Προς τη λάθος κατεύθυνση το νέο ασφαλιστικό
«Βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση» χαρακτηρίζει η Capital Economics το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή έως τις 12 Φεβρουαρίου και το οποίο προβλέπει αυξήσεις στις συντάξεις. Αν και ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης σε δηλώσεις του επισημαίνει πως η ειδική αναλογιστική μελέτη για τις κύριες και τις επικουρικές συντάξεις που θα συνοδεύει το σχέδιο νόμου θα επιβεβαιώνει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, μέχρι το 2070, η βρετανική εταιρεία μακροοικονομικής έρευνας εκτιμά ότι οι δαπάνες για τις συντάξεις πρέπει να μειωθούν.
Υψηλό κόστος
Μία δεκαετία μετά την είσοδο της Ελλάδας στα προγράμματα διάσωσης, όπως αναφέρει σε σχετική έκθεσή της, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ακόμη καταφέρει να περιορίσει το κόστος του συνταξιοδοτικού συστήματος. Και η πρόσφατη απόφαση να αυξήσει τις συντάξεις υποδεικνύει ότι το συνταξιοδοτικό κόστος θα αυξηθεί, αντί να μειωθεί, τα επόμενα χρόνια.
Το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας, επισημαίνει, υπήρξε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των κυβερνήσεων και των πιστωτών. Η Ελλάδα δαπανά ένα δυσανάλογο ύψος δημόσιων κεφαλαίων για τις συντάξεις και για χρόνια παρέμενε απρόθυμη να προχωρήσει στις περικοπές που απαιτούνται για να βάλει τα δημόσια οικονομικά της σε μια πιο βιώσιμη πορεία.
H Capital Economics βέβαια αναγνωρίζει ότι οι διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν κάνει κάποιες μεταρρυθμίσεις κατά την τελευταία δεκαετία. Από το 2010 η Ελλάδα έχει αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης, κατήργησε τη 13η και 14η σύνταξη, επέβαλε «πέναλτι» για την πρόωρη συνταξιοδότηση, αύξησε τον αριθμό των ετών εργασίας για πλήρη σύνταξη και υιοθέτησε ένα σύστημα υπολογισμού των συντάξεων με βάση τον μέσο μισθό αντί τον τελευταίο. Επίσης, αύξησε τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και άρχισε να αυξάνει τον φόρο εισοδήματος στους πλουσιότερους συνταξιούχους. Οι συνολικές δαπάνες για συντάξεις μειώθηκαν από 33,5 δισ. ευρώ το 2010 σε 29,8 δισ. ευρώ το 2017.
Ωστόσο, από πολλές απόψεις το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας σήμερα αποτελεί μεγαλύτερο πρόβλημα σε σχέση με το 2010. Οι δαπάνες για τις συντάξεις του Δημοσίου αντιστοιχούσαν στο 16,5% του ΑΕΠ το 2017 (το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα πλήρη στοιχεία). Αυτό είναι περίπου 2% υψηλότερο από το 2010 και πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (11,2%). Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν επίσης ότι οι συντάξεις του Δημοσίου αποτελούσαν το 35% των κρατικών δαπανών το 2017, έχοντας καταγράψει δραματική αύξηση από το 28% το 2010 και σχεδόν διπλάσιο του μέσου όρου του ΟΟΣΑ (18%).
Επιπλέον, οι περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης έχουν μεγαλύτερο ποσοστό συνταξιούχων στον πληθυσμό τους, αλλά δαπανούν μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ στις συντάξεις. Καθώς ο μέσος συνταξιούχος συνταξιοδοτείται νωρίτερα στην Ελλάδα από ό,τι στην Ευρωζώνη (η πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης για τους άνδρες είναι 62 έναντι 64 στην Ευρωζώνη) και έχει υψηλότερο προσδόκιμο ζωής, λαμβάνει τη σύνταξη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όπως σημειώνει η Capital Economics.
Η κατάσταση χειροτερεύει
Ετσι, κατά την άποψή της, το νέο ασφαλιστικό όπου προτείνεται αύξηση των συντάξεων, αποτελεί ένα βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση και μειώνει τις ελπίδες ότι η νέα κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει το ζήτημα των συνταξιοδοτικών δαπανών. Ακόμη και αν το κόστος των προωθούμενων αλλαγών είναι χαμηλό (εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσουν το 0,2% του ΑΕΠ τον χρόνο έως το 2030 και 0,5% έως το 2050), οι αναλυτές θεωρούν ότι αυτό καθιστά την κατάσταση χειρότερη όχι καλύτερη.
Οπως καταλήγει η Capital Economics, εάν η ελληνική κυβέρνηση θέλει να κάνει διατηρήσιμες βελτιώσεις στα δημοσιονομικά και να μειώσει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, θα πρέπει να προχωρήσει σε μείωση των δαπανών για τις συντάξεις.