Τι ψάχνει το Αμερικανικό Ναυτικό στην Ελληνική Τάφρο;
Ξένοι ερευνητές, από τα τέλη του περασμένου μήνα, «σκανάρουν» από αέρος τις ελληνικές θάλασσες και καταγράφουν κάθε κίνηση από φάλαινες, δελφίνια και άλλα κητώδη. Με αφετηρία το Ηράκλειο Κρήτης, τα Μέγαρα ή την Κέρκυρα ξεκινούν καθημερινά τις πτήσεις τους, με ειδικά διαμορφωμένο αεροσκάφος και από ύψος περίπου 200 μέτρων, επιθεωρούν τα νερά του Αιγαίου και του Ιονίου, ακολουθώντας τον… μίτο της Ελληνικής Τάφρου.
Πρόκειται για τη θαλάσσια ζώνη που ξεκινά βορείως της Κεφαλονιάς και περνώντας νοτίως της Κρήτης φτάνει έως τα Δωδεκάνησα. Μια περιοχή στην οποία συναντώνται η ευρασιατική με την αφρικανική τεκτονική πλάκα και τα βάθη της ξεπερνούν τα 1.000 μέτρα ή και περισσότερο όπως ανοιχτά της Πύλου όπου «πιάνει» τα 5.000 μέτρα. Γι΄ αυτό άλλωστε η Ελληνική Τάφρος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα καταφύγια κητωδών της Μεσογείου, όπου «συχνάζουν» σπάνια και απειλούμενα με εξαφάνιση θηλαστικά όπως διάφορα είδη φαλαινών (φυσητήρες, πτεροφάλαινες και ζιφιοί), αλλά και δελφίνια, φώκιες, θαλάσσιες χελώνες.
Οι έρευνες θα διαρκέσουν έως το τέλος του Ιουνίου και διεξάγονται, με χρηματοδότηση του Αμερικάνικου Ναυτικού, από το ιταλικό ινστιτούτο Tethys, βάσει μιας πρωτοποριακής μεθόδου εναέριας καταγραφής κητωδών.
Παρά τη δυσκολία εντοπισμού ειδών που καταδύονται σε μεγάλα βάθη και δη από ..αέρος, τις τελευταίες ημέρες έχουν ήδη καταγραφεί, μεταξύ άλλων κητωδών, δύο φάλαινες φυσητήρες, τέσσερις ζιφιοί και 17 σταχτοδέλφινα μαζί σε μία ομάδα. Ωστόσο, εντοπίστηκε πολύ περιορισμένος αριθμός δελφινιών στη Δυτική και Νότια Κρήτη, γεγονός που ανησυχεί ιδιαιτέρως τους επιστήμονες της ομάδας που διεξάγει τις έρευνες υπό τον διεθνούς φήμης επιστήμονα, ειδικό στα κητώδη, Δρ Σιμόνε Πανιγκάντα.
Η έρευνα γίνεται με την υποστήριξη του WWF Ελλάς, που κατέχει την τεχνογνωσία με βάση αντίστοιχη έρευνα του 2018. Στόχος της περιβαλλοντικής οργάνωσης είναι να διασφαλίσει την προώθηση και αξιοποίηση των αποτελεσμάτων για την προστασία των απειλούμενων ειδών στη χώρα μας, εστιάζοντας στην αντιμετώπιση των βασικών απειλών για τα θαλάσσια είδη όπως είναι οι συγκρούσεις με τα χιλιάδες μεγάλα πλοία που διασχίζουν τη Μεσόγειο, η ηχητική ρύπανση καθώς και η αλληλεπίδραση με την παράκτια αλιεία.
Δεν είναι τυχαίο ότι εκατοντάδες κητώδη που έχουν ξεβραστεί στις ακτές φέρουν σημάδια σύγκρουσης με πλοίο. Επίσης, για τους δεκάδες θανάτους ορισμένων ειδών όπως π.χ. των ζιφιών, ενοχοποιούνται οι ναυτικές ασκήσεις με χρήση σόναρ, αλλά και οι σεισμικές έρευνες που υλοποιούνται στην πρώτη φάση των ερευνών για εντοπισμό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Γι΄ αυτό το Αμερικανικό Ναυτικό, βάσει της αμερικανικής νομοθεσίας έχει την υποχρέωση να διεξάγει έρευνες σε όλες τις θαλάσσιες περιοχές όπου πραγματοποιούνται ναυτικές ασκήσεις στις οποίες συμμετέχει, ώστε να αποδεικνύει ότι δεν επιδρούν στο περιβάλλον.
Οικογένειες φαλαινών φυσητήρων στην Ελληνική Τάφρο
Το 2018 είχε πραγματοποιηθεί η μεγαλύτερη εναέρια έρευνα κητωδών στη Μεσόγειο, από τη Διεθνή Συνθήκη ACCOBAMS με την υποστήριξη διεθνών οργανισμών, μεταξύ των οποίων το WWF, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος». Μάλιστα, οι ιδιαιτέρως σημαντικές για τα θαλάσσια είδη περιοχές καλύφθηκαν ερευνητικά και με ερευνητικό ιστιοπλοϊκό σκάφος, όπως έγινε και στην Ελληνική Τάφρο.
Σύμφωνα με τα τελικά αποτελέσματα που εκδόθηκαν το 2021 καταδεικνύεται ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες περιοχές για τα θαλάσσια απειλούμενα είδη στην Ανατολική Μεσόγειο ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει σημαντικές και αυξανόμενες πιέσεις από ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων και η πλαστική ρύπανση.
Παρόλο που την θερινή περίοδο που πραγματοποιήθηκε η έρευνα παρατηρείται συνήθως χαμηλή παρουσία ειδών _ οι αυξημένες θερμοκρασίες οδηγούν τα είδη σε ψυχρότερα ύδατα _ στο Αιγαίο εντοπίστηκαν σημαντικά είδη σε όλη την επικράτεια και κυρίως φάλαινες φυσητήρες, μεγάλα δελφίνια (όπως ρινοδέλφινα), χελώνες και θαλασσοπούλια.
«Το σημαντικότερο επιστημονικό εύρημα ήταν ότι εντοπίσαμε θηλυκούς φυσητήρες με νεαρά άτομα, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι το συγκεκριμένο είδος αναπαράγεται στην Ελληνική Τάφρο, η οποία αποτελεί τον σημαντικότερο τόπο αναπαραγωγής του είδους στη Μεσόγειο», αναφέρει στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» η συνεργάτης του θαλάσσιου προγράμματος του WWF Ελλάς, Αμαλία Αλμπερίνι, που συμμετείχε στην έρευνα του 2018. Και προσθέτει: «Το να συναντάς και να ακούς τους ήχους μιας ολόκληρης οικογένειας φυσητήρων είναι μια ανεπανάληπτη και συγκλονιστική εμπειρία, ειδικά αν αναλογιστούμε τις συνεχείς πιέσεις που δέχονται από τον άνθρωπο. Λύσεις για να προφυλάξουμε το είδος υπάρχουν, αρκεί να πάρουμε στα σοβαρά ότι η προστασία τους περνάει από το δικό μας χέρι, και είναι ευθύνη όλων μας να κάνουμε αυτά που χρειάζονται για να διασφαλίσουμε την υγεία της θάλασσάς μας».
Σύμφωνα με την κυρία Αλμπερίνι, η παρακολούθηση που έγινε με ιστιοφόρο σκάφος στην Ελληνική Τάφρο, επέτρεψε τον ηχητικό εντοπισμό ειδών, όπως ολόκληρη κοινωνική ομάδα φυσητήρων, ζιφιούς, σταχτοδέλφινα, αλλά και στενόρυγχα δελφίνια, ένα είδος που είχε παρατηρηθεί στο παρελθόν μόνο μία φορά στο Ιόνιο. Επίσης, οι ερευνητές συνέλλεξαν δεδομένα και για άλλα θαλάσσια είδη, όπως θαλάσσιες χελώνες, καρχαρίες και σαλάχια, θαλασσοπούλια, μεγάλα ψάρια αλλά και ανθρώπινες δραστηριότητες όπως θαλάσσια κίνηση, αλιεία, ναυτικές ασκήσεις, ρύπανση, και έρευνες εξόρυξης υδρογονανθράκων.
Κακοί οιωνοί για τα κοινά δελφίνια
Ωστόσο, στις δύο έρευνες του 2018 (από αέρα και θάλασσα) εντοπίστηκαν μειωμένοι αριθμοί ζωνοδέλφινων και κοινών δελφινιών γεγονός που, σύμφωνα με την κυρία Αλμπερίνι, αποτελεί κακό οιωνό για την κατάσταση τους στις ελληνικές θάλασσες, όπως άλλωστε έχουν υποδείξει και πρόσφατες μελέτες που αφορούν ειδικά τα κοινά δελφίνια.
Όπως υπογραμμίζει η συνεργάτης του WWF, «οι συγκεκριμένες έρευνες επιβεβαίωσαν την ανάγκη συμπλήρωσης της περιορισμένης εικόνας που υπάρχει στη χώρα μας ως προς την παρουσία και κατανομή των θαλάσσιων ειδών μέσω της συλλογής πρωτογενών δεδομένων με εναέριες έρευνες, με ηχοεντοπισμό από πλεούμενα σκάφη και με drone, σε διαφορετικές εποχές, ώστε να καταγραφεί η εποχικότητα και η διακύμανση των ειδών μέσα στον χρόνο υπό διαφορετικές συνθήκες και να αποτυπωθούν οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα κητώδη από τον άνθρωπο».