστοποίησε την πρόθεση του δήμου για την απομάκρυνση 1.000 και πλέον ακατάλληλων λευκών, οι οποίες ήταν μεν στο παρελθόν το αγαπημένο δέντρο των δημάρχων (σ.σ.μεγάλωναν γρήγορα κι ανταποκρίνονταν στην υπόσχεση θα… σας φέρω πράσινο) αλλά έχουν αποδειχθεί και «δέντρο των πτώσεων» καθώς τις τελευταίες δεκαετίες έχουν καταρρεύσει κατά δεκάδες σε ισχυρούς Βαρδάρηδες και θεομηνίες ενώ κάθε χρόνο -κατά μέσο- όρο στη Θεσσαλονίκη πέφτουν, προκαλώντας σοβαρές ζημιές, γύρω στις 15 λεύκες. Οι 1.000 αυτές θέσεις θα αντικατασταθούν με δέντρα κατάλληλα για την ατμοσφαιρική ρύπανση και για παραθαλάσσιες περιοχές.