ΟΗΕ: Ένα νέο σχέδιο για την αποφυγή της οικολογικής καταστροφής
Σε γενικές γραμμές, ο ορισμός της αφορά στην τεράστια ποικιλία των μορφών ζωής στη Γη και στην αλληλεπίδρασή τους σε διάφορα οικοσυστήματα.
Θεωρείται απαραίτητη για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και του πλανήτη.
Παρ’ όλα αυτά, η βιοποικιλότητα απειλείται.
Η κλιματική αλλαγή, η καταστροφή των δασών, η ρύπανση των υδάτων και η αυξανόμενη θήρευση είναι μερικές μόνο από τις ανθρωπογενείς καταστροφές που επιφέρουν τη μείωσή της.
Για την ακρίβεια, με έκθεση από το 2019, ο ΟΗΕ έχει χτυπήσει «καμπανάκι» για τον κίνδυνο αφανισμού ενός εκατομμυρίου ειδών πανίδας και χλωρίδας, θέτοντας υπό απειλή την υγιή λειτουργία των οικοσυστημάτων που παράγουν νερό και τρόφιμα.
Ειδικοί ήδη μιλούν για την έκτη μαζική εξαφάνιση ειδών, εξαιτίας της υπερκατανάλωσης και του υπερπληθυσμού.
Υπό αυτή την έννοια, το νέο σχέδιο δράσης που επιχειρεί να θέσει ο ΟΗΕ για την προστασία της ζωής στη Γη αποτελεί λίγο-πολύ μία επιχειρούμενη απάντηση σε μία διαρκή και ολοένα και πιο ορατή υπαρξιακή πρόκληση.
Οι νέοι στόχοι
Με πρότυπο τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή, δημοσιοποιήθηκε προ ημερών το προσχέδιο μιας -υπό συζήτηση ακόμη- παγκόσμιας συμφωνίας, στο πλαίσιο της Σύμβασης του ΟΗΕ για την Βιολογική Ποικιλότητα (CBD).
Πρόκειται για «ένα εξελισσόμενο σχέδιο», όπως επισημαίνεται στη σχετική ανακοίνωση, «για την απώλεια βιοποικιλότητας και την κατεύθυνση των δράσεων παγκοσμίως προς “τη διατήρηση και προστασία της φύσης και των ουσιωδών υπηρεσιών της στους ανθρώπους”».
Απώτερος στόχος: «να ζήσουμε σε αρμονία με τη φύση» έως το 2050.
Στο κείμενο παρατίθενται 21 βραχυπρόθεσμοι στόχοι με ορίζοντα το 2030 και 4 μακροπρόθεσμοι, μέχρι τα μέσα του αιώνα.
Ζητούμενο μέχρι το τέλος της δεκαετίας, σε εννέα χρόνια δηλαδή, είναι -μεταξύ άλλων- η προστασία του 30% των εδαφών και των θαλασσών.
Ο περιορισμός της εισαγωγής χωροκατακτητικών ξένων ειδών.
Η μείωση της χρήσης παρασιτοκτόνων κατά δύο τρίτα, με άμεσο αντίκτυπο στις πρακτικές της παγκόσμιας αγροτικής παραγωγής.
Ο περιορισμός στο μισό των απορριμμάτων τροφίμων και η εξάλειψη των πλαστικών αποβλήτων.
Η αναδιάρθρωση ή ο τερματισμός επιβλαβών για τη βιοποικιλότητα επιχορηγήσεων κατά τουλάχιστον 500 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.
Η αύξηση κατά 200 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως των διεθνών χρηματοδοτικών ροών προς αναπτυσσόμενα κράτη.
Η λήψη μέτρων για την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων και τη διασφάλιση της βιώσιμης γεωργίας, της δασοκομίας και των πρακτικών υδατοκαλλιέργειας, που θα μπορούσαν να «αφαιρέσουν» τουλάχιστον 10 γιγατόνους CO2 ετησίως, έως το 2030 -περίπου το ένα τρίτο των μειώσεων που απαιτούνται για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 1,5 βαθμούς Κελσίου- αν και ο υπολογισμός τους παραμένει ασαφής.
Μεταξύ των μακροπρόθεσμων στόχων, έως το 2050, συγκαταλέγονται η προστασία του 90% της γενετικής ποικιλίας άγριων και εξημερωμένων ειδών και η επέκταση κατά 15% των οικοσυστημάτων.
Επόμενα βήματα, στενά περιθώρια
Το προσχέδιο συμφωνίας αποτελεί προϊόν εντατικών διαπραγματεύσεων και θα επανεξεταστεί, πριν κατατεθεί προς τελική συζήτηση και έγκριση στη επικείμενη σύνοδο των συμμετεχόντων 169 μερών στην CBD, στην πόλη Κουνμίνγκ, στη νότια Κίνα.
Ο επίσημος προγραμματισμός είναι για τον προσεχή Οκτώβριο -αν και είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο αναβολής, λόγω πανδημίας.
Αξιωματούχοι, πάντως, τονίζουν με έμφαση ότι δεν υπάρχει πια η πολυτέλεια του χρόνου.
«Απαιτείται επείγουσα δράση σε παγκόσμιο, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο για τη μετατροπή οικονομικών, κοινωνικών και χρηματοοικονομικών μοντέλων, έτσι ώστε οι τάσεις που έχουν επιδεινώσει την απώλεια βιοποικιλότητας να σταθεροποιηθούν έως το 2030 και να επιτρέψουν την ανάκαμψη των φυσικών οικοσυστημάτων τα επόμενα 20 χρόνια, με σαφείς βελτιώσεις έως το 2050», τόνισε η εκτελεστική γραμματέας της CDB, Ελίζαμπεθ Μαρούμα Μρέμα.
Αρκετοί, ωστόσο, ειδικοί εκφράζουν επιφυλάξεις για το εάν και πότε τα λόγια θα γίνουν πράξεις, υπενθυμίζοντας και την αποτυχία επίτευξης των στόχων που είχαν τεθεί έως το 2010, με το Πρωτόκολλο της Ναγκόγια, για «τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρήση των γενετικών πόρων».
«Πρόκειται μόνο για στόχους, χωρίς πραγματικά να υπάρχει στρατηγική εφαρμογής», εκτιμά ο Λίο Σουό της Greenpeace Ανατολικής Ασίας.
«Ήλπιζα ότι το έγγραφο θα αναγνώριζε ρητά ότι τα θέματα της βιοποικιλότητας, της αλλαγής του κλίματος και της υποβάθμισης της γης πρέπει να αντιμετωπιστούν από κοινού και οι επιδιώξεις, οι στόχοι και οι δράσεις των τριών συμβάσεων θα πρέπει να αναπτυχθούν και να εναρμονιστούν», παρατηρεί από την πλευρά του ο καθηγητής Σερ Ρόμπερτ Γουάτσον.
Ο Βρετανός χημικός -με μακρά θητεία σε επιστημονικούς οργανισμούς του ΟΗΕ για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, αλλά και στις κυβερνήσεις της Βρετανίας και των ΗΠΑ, στην Παγκόσμια Τράπεζα και στη NASA- θέτει μάλιστα μια επιπλέον παράμετρο.
«Το ερώτημα», αναφέρει, «είναι εάν οι κυβερνήσεις μπορούν να θέσουν κατάλληλους εθνικούς στόχους, καθώς και ρυθμιστικά και νομοθετικά πλαίσια για να επιτρέψουν στους άλλους φορείς, ιδίως τον ιδιωτικό τομέα και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, να διαδραματίσουν τον δικό τους ρόλο».