Οκτώ μύθοι και αλήθειες για την υπέρταση


Η υπέρταση είναι πολύ συχνή στη χώρα μας, αλλά πολύς κόσμος εξακολουθεί να έχει λανθασμένες αντιλήψεις γι’ αυτήν.

Περισσότεροι από ένας στους τρεις ενήλικες πάσχουν από υπέρταση, αλλά ο ένας στους δύο δεν το ξέρει, με συνέπεια να διατρέχει αυξημένο κίνδυνο για έμφραγμα, εγκεφαλικό, καρδιακή ανεπάρκεια και νεφρική νόσο.

Παρότι η υπέρταση είναι τόσο συχνή, πολύς κόσμος εξακολουθεί να έχει λανθασμένες αντιλήψεις γι’ αυτήν. Ο καρδιολόγος Δημήτρης Ρίχτερ, διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Ευρωκλινική Αθηνών, ξεδιαλύνει μερικούς μύθους από τις αλήθειες.

Για να αντιμετωπιστεί η υπέρταση, ο κύριος στόχος είναι η μείωση στην πρόσληψη αλατιού.

Αυτό είναι μύθος. Ο κυριότερος στόχος είναι η μείωση του σωματικού βάρους και ύστερα η μείωση του νατρίου (αλάτι) και η αύξηση του καλίου.

Το νάτριο δεν υπάρχει μόνο στο επιτραπέζιο αλάτι, αλλά και σε τρόφιμα όπως το ψωμί, το τυρί, οι πίκλες, η κέτσαπ κ.λπ. Είναι επίσης συστατικό ορισμένων συντηρητικών. Επομένως, αν η καθημερινή κατανάλωση, λ.χ., ψωμιού και τυριού είναι υψηλή, μπορεί η πρόσληψη νατρίου να υπερβαίνει τις συστάσεις χωρίς καν να προστίθεται αλάτι στο μαγείρεμα ή στο πιάτο.

«Οι εταιρείες τροφίμων πρέπει να το λάβουν αυτό σοβαρά υπόψη για τη μείωση της περιεκτικότητας σε νάτριο αυτών των τροφίμων», τονίζει ο κ Ρίχτερ.

1-2 ποτηράκια κρασί την ημέρα κάνουν καλό στην καρδιά και στην πίεση.

Αυτό είναι εν μέρει αλήθεια. Η περιεκτικότητα του κόκκινου κρασιού σε οινόπνευμα και σε αντιοξειδωτικές ουσίες βελτιώνει τη λειτουργικότητα του ενδοθηλίου και μειώνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Ωστόσο, η κατανάλωση οινοπνεύματος από ασθενείς με υπέρταση, μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση. Γι’  αυτό τον λόγο οι υπερτασικοί ασθενείς πρέπει να μειώνουν στο ελάχιστο δυνατό την κατανάλωση οινοπνεύματος. Επιπλέον, δεν πρέπει να συνιστάται να την αρχίσουν όσοι δεν καταναλώνουν αλκοόλ.

Λίγο σκόρδο και κρεμμύδι την ημέρα μειώνουν την αρτηριακή πίεση.

Ακόμα ένας μύθος. Μερικές μελέτες όντως έχουν δείξει ότι η κατανάλωση σκόρδου και κρεμμυδιού είναι ευεργετική για τα άτομα με υπέρταση. Ωστόσο για να υπάρξει όφελος, πρέπει να καταναλώνει κανείς πολύ μεγάλες ποσότητες, π.χ. 15 έως 20 σκελίδες σκόρδο την ημέρα! Το να τρώει 1-2 σκελίδες ημερησίως δεν επιφέρει αξιοσημείωτο αποτέλεσμα.

Όσον αφορά τις μελέτες με συμπυκνωμένα συμπληρώματα σκόρδου, αυτές κατέληξαν σε αντικρουόμενα αποτελέσματα.

Όποιος αρχίζει φάρμακα για την υπέρταση, πρέπει να τα παίρνει δια βίου.

Αυτό είναι εν μέρει μύθος. Η έναρξη φαρμακευτικής αγωγής αποφασίζεται από τον ιατρό σε δύο περιπτώσεις:

  • Όταν η πίεση του ασθενούς είναι πολύ υψηλότερη από τα φυσιολογικά όρια και ο καρδιαγγειακός του κίνδυνος υψηλός
  • Όταν αποτυγχάνει η προσπάθεια ρύθμισης της πίεσης εντός τριμήνου, με αλλαγή του τρόπου ζωής ώστε να επιτευχθεί απώλεια βάρους και μείωση στην κατανάλωση άλατος.

Πρακτικά αυτό σημαίνει πως κάποια στιγμή στο μέλλον μπορεί να μην χρειάζεται πια αντιυπερτασική αγωγή ένας παχύσαρκος και με κακές διατροφικές συνήθειες υπερτασικός ασθενής, ο οποίος αποφάσισε να αλλάξει τον τρόπο ζωής του και κατόρθωσε να χάσει βάρος και να μειώσει το αλάτι που τρώει.

Τα αντιυπερτασικά φάρμακα έχουν πολλές παρενέργειες.

Και αυτό είναι μύθος. Πριν από 30 χρόνια η άποψη αυτή ήταν αληθινή, αλλά οι νεώτερες γενιές φαρμάκων για την υπέρταση έχουν ελάχιστες και σπάνιες παρενέργειες.

Ακόμα και τα διουρητικά που κατά το παρελθόν είχαν ενοχοποιηθεί για πολλές παρενέργειες, δεν δημιουργούν προβλήματα στις χαμηλές δόσεις που χορηγούνται σήμερα.

Όποιος αρχίζει αντιυπερτασική αγωγή, δεν χρειάζεται πια να ελέγχει την πίεσή του

Αυτό επίσης είναι μύθος. Η ρύθμιση της υπέρτασης είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα επίπεδα ρύθμισης παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας, δεν ξεπερνούν το 30-35%.

Οι λόγοι για αυτήν την αποτυχία είναι πολλαπλοί. Ένας από τους κυριότερους είναι η μη συμμόρφωση του ασθενή με την φαρμακευτική αγωγή. Μάλιστα, όσο αυξάνεται ο αριθμός των δισκίων που πρέπει να παίρνει ένας ασθενής, τόσο ελαττώνεται η συμμόρφωσή του, δηλαδή ξεχνά ή αρνείται να πάρει τα φάρμακά του.

Επομένως, ο περιοδικός έλεγχος της πίεσης είναι απαραίτητος και μετά την έναρξη της αντιυπερτασικής αγωγής.

Δεν είναι υποχρεωτικά υπερτασικός όποιος έχει υψηλή πίεση κατά την εξέταση από τον γιατρό.

Αυτό είναι αλήθεια. Η αρτηριακή πίεση δεν είναι σταθερή στη διάρκεια του 24ωρου, αλλά διακυμαίνεται αναλόγως της δραστηριότητας κάθε ατόμου. Κατά τη σωματική άσκηση, την κίνηση, τη συγκίνηση και το στρες, η πίεση ανεβαίνει. Αντιθέτως, κατά την ανάπαυση ή τον βαθύ ύπνο ελαττώνεται και ξανανεβαίνει κατά τις πρωινές ώρες, λίγο πριν από το ξύπνημα.

Σε πολλούς ανθρώπους, η θέα του γιατρού με την άσπρη μπλούζα αρκεί για να προκληθεί αύξηση της πίεσης. Αυτό θεωρείται από πολλούς προστάδιο της αρτηριακής υπέρτασης.

Για να διαγνωστεί, όμως, η υπέρταση, ένας άνθρωπος πρέπει να έχει συστηματικά άνοδο της αρτηριακής πίεσης πάνω από τα επίπεδα που θεωρούνται φυσιολογικά γι’ αυτόν. Επομένως η στιγμιαία άνοδος της πίεσης εξαιτίας ενός έντονου στρες, δεν τον κατατάσσει αυτομάτως στην κατηγορία των υπερτασικών.

«Μακροπρόθεσμα είναι ανησυχητικό να έχει κάποιος συστηματικά πίεση 145/95 mmHg. Ωστόσο δεν μας ανησυχεί , ούτε χρειάζεται άμεση θεραπεία η στιγμιαία άνοδος της πίεσης στο 170/100 mmHg», τονίζει ο κ. Ρίχτερ.

Εάν οι γονείς ενός ατόμου εκδηλώσουν υπέρταση σε νεαρή ηλικία, θα την παρουσιάσει και το άτομο αυτό.

Αυτό είναι εν μέρει μύθος. Είναι γεγονός πως υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες οι οποίοι συμβάλλουν στην ανάπτυξη υπέρτασης και δεν μπορούμε να τους επηρεάσουμε.

Ένας από αυτούς είναι η ηλικία καθώς, με την πάροδο του χρόνου, οι αρτηρίες μας εκ φύσεως σκληραίνουν και η πίεση μας αυξάνεται.

Ένας άλλος παράγοντας που δεν μπορούμε να επηρεάσουμε είναι οι γονείς μας. Στην επιστημονική κοινότητα υπάρχει πλέον συμφωνία πως υπάρχουν γονίδια που ευθύνονται για την αρτηριακή υπέρταση. Τα γονίδια αυτά εξηγούν την κληρονομική επιβάρυνση που παρατηρείται συχνά στα άτομα με αρτηριακή υπέρταση.

Ωστόσο, υπάρχουν και παράγοντες που αυξάνουν την αρτηριακή πίεση και είναι αποκλειστικά στο χέρι μας να τους αντιμετωπίσουμε. Τέτοιοι παράγοντες είναι:

  • Η υπερβολική κατανάλωση αλατιού
  • Η αύξηση του σωματικού βάρους
  • Η υπερβολική κατανάλωση ζωικών λιπών
  • Το κάπνισμα
  • Η έλλειψη σωματικής άσκησης (καθιστική ζωή)
  • Οι έντονες ψυχικές καταπονήσεις (στρες).

Αν ελεγχθούν αυτοί οι παράγοντες, μπορεί να μειωθεί σημαντικά ο κίνδυνος αναπτύξεως υπέρτασης.



Πηγή