Πώς θα επιχειρήσει η Ελλάδα να καλύψει το χαμένο έδαφος στην ηλεκτροκίνηση


Tα ηλεκτρικά μοντέλα αναμένεται να αποτελούν το 1/3 του συνολικού στόλου αυτοκινήτων έως το 2040. (ΦΩΤ.Shuttetstock)

Η πράσινη ενεργειακή μετάβαση προς τεχνολογίες περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον αποτελεί μια τεράστια πρόκληση για τη σύγχρονη κοινωνία και σημαντικό μέρος της αποτελεί ο λεγόμενος εξηλεκτρισμός, δηλαδή η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας αντί για ορυκτά καύσιμα όπου αυτό είναι εφικτό. Η λογική είναι να χρησιμοποιείται ηλεκτρισμός από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντί για ρυπογόνα καύσιμα ώστε να περιοριστεί ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος και να προληφθεί η κλιματική αλλαγή.

Ο τομέας των μεταφορών είναι ασφαλώς πρωταρχικό ζητούμενο για τον εξηλεκτρισμό, καθώς μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσε σχεδόν αποκλειστικά ορυκτά καύσιμα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι μεταφορές είναι υπεύθυνες διεθνώς για το ένα τρίτο της τελικής κατανάλωσης ενέργειας και το ένα πέμπτο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Παράλληλα, αν κατορθώσουμε να έχουμε πιο πράσινες μεταφορές αυτό θα σημάνει και οφέλη για τη δημόσια υγεία, ιδίως στις πόλεις, καθώς πρόσφατη εκτίμηση του ΠΟΥ αναφέρει ότι η αέρια ρύπανση στο σύνολό της προκαλεί περισσότερους από 6 εκατομμύρια θανάτους ετησίως.

Η πανδημία μάς έδωσε ήδη μια εικόνα για το πώς μπορεί να είναι ο αέρας στις πόλεις μας καθαρότερος στο μέλλον με τη χρήση της ηλεκτροκίνησης και άλλων τεχνολογιών και μέτρων, αφού κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα σημειώθηκε μείωση της χρήσης οχημάτων στις πόλεις κατά 30%-50% και σημαντική μείωση έως και 40% των βλαβερών εκπομπών ρύπων.

Ως εκ τούτου, η ηλεκτροκίνηση προβάλλει ως μια από τις σημαντικότερες εναλλακτικές προτάσεις μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης αφού βελτιώνει την ποιότητα ζωής στις πόλεις, ελαττώνει τον θόρυβο, βελτιώνει την ατμόσφαιρα και μειώνει τα περιστατικά πρόωρης θνησιμότητας του πληθυσμού.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα ηλεκτρικά μοντέλα αναμένεται να αποτελούν το 1/3 του συνολικού στόλου αυτοκινήτων έως το 2040 και να αντιπροσωπεύουν περίπου το 60% των πωλήσεων νέων επιβατικών αυτοκινήτων. Οι πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων φέτος παγκοσμίως προβλέπονται να φθάσουν το 1,7 εκατομμύριο. Αν αυτή η πρόβλεψη επαληθευθεί, τότε θα μιλάμε για μια ετήσια αύξηση του συνολικού αριθμού αυτών των αυτοκινήτων της τάξης του 30%.

Συγκεκριμένα στην Ευρώπη, οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων έφτασαν τις 600.000 οχήματα και ο στόχος του 2030 κάνει λόγο για πωλήσεις 6 εκατ. οχημάτων ετησίως και 10 εκατ. με ορίζοντα το 2040. Ταυτόχρονα, οι σταθμοί φόρτισης στην Ευρώπη είναι περίπου 110.000 με την πλειονότητά τους να βρίσκεται στην Ολλανδία (περίπου 25% του συνόλου), στη Γερμανία (12%), στο Ηνωμένο Βασίλειο (10%) και στη Γαλλία (8%). Σε επίπεδο πόλεων οι περισσότεροι σταθμοί φόρτισης σήμερα βρίσκονται στο Λονδίνο και στο Αμστερνταμ.

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως είναι η Ισπανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν ανακοινωθεί μεσοπρόθεσμα σχέδια σταδιακής απόσυρσης των ρυπογόνων συμβατικών οχημάτων από την κυκλοφορία και η αντικατάστασή τους με ηλεκτρικά έως το 2040. Οι περισσότερες χώρες έχουν αποφασίσει την απόσυρση σε βάθος δεκαετίας. Επίσης, σε αρκετές πόλεις στην Ευρώπη έχουν ανακοινωθεί μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας ρυπογόνων οχημάτων, στις οποίες συγκαταλέγεται και η Αθήνα με ορίζοντα το 2025.

Πρόσφατα, άλλωστε, ανακοινώθηκε το σχέδιο για τον «Μεγάλο Περίπατο» της Αθήνας, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται μεταξύ άλλων ο περιορισμός της κυκλοφορίας των συμβατικών οχημάτων στο ιστορικό κέντρο και η ελεύθερη κίνηση ηλεκτροκίνητων οχημάτων.

Οσον αφορά τη χώρα μας, αξιοσημείωτο είναι ότι ο μέσος όρος ηλικίας του στόλου οχημάτων είναι πάνω από 15 έτη, δηλαδή από τους υψηλότερους πανευρωπαϊκά, εξ ου και η ανάγκη αντικατάστασης οχημάτων με νεότερα και λιγότερο ρυπογόνα.

Μέχρι τώρα, οι σταθερά υψηλότερες τιμές αγοράς των ηλεκτρικών οχημάτων σε σύγκριση με τα συμβατικά βενζινοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα οχήματα αποτέλεσαν το σημαντικότερο ανάχωμα για της αύξηση του μεριδίου αγοράς σε συνδυασμό με την περιορισμένη διαθεσιμότητα δημοσίως προσβάσιμων σταθμών επαναφόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων (Η.Ο.). Η δημιουργία κατάλληλης υποδομής επαναφόρτισης Η.Ο., τόσο ως προς τον αριθμό των σημείων επαναφόρτισης όσο και ως προς τη χωρική τους κατανομή, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς. Επιπλέον, υπάρχει ελλιπής ενημέρωση και εκπαίδευση για την τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης.

Χαρακτηριστικό είναι ότι στην Ελλάδα είχαν εγκατασταθεί μόλις περίπου 50 δημοσίως προσβάσιμα σημεία επαναφόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων έως το τέλος του 2019 και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα αντιπροσωπεύουν λιγότερο από 0,5% του συνολικού στόλου των οχημάτων.

Σύμφωνα με τους στόχους που έχουν τεθεί στο νέο ενεργειακό και κλιματικό σχεδιασμό (ΕΣΕΚ), έως το 2021, 4.500-5.000 νέα ηλεκτρικά επιβατικά οχήματα θα κινούνται στην Ελλάδα. Ο στόχος για το 2030 είναι το 1 στα 3 οχήματα που θα πωλούνται να είναι ηλεκτρικά.

Το νομοσχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση σχετικά με την ηλεκτροκίνηση επιχειρεί να δώσει λύσεις στα παραπάνω θέματα και να θέσει σε μια νέα τροχιά τα πράγματα ώστε να επιτύχει η χώρα τον στόχο της και να απολαύσει τα οφέλη της νέας αυτής τεχνολογικής επανάστασης.

Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, θα χρησιμοποιηθεί μια ευρεία γκάμα από κίνητρα, όπως η επιδότηση για αγορά ηλεκτρικού Ι.Χ., δικύκλου, ποδηλάτου και μικρών βαν από φυσικά πρόσωπα, εταιρείες και ταξί. Ταυτόχρονα, προβλέπονται φορολογικά κίνητρα σε εταιρείες  για απόκτηση/χρήση ηλεκτρικών οχημάτων, καθώς και για προμήθεια και εγκατάσταση υποδομών φόρτισης. Ακόμη ένα κίνητρο είναι η δωρεάν στάθμευση σε ελεγχόμενες θέσεις για τα ηλεκτροκίνητα οχήματα και η χωροθέτηση θέσεων στάθμευσης και φόρτισης από τους δήμους. Τέλος, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και μέτρα για διείσδυση της ηλεκτροκίνησης στον δημόσιο τομέα.

Οπως είναι φυσικό, η αύξηση των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων πρέπει να συνοδευθεί με την ανάπτυξη του δικτύου φόρτισής τους, και για αυτό τον λόγο τα νέα μέτρα φροντίζουν και τα δύο αυτά μέτωπα. Με τον τρόπο αυτό, οι πολίτες θα μπορέσουν σταδιακά να κάνουν «δική τους» την ηλεκτροκίνηση ώστε να πάψει να αποτελεί μια κάπως εξωτική τεχνολογία και να γίνει καθημερινότητα.

Σύμμαχος στην όλη προσπάθεια είναι βεβαίως και η ανάπτυξη της τεχνολογίας των μπαταριών και η πτώση του κόστους τους. Αξίζει να αναφέρουμε σχετικά ότι η BNEF προέβλεψε σε μελέτη της ότι το κόστος ενός ηλεκτρικού οχήματος θα είναι ίδιο με ενός συμβατικού ήδη από το 2023-2024, ακόμα και δίχως επιδοτήσεις. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας, με τα νέα μέτρα που εισάγει η κυβέρνηση, μπορεί από τώρα να φέρει πιο κοντά την τιμή τους και να εκμεταλλευθεί το χρονικό αυτό διάστημα για να προχωρήσει με ένα πρώτο κύμα ανάπτυξης της ηλεκτροκίνησης.

Αν τα μέτρα επιτύχουν, τότε η Ελλάδα θα καλύψει το χαμένο έδαφος σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και θα κάνει ένα μεγάλο βήμα για την ενεργειακή της μετάβαση εν γένει, με τεράστια περιβαλλοντικά οφέλη.

* Ο δρ Κώστας Ανδριοσόπουλος είναι καθηγητής ECSP Business School, πρόεδρος επιτροπής ενέργειας του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, αντιπρόεδρος ΔΕΠΑ.

kathimerini.gr