Όσοι άνω των 40 τρώνε ένα γεύμα την ημέρα έχουν υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας
Η κατανάλωση μόνο ενός γεύματος την ημέρα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας σε ενήλικες 40 ετών και άνω, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Η παράλειψη του πρωινού γεύματος σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από καρδιαγγειακά νοσήματα και η έλλειψη μεσημεριανού γεύματος, ή δείπνου με θνησιμότητα από όλες τις αιτίες.
Ακόμη και μεταξύ των ατόμων που τρώνε τρία γεύματα ημερησίως, η κατανάλωση δύο βασικών γευμάτων με διαφορά μικρότερη ή ίση με 4,5 ώρες μεταξύ τους σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες.
“Σε μια εποχή που η διαλείπουσα νηστεία διαφημίζεται ευρέως ως λύση για απώλεια βάρους, καλύτερη μεταβολική υγεία και πρόληψη ασθενειών, η μελέτη μας είναι σημαντική για πολλούς που τρώνε λιγότερα από τρία γεύματα κάθε μέρα. Η έρευνά μας αποκάλυψε ότι τα άτομα που τρώνε μόνο ένα γεύμα την ημέρα έχουν περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από εκείνα που τρώνε περισσότερα καθημερινά γεύματα.
Μεταξύ αυτών, οι συμμετέχοντες που παρέλειπαν το πρωινό γεύμα βρέθηκα ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν θανατηφόρα καρδιαγγειακά νοσήματα, ενώ όσοι παραλείπουν το μεσημεριανό ή το βραδινό αυξάνουν τον κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες”, σημείωσε ο επικεφαλής συγγραφέας δρ. Yangbo Sun, από το Τμήμα Προληπτικής Ιατρικής στο Κέντρο Επιστημών Υγείας του πανεπιστημίου του Τενεσί στις Η.Π.Α.
“Με βάση αυτά τα ευρήματα, συνιστούμε να τρώτε τουλάχιστον δύο έως τρία γεύματα χρονικώς κατανεμημένα ομοιόμορφα κατά τη διάρκεια της ημέρας”.
Πώς έγινε η έρευνα
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από μια ομάδα περισσότερων από 24.000 Αμερικανών ενηλίκων 40 ετών και άνω που συμμετείχαν στην Εθνική Έρευνα Εξέτασης Υγείας και Διατροφής (NHANES) μεταξύ 1999 και 2014. Μια συνεχιζόμενη, εθνικά αντιπροσωπευτική έρευνα για την υγεία του μη θεσμοθετημένου πληθυσμού των ΗΠΑ , η έρευνα NHANES συλλέγει ένα ευρύ φάσμα δεδομένων που σχετίζονται με την υγεία για να αξιολογήσει τη διατροφή, τη διατροφική κατάσταση, τη γενική υγεία, το ιστορικό ασθένειας και τις συμπεριφορές υγείας κάθε δύο χρόνια.
Οι ερευνητές παρατήρησαν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των συμμετεχόντων που έτρωγαν λιγότερα από τρία γεύματα την ημέρα (περίπου το 40% των ερωτηθέντων): ήταν πιο πιθανό να είναι νεότεροι, άνδρες, να έχουν λιγότερη εκπαίδευση και χαμηλότερο οικογενειακό εισόδημα, να καπνίζουν, πίνουν περισσότερο αλκοόλ, δεν θυμούνται καλά το τι τρώνε μέσα στην ημέρα, τρώνε γενικώς λιγότερο θρεπτικές τροφές, περισσότερα σνακ και λιγότερη πρόσληψη ενέργειας συνολικά.
“Τα αποτελέσματά μας ήταν στατιστικώς σημαντικά ακόμη και μετά από προσαρμογές για παράγοντες διατροφής και τρόπου ζωής (κάπνισμα, χρήση αλκοόλ, επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, ενεργειακή πρόσληψη και ποιότητα διατροφής)”, δήλωσε ο ανώτερος ερευνητής της μελέτης, δρ. Wei Bao, από το Τμήμα Επιδημιολογίας στο Κολέγιο Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου της Αϊόβα. Σημείωσε: “Τα ευρήματά μας βασίζονται σε παρατηρήσεις που προέρχονται από δημόσια δεδομένα και δεν συνεπάγονται αιτιότητα. Ωστόσο, αυτό που παρατηρήσαμε έχει μεταβολικό νόημα”.
Ο δρ. Bao εξήγησε ότι η παράλειψη γευμάτων συνήθως σημαίνει την πρόσληψη μεγαλύτερου ενεργειακού φορτίου σε ένα και μόνο γεύμα, το οποίο μπορεί να επιδεινώσει το βάρος της ρύθμισης του μεταβολισμού της γλυκόζης και να οδηγήσει σε επακόλουθη μεταβολική επιδείνωση. Αυτό μπορεί επίσης να εξηγήσει τη σχέση μεταξύ ενός μικρότερου διαστήματος γευμάτων και της θνησιμότητας, καθώς ο μικρότερος χρόνος μεταξύ των γευμάτων θα είχε ως αποτέλεσμα μεγαλύτερο ενεργειακό φορτίο στη δεδομένη περίοδο.
Ο δρ. Bao σχολίασε: “Η έρευνά μας συνεισφέρει τα απαραίτητα στοιχεία σχετικά με τη σχέση μεταξύ διατροφικών συμπεριφορών και θνησιμότητας στο πλαίσιο του χρόνου των γευμάτων και της διάρκειας της ημερήσιας γευματικής περιόδου”.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο Journal of the Academy of Nutrition and Dietetics.
φωτό: iStock