Όταν οι πανελλήνιες του 1979 τινάχθηκαν στον αέρα εξαιτίας διαρροής θεμάτων
Διανύουμε ημέρες πανελλαδικών εξετάσεων. Χιλιάδες μαθητές και μαθήτριες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας αγωνιούν για την επόμενη ημέρα. Οι φετινές εξετάσεις έχουν και την ιδιαιτερότητα του… κορονοϊού, ωστόσο, η αγωνία και το άγχος είναι πάντα τα ίδια και δεν αλλάζουν.
Αυτό που αλλάζει, ωστόσο, είναι η αδιαβλητότητα. Σήμερα πλέον είναι δεδομένη. Η σχεδόν δεδομένη. Κάποτε δεν ήταν καθόλου έτσι…
Βλέπετε, ο ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ των φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης για το ποιο θα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας είναι κάτι που κρατάει από πολύ παλιά.
Πολλές φορές στο παρελθόν έχει διαπιστωθεί η διαρροή θεμάτων προς φροντιστήρια. Τις περισσότερες φορές, όμως, η «τρύπα» που προκαλούσε τη διαρροή εντοπιζόταν γρήγορα και έκλεινε με συνοπτικές διαδικασίες και πάντα με τιμωρία των υπαίτιων.
Το κίνητρο των δραστών ήταν πάντα το οικονομικό. Ελάχιστα τους ενδιέφερε ποιος φροντιστηριούχος θα επικρατούσε. Θα κέρδιζε όποιος έκανε τη μεγαλύτερη προσφορά σε αυτή την ανίερη πλειοδοσία.
Μοναδική εξαίρεση οι πανελλήνιες εξετάσεις του 1979. Τότε που το οικονομικό μπλέχτηκε με το πολιτικό και οι εξετάσεις τινάχθηκαν στον αέρα καθώς λίγες ώρες πριν ξεκινήσουν οι εξετάσεις χιλιάδες μαθητές από τον Έβρο μέχρι και την Κρήτη ήξεραν και τις ερωτήσεις και βέβαια ήξεραν και τις απαντήσεις.
Η ημέρα που τινάχθηκαν στον αέρα οι πανελλαδικές
Ξημέρωνε 13 Ιουνίου του 1979. Ξημέρωνε μια φυσιολογική ημέρα. Οι εργαζόμενοι ετοιμάζονταν να πάνε στις δουλειές και οι μαθητές ετοιμάζονταν να πάνε στο σχολείο τους. Θα έδιναν μαθηματικά. Όλα αυτά θα ανατρέπονταν, ωστόσο, από τη μια στιγμή στην άλλη.
Ένας καθηγητής (όλα τα ονόματα των ατόμων αλλά και οι επωνυμίες των φροντιστηρίων που εμπλέκονται στην υπόθεση, είναι στη διάθεση του newsbeast.gr), μπήκε στο κτίριο της χωροφυλακής στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και πήγε αμέσως στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας. Κρατούσε στα χέρια του δυο κίτρινους φακέλους.
Μετά τις απαραίτητες συστάσεις, ο αξιωματικός υπηρεσίας τον ρωτάει πώς μπορεί να τον βοηθήσει. Ο καθηγητής του εξηγεί πως μέσα στους δυο φακέλους που κρατάει στα χέρια του- και προορίζονταν ο ένας για την Ασφάλεια και ο άλλος για την Εισαγγελία- είναι οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις των θεμάτων στα μαθηματικά. Του μαθήματος δηλαδή που θα έδιναν σε λίγη ώρα οι μαθητές όλης της χώρας.
Ο αξιωματικός υπηρεσίας μετά το πρώτο σοκ, τον ρωτάει πώς έφτασαν στα χέρια του. Εκείνος με ψυχραιμία του εξηγεί πως του τα έδωσε ο ιδιοκτήτης ενός μεγάλου φροντιστηρίου της πόλης και πως ήδη από το προηγούμενο βράδυ τα γνωρίζουν χιλιάδες άνθρωποι!
Σημαίνει συναγερμός και τα θέματα στέλνονται στον Επόπτη Μέσης Εκπαίδευσης Θεσσαλονίκης ο οποίος επιβεβαιώνει πως πράγματι αυτά είναι τα θέματα που θα ανακοινώνονταν στους μαθητές περίπου μια ώρα αργότερα.
Το θέμα είναι τώρα να αποκαλυφθεί το μέγεθος της διαρροής. Η «χαριστική βολή» έρχεται μερικές στιγμές αργότερα όταν ο Επόπτης λαμβάνει ένα ανώνυμο τηλεφώνημα στο οποίο ένας άγνωστος άνδρας τον ενημερώνει πως οι απαντήσεις των θεμάτων βρίσκονται αναρτημένες στον πίνακα ανακοινώσεων μεγάλου φροντιστηρίου στην περιοχή του Χαριλάου! Κλιμάκιο αστυνομικών πηγαίνει στο φροντιστήριο και πράγματι βρίσκει τις απαντήσεις των θεμάτων στον πίνακα ανακοινώσεων.
Πλέον, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως υπάρχει διαρροή και μάλιστα μεγάλη.
Ενημερώνεται το υπουργείο Παιδείας. Στις 9 το πρωί οι πρόεδροι των Επιτροπών σε όλη την Ελλάδα ανοίγουν τους φακέλους και διαπιστώνουν πως τα θέματα είναι αυτά που έχουν διαρρεύσει. Περίπου μια ώρα αργότερα και αφού ακόμα δεν υπάρχει κεντρική εντολή για ακύρωση των εξετάσεων, καθηγητές και μαθητές βρίσκονται μέσα στις τάξεις τους και περιμένουν να ξεκινήσουν οι εξετάσεις.
Τότε ένας καθηγητής ανακαλύπτει στην κατοχή ενός μαθητή ένα «σκονάκι» τεσσάρων σελίδων με όλα τα θέματα λυμένα! Γίνεται η σχετική ενημέρωση και το υπουργείο Παιδείας δίνει εντολή να ακυρωθούν οι εξετάσεις.
Σε χρόνο μηδέν αρχίζουν οι ανακρίσεις. Οι πρώτοι που καλούνται να δώσουν εξηγήσεις είναι οι δυο φροντιστηριούχοι και ο μαθητής. Ο ένας από τους δυο ιδιοκτήτες φροντιστηρίων λέει πως απλά… μάντεψε ποια θέματα θα «έπεφταν» και πως δεν είχε κάποια ιδιαίτερη ενημέρωση. Προφανώς και δεν πείθει κάποιον.
Μέσα σε λίγες ώρες η χωροφυλακή είχε προχωρήσει σε επτά συλλήψεις.
Τα νούμερα της διαρροής
Μέσα σε λίγες ώρες το κουβάρι της απάτης αρχίζει να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια των αστυνομικών και δικαστικών αρχών. Αποκαλύπτεται πως τα θέματα είχαν φτάσει στα χέρια των φροντιστηριούχων και των καθηγητών περίπου δυο ημέρες νωρίτερα. Οι τιμές για να τα αποκτήσουν κυμαίνονταν από τις 90.000 έως και τις 150.000 δραχμές!
Εκτός από τη Θεσσαλονίκη εντοπίστηκαν και τρεις ακόμα «εστίες» της διαρροής. Αποκαλύφθηκε πως καθηγητές και φροντιστήρια σε Αθήνα, Τρίκαλα και Ιωάννινα είχαν επίσης γνώση των θεμάτων. Θεωρείται δεδομένο πάντως πως τα θέματα είχαν φτάσει και σε άλλα μέρη της χώρας. Σύμφωνα, μάλιστα, με κάποιες εκτιμήσεις όλες οι πόλεις βορειότερα της Λάρισας είχαν τα θέματα τουλάχιστον μια ημέρα νωρίτερα.
Διαπιστώθηκε επίσης πως υπήρχαν σαφείς ενδείξεις διαβλητότητας και στα αρχαία ελληνικά και στη χημεία!
Το θέμα αφορούσε περίπου 85.000 μαθητές και τις οικογένειες τους. Το σκάνδαλο τεράστιο. Μέσα σε ένα 24ωρο ασκήθηκε δίωξη σε οκτώ άτομα ενώ μετά από ευρεία σύσκεψη στο υπουργείο Παιδείας υπό την προεδρία του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή αποφασίστηκε να ακυρωθούν οι εξετάσεις, να αναβληθούν για δυο ημέρες και να συνεχιστούν μετά με άλλο πρόγραμμα και με νέο τρόπο μεταβίβασης των θεμάτων.
Στην Ασφάλεια εξετάστηκαν συνολικά παραπάνω από 50 άτομα. Οι έρευνες της αστυνομίας κατέληξαν σε έναν 48χρονο, τότε, γυμνασιάρχη.
Ένα οικονομικό και πολιτικό σκάνδαλο στις πλάτες των μαθητών
Ο τότε υπουργός Παιδείας, Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, είχε τοποθετήσει τον Γ.Ρ. στη θέση του γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής Πανελληνίων Εξετάσεων. Πρακτικά αυτό σήμαινε πως τα πάντα περνούσαν από τα χέρια του 48χρονου εκπαιδευτικού.
Πώς κατάφερε και έβγαζε τα θέματα μέσα από την αίθουσα συσκέψεων; Κατά την διάρκεια της ανακοίνωσης των θεμάτων, ο Γ.Ρ πίεζε περισσότερο το μολύβι, έτσι ώστε ό,τι έγραφε να χαράζεται στη λευκή κόλλα που είχε τοποθετήσει κάτω από το φύλλο των πρακτικών. Στο τέλος των συνεδριάσεων, όταν οι αστυνομικοί έκαναν κατάσχεση όλων των γραπτών που υπήρχαν στην αίθουσα, ο Γ.Ρ μπορούσε να κρατά τις λευκές κόλλες χωρίς να κινεί υποψίες. Στη συνέχεια τα έγραφε κανονικά σε ένα χαρτί και τα έδινε στους συνεργάτες του οι οποίοι είχαν ήδη φτιάξει το δίκτυο των επαφών τους.
Από την αστυνομική έρευνα προέκυψε πως ο Γ.Ρ. το έκανε αυτό για να βγάλει χρήματα. Λίγοι, ωστόσο, πίστεψαν πως ήταν μόνο αυτό. Δημοσιογραφική έρευνα απέδειξε πως ο Γ.Ρ. το έκανε και για πολιτικούς λόγους. Υπερασπιστής της χούντας και ακροδεξιών πολιτικών πεποιθήσεων ο 48χρονος καθηγητής θεώρησε πως με τον τρόπο αυτό χτυπούσε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης και την εξέθετε στα μάτια των πολιτών.
Το 1976 είχε ξεκινήσει η περίφημη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Ράλλη (είχε συστήσει μια ειδική επιτροπή όπου προήδρευε ο Ευάγγελος Παπανούτσος) η οποία οδήγησε στην καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στα σχολεία το 1977. Η αλλαγή αυτή για τους ακροδεξιούς και τους υμνητές της χούντας θεωρούταν… κομμουνιστικός δάκτυλος.
Για τον ίδιο, μάλιστα, ήταν και κάποιου είδους εκδίκηση αφού αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας είχε μετατεθεί από το υπουργείο και με απειλητικό πάντα ύφος έλεγε πως έχει διασυνδέσεις για να επιστρέψει και τότε θα κάνει όλα αυτά που δεν πρόλαβε…
Ξέσπασε πολιτικό σκάνδαλο με την αντιπολίτευση να ζητά εξηγήσεις και τον υπουργό Παιδείας να υποβάλει την παραίτησή του, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή από τον πρωθυπουργό.
Στο δικαστικό κομμάτι της υπόθεσης, ο 48χρονος καθηγητής, με τις κατηγορίες της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, δωροληψίας κατά συρροή και συνέργειας σε απόπειρα υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως, πέρασε την πόρτα του εισαγγελέα. Οι τρεις βασικοί συνεργοί κατηγορήθηκαν για ηθική αυτουργία σε παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου και για δωροδοκία ενώ οι 20 ιδιοκτήτες φροντιστηρίων και καθηγητές που παραπέμφθηκαν, κατηγορούνταν για ηθική αυτουργία και αποδοχή προϊόντων εγκλήματος εξ ιδιοτέλειας.
Τελικά στον Γ.Ρ επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5,5 χρόνων, ενώ στους δύο βασικούς συνεργούς του, 3 και 4 χρόνια αντίστοιχα. Ωστόσο, ένα χρόνο μετά, ο Άρειος Πάγος ακύρωσε την καταδικαστική απόφαση και η δίκη του πρωτεργάτη του σκανδάλου επαναλήφθηκε. Η τελική του ποινή ανήλθε σε 4 χρόνια και 4 μήνες.