Προστατίτιδα: Που οφείλεται και πότε χρειάζεται θεραπεία με αντιβιοτικό
Η προστατίτιδα δεν είναι μία ενιαία πάθηση, αλλά μία ομάδα διαταραχών κάθε μία από τις οποίες έχει τη δική της θεραπεία.
Ένας στους δύο άνδρες εκδηλώνει προστατίτιδα τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του. Αντίθετα, όμως, απ’ ό,τι νομίζουν οι περισσότεροι ασθενείς, στο σχεδόν 90% των περιπτώσεων δεν χρειάζεται θεραπεία με αντιβιοτικό.
Όπως εξηγεί ο χειρουργός-ουρολόγος Δρ. Ηρακλής Πούλιας, επιστημονικός συνεργάτης του Ομίλου ΥΓΕΙΑ-Μητέρα, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας, η προστατίτιδα είναι η επώδυνη, φλεγμονώδης διόγκωση του προστάτη. Ο αδένας αυτός βρίσκεται κάτω από την ουροδόχο κύστη των ανδρών. Ο κύριος ρόλος του είναι η παραγωγή ενός υγρού που τρέφει και μεταφέρει τα σπερματοζωάρια (λέγεται σπερματικό υγρό).
Η προστατίτιδα είναι μία από τις συχνότερες ουρογεννητικές παθήσεις των ανδρών όλων των ηλικιών. Ωστόσο δεν είναι μία ενιαία πάθηση. Είναι μία ομάδα διαταραχών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από:
- Ουρολογικά συμπτώματα
- Δυσκολίες ή πόνο στην εκσπερμάτιση
- Πόνο στο περίνεο (είναι η περιοχή ανάμεσα στα έξω γεννητικά όργανα και τον πρωκτό) ή χαμηλά στη μέση
Βακτηριακή προστατίτιδα και μη
Οι διαταραχές αυτές χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη είναι οι βακτηριακές προστατίτιδες που οφείλονται σε είσοδο και ανάπτυξη μικροβίων στον προστάτη και είναι λιγότερο συχνές.
Η βακτηριακή προστατίτιδα μπορεί να εκδηλωθεί ως:
- Οξεία προστατίτιδα, με πυρετό, δυσκολία αποβολής ούρων, γενική κακουχία κ.λπ. και να εξελιχθεί σε σοβαρή λοίμωξη που απαιτεί νοσηλεία στο νοσοκομείο
- Χρόνια υποτροπιάζουσα προστατίτιδα, που διαρκεί πολύ καιρό (1-3 μήνες) και δεν έχει έντονα συμπτώματα.
Οι βακτηριακές προστατίτιδες αντιμετωπίζονται με αντιβιοτικά, σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα (π.χ. παυσίπονα, αντιπυρετικά κ.λπ.).
Η δεύτερη κατηγορία είναι η μη-βακτηριακή προστατίτιδα (λέγεται και χρόνιο πυελικό σύνδρομο) και επίσης έχει δύο υποκατηγορίες:
- Το φλεγμονώδες χρόνιο πυελικό σύνδρομο (χαρακτηρίζεται από παρουσία λευκοκυττάρων στην καλλιέργεια σπέρματος)
- Το μη φλεγμονώδες πυελικό σύνδρομο (χωρίς παρουσία λευκοκυττάρων στο σπέρμα).
Η μη-βακτηριακή προστατίτιδα συνήθως αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα, με συνδυασμό θεραπειών.
Οι αιτίες
Κάθε μορφή προστατίτιδας έχει διαφορετική αιτία. Η πιο συχνή μορφή είναι η χρόνια μη-βακτηριακή προστατίτιδα (αφορά το σχεδόν 90% των κρουσμάτων). Γι’ αυτήν, δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα συγκεκριμένη αιτία και δεν χρειάζεται αντιβιοτική θεραπεία.
Στους παράγοντες που μπορεί να την πυροδοτήσουν (εκλυτικοί παράγοντες) συμπεριλαμβάνονται:
- Το στρες
- Οι νευρολογικές βλάβες του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος (π.χ. εξαιτίας τραυματισμού ή εγχείρησης)
- Οι ουρολοιμώξεις
- Αυτοάνοσα νοσήματα, όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου.
Η βακτηριακή προστατίτιδα (οξεία και χρόνια) αποτελεί το 5-10% των κρουσμάτων. Η αιτία συνήθως είναι βακτήρια του ουροποιητικού που εισέρχονται στον προστάτη (π.χ. μέσω της σεξουαλικής επαφής) και τον μολύνουν. Αυτή χρειάζεται αντιβιοτική θεραπεία για να αντιμετωπιστεί.
Υπάρχει επίσης η ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα, η αιτία της οποίας δεν είναι γνωστή.
Τα συμπτώματα
Κάθε μορφή προστατίτιδας μπορεί να έχει και άλλα συμπτώματα. Τα συμπτώματα της βακτηριακής προστατίτιδας είναι:
- Πυρετός. Η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα συνοδεύεται συχνά από απότομο, υψηλό πυρετό, ενώ η χρόνια από χαμηλότερο.
- Ρίγη
- Πόνοι στο σώμα
- Κόπωση
- Πόνος χαμηλά στην οσφύ (μέση) και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων
- Συχνουρία και επείγουσα ούρηση (συχνά και τη νύχτα)
- Αίσθημα καύσου (κάψιμο) ή πόνου κατά την ούρηση και την εκσπερμάτιση.
Η χρόνια μη-βακτηριακή προστατίτιδα προκαλεί:
- Πόνο χαμηλά στην οσφύ και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων
- Συχνουρία και επείγουσα ούρηση (συχνά και τη νύχτα)
- Αίσθημα καύσου (κάψιμο) ή πόνου κατά την ούρηση και την εκσπερμάτιση.
Όπως, τέλος, υποδηλώνει και η ονομασία της, η ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα δεν προκαλεί συμπτώματα.
Ομάδες υψηλού κινδύνου
Η προστατίτιδα είναι συχνότερη σε:
- Άνδρες ηλικίας 35-60 ετών
- Σε όσους έχουν ιστορικό ουρολοιμώξεως, τραυματισμού στην περιοχή της πυέλου (π.χ. από ατύχημα με το ποδήλατο ή τη μηχανή) ή παλαιότερης προστατίτιδας
- Στους ασθενείς με ουροκαθετήρα
- Στους άνδρες που έχουν κάνει βιοψία προστάτη
- Στους φορείς του ιού HIV/AIDS.
«Η διάγνωση της προστατίτιδας γίνεται με τη λήψη του ιατρικού ιστορικού και την κλινική (δακτυλική) εξέταση του προστάτη. Η δακτυλική εξέταση παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τη σύσταση, το μέγεθος και το σχήμα του αδένα», εξηγεί ο Δρ. Πούλιας.
Άλλες βασικές εξετάσεις είναι:
- Η γενική ούρων
- Η καλλιέργεια ούρων
- Η κλασματική καλλιέργεια προστατικού υγρού μετά από μάλαξη του προστάτη
- Το υπερηχογράφημα.
Το PSA και οι επιπλοκές
Η μέτρηση των επιπέδων του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) για τη διάγνωση της προστατίτιδας δεν συνιστάται. Και αυτό, διότι αυτά αυξάνονται μόνο στο 15%-20% των ασθενών με σοβαρή προστατίτιδα.
Αν, πάντως, ένας ασθενής έχει ύποπτα συμπτώματα και ταυτοχρόνως απότομη και μεγάλη αύξηση του PSA, «είναι πιθανό να πάσχει από οξεία, βακτηριακή προστατίτιδα», τονίζει ο Δρ. Πούλιας.
Αν και η προστατίτιδα δεν είναι κακοήθης νόσος ούτε υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο του προστάτη, μπορεί να έχει αρκετές και σοβαρές επιπλοκές αν αφεθεί χωρίς θεραπεία.
Στις πιθανές επιπλοκές συμπεριλαμβάνονται:
- Είσοδος βακτηρίων στο αίμα (βακτηριαιμία ή σήψη)
- Φλεγμονή στην επιδιδυμίδα (είναι το σωληνοειδές όργανο που ενώνει τον όρχι με τον σπερματικό πόρο)
- Απόστημα προστάτου (είναι η δημιουργία κοιλότητας με πύον μέσα στον προστάτη)
- Διαταραχές του σπέρματος
- Υπογονιμότητα
«Οι διαταραχές του σπέρματος και η υπογονιμότητα παρατηρούνται κυρίως σε περίπτωση χρόνιας και ασυμπτωματικής προστατίτιδας», διευκρινίζει ο ειδικός. «Σε κάθε περίπτωση, η άμεση αξιολόγηση τυχόν ύποπτων συμπτωμάτων και η έγκαιρη, σωστή διάγνωση είναι απαραίτητα στοιχεία για αποτελεσματική θεραπεία».