Σύνοδος Κορυφής: Τα πέντε μεγάλα εμπόδια για το συμβιβασμό των ευρωπαίων στο σχέδιο ανάκαμψης
Οι διαπραγματεύσεις έχουν ξεκινήσει. Οι ευρωπαίοι ηγέτες είναι ήδη στα τηλέφωνα ενώ «γαζώνουν» την ήπειρο ενόψει της Συνόδου Κορυφής στις 17-18 σε μια προσπάθεια εύρεσης συναίνεσης για τον προϋπολογισμό του ευρωπαϊκού μπλοκ και ενός σχεδίου ανάκαμψης.
Οι περισσότεροι από τους ηγέτες έχουν εκφράσει τη δέσμευσή τους στην προσπάθεια του να βρεθεί μια συμφωνία εντός του καλοκαιριού.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη δημιουργία ενός επταετούς προϋπολογισμού της ΕΕ ύψους 1,1 τρισεκατομμυρίων ευρώ και τον κοινό δανεισμό από τις αγορές προκειμένου να προικίσουν το ταμείο ανάκτησης των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο με τη σειρά του θα δώσει επιχορηγήσεις και δάνεια σε χώρες, αλλά αυτές οι προτάσεις περιέχουν ένα τεράστιο αριθμό λεπτομερειών οι οποίες πρέπει πρώτα να συμφωνηθούν.
Οι δικηγόροι του Συμβουλίου περιέπλεξαν την κατάσταση, καθώς σε ειδική νομική γνωμοδότηση που παραδόθηκε στους πρεσβευτές των κρατών μελών τον Ιούνιο, εστίασαν σε κάποιες λεπτομέρειες που αφορούν το πότε και πώς μπορούν να δαπανηθούν τα χρήματα του ταμείου ανάκαμψης προκειμένου να είναι νόμιμα από άποψη ευρωπαϊκών συνθηκών. Ταυτόχρονα, οι «υπέρμαχοι της λιτότητας» έχουν αρχίσει να διαμαρτύρονται και να ζητούν να πάρουν λιγότερα χρήματα οι χώρες που απομακρύνονται από τα πρότυπα του κράτους δικαίου.
Το Politico παρουσιάζει τα πέντε μεγάλα εμπόδια στο συμβιβασμό
Πέντε χώρες – η Αυστρία, η Δανία, η Φινλανδία, η Ολλανδία και η Σουηδία – πιέζουν για χαμηλότερο επίπεδο δαπανών γενικότερα – και ειδικότερα επιθυμούν όπως η συμμετοχή των επιχορηγήσεων στο ταμείο ανάκαμψης να είναι μικρότερη:
«Χρειαζόμαστε έναν συνδυασμό μικρότερου μεγέθους, περισσότερων δανείων και ορισμένων επιστροφών (rebates) για γίνει η η συνολική συμφωνία αποδεκτή», είπε ένας αξιωματούχος από βόρεια χώρα.
Αλλά με το Βερολίνο και το Παρίσι να δεσμεύονται επίσημα για ένα ταμείο ανάκαμψης που περιλαμβάνει επιχορηγήσεις 500 δισεκατομμυρίων ευρώ, ορισμένοι αξιωματούχοι λένε ότι η συμφωνία θα πρέπει να αναζητήσει πόρους από αλλού.
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ έριξε την ιδέα, σε συνάντηση με πρεσβευτές της ΕΕ, να διατηρηθεί η πρόταση χρηματοδότησης ανάκαμψης στα 750 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά να μειωθεί ελαφρώς το ύψος του βασικού προϋπολογισμού της ΕΕ ως χειρονομία καλής θέλησης προς τους «τσιγγούνηδες».
Όμως η πρωτοβουλία για περικοπή του παραδοσιακού προϋπολογισμού της ΕΕ βρίσκει αντίθετες τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. «Αυτό μπορεί να είναι μία πιθανότητα, αλλά, όσον αφορά εμάς, δεν αποτελεί επιλογή», είπε ένας διπλωμάτης από μια ανατολική χώρα, προσθέτοντας ότι ένα μικρότερο ταμείο ανάκαμψης θα ήταν πιο εύκολα αποδεκτό – ως μέρος ενός ευρύτερου πακέτου.
Η Επιτροπή θα ήθελε να διαθέσει χρήματα από το προγραμματισμένο ταμείο 750 δισεκατομμυρίων ευρώ μεταξύ 2021 και 2024.
Ωστόσο, οι «υπέρμαχοι της λιτότητας» πιέζουν για ένα εργαλείο με διάρκεια ζωής δύο ετών– μια θέση που δείχνουν να συμμερίζονται η Γερμανία και η Γαλλία.
Αλλά μια μικρότερη διάρκεια εγείρει αμφιβολίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του πακέτου:
Οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να υποβάλουν λεπτομερή επενδυτικά σχέδια και να κερδίσουν έγκριση από το μπλοκ προτού διατεθούν χρήματα – μια δύσκολη διαδικασία για τη δημόσια διοίκηση αρκετών κρατών.
Μερικοί διπλωμάτες λένε ότι εάν η διάρκεια ζωής του ταμείου συρρικνωθεί από τα προγραμματισμένα τέσσερα χρόνια σε δύο, ορισμένες πρωτεύουσες απλώς δεν θα έχουν αρκετό χρόνο να απορροφήσουν τα κονδύλια. Λένε επίσης ότι για να εφαρμοστούν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και μακροπρόθεσμες επενδύσεις, χρειάζονται περισσότερα από δύο χρόνια.
Οι χώρες είναι επίσης διχασμένες και για την αποπληρωμή: Θα πρέπει να επιστραφούν από το 2028 – όπως προτάθηκε από την Επιτροπή – ή νωρίτερα; Ο Μισέλ εξετάζει την πιθανότητα ενός συμβιβασμού που περιγράφει μια τριετή περίοδο για τη διάθεση των κονδυλίων του ταμείου ανάκαμψης και την αποπληρωμή να ξεκινήσει πριν από το 2028.
Ορισμένες βόρειες χώρες επιμένουν ότι η πρόσβαση στη χρηματοδότηση ανάκτησης πρέπει να έχει ως προϋπόθεση την εφαρμογή συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων.
«Είμαστε πεπεισμένοι ότι οποιοδήποτε ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης μπορεί να είναι επιτυχές μόνο εάν οποιαδήποτε χώρα που λαμβάνει χρήματα, λαμβάνει ταυτόχρονα τα απαραίτητα μέτρα τόσο για να καταστήσει την οικονομία της ανταγωνιστική όσο και για να διατηρήσει τα δημόσια οικονομικά βιώσιμα», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Ολλανδίας Στέφ Μπλοκ σε δημοσιογράφους μετά από συνομιλίες με τους Ιταλούς ομολόγους του.
Η Επιτροπή πρότεινε τη σύνδεση της χρηματοδότησης με τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου μια διαδικασία η οποία συστήνει μεταρρυθμίσεις στις χώρες και αυτές με τη σειρά τους πρέπει να δείχνουν στις επενδυτικές τους προτάσεις πως σκοπεύουν να ευθυγραμιστούν με τις συμβουλές των Βρυξελλών. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες και ο βαθμός ευελιξίας κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας εποπτείας, δεν είναι πάντα ξεκάθαρος.
Η πρόταση της Επιτροπής για τη διανομή 310 δισεκατομμυρίων ευρώ του ταμείου ανάκαμψης βάσει ενός μαθηματικού τύπου που λαμβάνει υπόψη το ποσοστό ανεργίας μεταξύ του 2015 και του 2019 άναψε φωτιές, από το Δουβλίνο στη Βουδαπέστη.
Ορισμένες δυτικές κυβερνήσεις υποστηρίζουν ότι τα κριτήρια θα πρέπει να είναι πιο εστιασμένα στον αντίκτυπο της κρίσης του κοροναϊού (ένα επιχείρημα που υποστήριξαν και οι νομικοί που συμβουλεύουν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο).
Οι ηγέτες των ανατολικών χωρών ανησυχούν ότι τα πλουσιότερα κράτη της νότιας περιφέρειας όπως η Ελλάδα και η Ιταλία θα επωφεληθούν περισσότερο αν επικρατύσει ο μαθηματικός τύπος της επιτροπής.
Η προσέγγιση είναι «εντελώς λανθασμένη», είπε ένας διπλωμάτης, ο οποίος πρόσθεσε ότι με το σχέδιο της Επιτροπής ένα υπερβολικά μεγάλο ποσό θα πάει σε χώρες που έχουν πληγεί λιγότερο από την κρίση. «Για να καταλάβουμε είναι ένα ταμείο για την πανδημία ή ένα ATM;» διαμαρτηρήθηκε ο διπλωμάτης.
Ο Μισέλ πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα προτεινόμενα κριτήρια της Επιτροπής στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του σχεδίου για την ανάκαμψη και στη συνέχεια, τα υπολειπόμενα κεφάλαια να διανεμηθούν με βάση τη μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ από την αρχή της υγειονομικής κρίσης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ένας μεγάλος συνασπισμός χωρών πιέζουν για να υπάρξουν νέες πηγές εισοδήματος ώστε να μειωθεί η αύξηση στις συνεισφορές τους στον προϋπολογισμό, οι λεγόμενοι ίδιοι πόροι.
Ωστόσο, οι διπλωμάτες λένε ότι όσον αφορά τον προϋπολογισμό που ξεκινά το 2021, μόνο δύο νέες πηγές εισοδήματος έχουν ελπίδες να εγκριθούν: οι φόροι για τα μη ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών και τα έσοδα από το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών.
Αλλά ακόμα και αυτή η προσέγγιση είναι αμφιλεγόμενη: η Γερμανία, η Πολωνία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Εσθονία αντιτίθενται στη χρήση εσόδων που συνδέονται με το Σύστημα Εμπορείας Εκπομπών.
Ένας πιθανός συμβιβασμός είναι ότι να εγκριθούν μια ή δυο πηγές χρηματοδότησης για το σχέδιο ανάκαμψης και να δεσμευτούν οι ηγέτες να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις για άλλες πιθανές νέες ροές μετρητών τα επόμενα χρόνια.