S&P Global: Επιβράδυνση της ανάπτυξης του ελληνικού τομέα μεταποίησης τον Νοέμβριο-Τι λένε οι εταιρείες
Επιβραδύνθηκε ο εποχικά προσαρμοσμένος δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index- PMI) τον Νοέμβριο.
Όπως επισημαίνεται ο δείκτης αυτός έκλεισε στις 50,9 μονάδες τον Νοέμβριο από τις 51,2 μονάδες που ήταν τον Οκτώβρη. Αυτό υποδεικνύει οριακή βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα. Σύμφωνα με την S&P Global, o ρυθμός ανάπτυξης ήταν ο δεύτερος βραδύτερος σε διάστημα ενός έτους, ωστόσο, εντονότερος από τον μακροχρόνιο μέσο όρο της έρευνας.
H ανάκαμψη των λειτουργικών συνθηκών υποστηρίχθηκε από μία νέα αύξηση των νέων παραγγελιών τον Νοέμβριο. Οι Έλληνες κατασκευαστές κατέγραψαν οριακή αύξηση των νέων πωλήσεων, μετά την απόκτηση νέων πελατών και τη βελτίωση των συνθηκών ζήτησης.
Η αύξηση των συνολικών νέων παραγγελιών οφειλόταν εν μέρει στην επιστροφή των νέων εργασιών εξαγωγών σε συνθήκες ανάκαμψης. Η εντονότερη ζήτηση από τους νέους πελάτες στις αγορές του εξωτερικού βοήθησε ώστε να αυξηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης στον δριμύτερο που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο.
Τι λένε οι εταιρείες
Παρ’ όλα αυτά, τα επίπεδα παραγωγής αυξήθηκαν οριακά τον Νοέμβριο. Οι εταιρείες ανέφεραν ότι η παραγωγική ικανότητα και τα αποθέματα ήταν επαρκή για να στηρίξουν την νέα, αν και οριακή, άνοδο των νέων παραγγελιών. Επιπλέον, ο ρυθμός αύξησης επιβραδύνθηκε σε σύγκριση με τον αντίστοιχο που παρατηρήθηκε τον Οκτώβριο. Μετά από μία μέτρια αύξηση τον Οκτώβριο, η απασχόληση στις εταιρείες του ελληνικού τομέα μεταποίησης επέστρεψε σε περιβάλλον συρρίκνωσης τον Νοέμβριο. Σύμφωνα με τα μέλη που συμμετείχαν στην έρευνα της S&P Global, τα επίπεδα προσωπικού υποχώρησαν μετά τις ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό και τη μείωση των εργαζομένων προσωρινής απασχόλησης. Παρ’ ότι οριακός, ο ρυθμός μείωσης των θέσεων εργασίας ήταν ο δεύτερος εντονότερος που έχει καταγραφεί από τον Δεκέμβριο του 2020 (καθώς και τον Οκτώβριο του 2023).
Μικρότερος αριθμός εργατικού δυναμικού κατεγράφη λόγω της περαιτέρω μείωσης των εργασιών σε εκκρεμότητα στα μέσα του τέταρτου τριμήνου. Ο ρυθμός μείωσης ήταν αμετάβλητος σε σύγκριση με τον Οκτώβριο και ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Ιανουάριο, καθώς οι εταιρείες κατάφεραν να αντεπεξέλθουν με επιτυχία στις απαιτήσεις παραγωγής.
Εν τω μεταξύ, ο ρυθμός αύξησης των τιμών εισροών επιταχύνθηκε τον Νοέμβριο, μετά την εξασθένηση των πιέσεων επί του κόστους του τελευταίους μήνες. Οι υψηλότερες τιμές πρώτων υλών και λογαριασμών ενέργειας επισημάνθηκαν πολλές φορές από τα μέλη που συμμετείχαν στην έρευνα ως η αιτία της πρόσφατης αύξησης. Ο ρυθμός αύξησης ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών.
Αντίστοιχα, οι χρεώσεις εκροών αυξήθηκαν με ιστορικά υψηλό ρυθμό, ο οποίος ήταν ο δριμύτερος που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο. Παρά τις σχετικά υποτονικές συνθήκες ζήτησης, οι εταιρείες ήταν σε θέση να μετακυλίσουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες.
Το υψηλότερο κόστος επιβάρυνε τους παραγωγούς αγαθών, καθώς προσάρμοσαν τις αγορές εισροών προς τα πάνω λόγω των ανησυχιών για μελλοντικές αυξήσεις των τιμών υλικών και περαιτέρω καθυστερήσεις στους χρόνους παράδοσης των προμηθευτών. Παρ’ όλα αυτά, η χαμηλότερη από το αναμενόμενο εισροή νέων παραγγελιών οδήγησε στη συσσώρευση αποθεμάτων. Στην πραγματικότητα, τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων αυξήθηκαν με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Οκτώβριο του 2008.
Τέλος, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη βελτιώθηκε τον Νοέμβριο. Ο βαθμός αισιοδοξίας σχετικά με τις προοπτικές ως προς την παραγωγή κατά το επόμενο έτος αυξήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τον Μάιο και ήταν -σε γενικές γραμμές- σημαντικός.