To Χόλιγουντ ψάχνει τον νέο Σίντνεϊ Πουατιέ -Μαχερσάλα Aλι ή Τζον Ουάσινγκτον;


Είναι ο Μαχερσάλα Άλι, ο συμπρωταγωνιστής του Βίγκο Μόρτενσεν στο απολαυστικό φιλμ του Πίτερ Φαρέλι «Πράσινο Βιβλίο», ο νέος Σίντνεϊ Πουατιέ; Ή μήπως ο γιος του Ντένζελ Ουάσινγκτον, Τζον, τον οποίο είδαμε προσφάτως στην ενδιαφέρουσα αντιρατσιστική περιπέτεια «BlacKkKlansman», του Σπάικ Λι;

Οπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ οι θιασώτες, οι ινστρούχτορες του Χόλιγουντ, οι διαμορφωτές της κινηματογραφικής βιομηχανίας, αυτοί που παίζουν με το χρηματιστήριο του σινεμά, ακόμη και οι κριτικοί διερωτώνται για μία ακόμη φορά ποιος είναι ο ηθοποιός που θα γίνει ο νέος Σίντνεϊ Πουατιέ.

Οι δυο ηθοποιοί, τα νέα ανερχόμενα αστέρα της νέας γενιάς μαύρων ταλαντούχων και χαρισματικών ηθοποιών που γνωρίσαμε τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας, έχουν, όπως όλα δείχνουν, όλα τα χαρακτηριστικά για να μπουν και αυτοί στο γνωστό ερωτηματολόγιο που κρατά εδώ και τριάντα χρόνια: «Ποιος θα είναι ο νέος Σίντνεϊ Πουατιέ;»

Οι παρολίγο νέοι Πουατιέ
Κατά καιρούς έχουμε δει γνωστά ονόματα να μπαίνουν στη σύγκριση με τον πρώτο μαύρο ηθοποιό που πήρε το Όσκαρ α’ ανδρικού ρόλου, αλλά τελικώς κανένας δεν τα κατάφερε απόλυτα να ανέβει και στην ίδια κλίμακα, να κοιτάξει στα ίσα τον Πουατιέ.

Μετά από αρκετά χρόνια πολλοί άρχισαν να μιλούν για τον Ντένζελ Ουάσινγκτον. Τον 65χρονο σήμερα ηθοποιό, τον γνωρίσαμε για τα καλά, ουσιαστικά το 1989 στο ιστορικό φιλμ (με θέμα τον αμερικανικό εμφύλιο) «Glory: Ο δρόμος για τη Δόξα» του Έντουαρτ Ζούικ, όταν πραγματικά έλαμψε με την ερμηνεία του και έλαβε το Όσκαρ β’ Ανδρικού Ρόλου. Εκεί ξεκίνησε και η γνωστή συζήτηση για το αν θα είναι ο νέος Σίντνεϊ Πουατιέ. Μια συζήτηση που δεν σταμάτησε γρήγορα, καθώς ακολούθησε το βιογραφικό «Malcolm X», του Σπάικ Λι, το δραματικό «Φιλαδέλφεια», του Τζόναθαν Ντέμι, το φιλμ νουάρ «Διάβολος σε μπλε φόρεμα» του Καρλ Φράνκλιν και μια σειρά ακόμη αξιόλογων ταινιών, ανάμεσα στις οποίες και μια σειρά από δυναμικές περιπέτειες δίχως κάτι το αξιόλογο.

Τα χρόνια πέρασαν και ο Ντένζελ Ουάσινγκτον τελικά έμεινε με την «υποψηφιότητα» για νέος Πουατιέ, παρότι ήταν μάλλον ο μοναδικός μέχρι σήμερα που έφτασε τόσο πολύ κοντά. Σίγουρα ένας σημαντικός ηθοποιός, απ’ τους καλύτερους της αμερικανικής κινηματογραφίας που έμεινε όμως με το «αχ». Άλλωστε τον τίτλο «νέος Πουατιέ» ή τον παίρνεις μέχρι το πολύ τα 40 – 45 χρόνια σου ή τον αφήνεις για να τον διεκδικήσει ο επόμενος και να μπεις απλώς στην κατηγορία των εξαιρετικών ηθοποιών.

Ακολούθησε ο Γουίλ Σμιθ, ένας λαμπερός ηθοποιός που έδειξε ότι μπορεί κι αυτός να γίνει ο νέος Πουατιέ. Ο 50χρονος σήμερα ηθοποιός, πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι πίστευε το Χόλυγουντ, έμεινε εκτός της σύγκρισης, καθώς πέρα από ορισμένες καλές ταινίες, όπως την αστυνομική περιπέτεια «Δημόσιος Κίνδυνος» του Τόνι Σκοτ ή το βιογραφικό «Άλι» του Μάικλ Μαν, αναλώθηκε σε αδιάφορες ταινίες και εγκλωβίστηκε σε ρόλους τυποποιημένους ενός μαύρου που ζει το δικό του «αμερικανικό όνειρο». Τελικά, το μόνο που θα καταφέρει είναι να βρεθεί κάποια στιγμή στην κορυφή των καλύτερα αμειβομένων ηθοποιών, αλλά δεν θα φτάσει να γίνει ούτε ένας νέος.. Ντένζελ Ουάσινγκτον.

Σπουδαίοι μαύροι ηθοποιοί
Σίγουρα, όλα αυτά τα χρόνια, μετά την εκτόξευση της φήμης του Σίντνεϊ Πουατιέ, υπήρξαν αρκετοί μαύροι ηθοποιοί εξαιρετικής υποκριτικής ποιότητας, σπουδαίοι καρατερίστες, που όμως ποτέ δεν μπήκαν στη λίστα για την υποψηφιότητα «νέος Πουατιέ» καθώς ο πρωταγωνιστής του κλασικού «Ιστορία ενός Εγκλήματος» δεν ήταν μόνο ένας εξαιρετικός ηθοποιός, αλλά ξεχωριστός.

Θα ήταν αδικία να μην αναφερθούμε σε μια σειρά από μαύρους ηθοποιούς που πραγματικά έκαναν καλύτερο τον κινηματογράφο, ξεχώρισαν και ξεχωρίζουν για την υποκριτική τους δεινότητα. Τον ογκόλιθο Μόργκαν Φρίμαν, ένα καρατερίστα που θα μπορούσε να μπει και σε αυτούς των μεγάλων σχολών της Βρετανίας. Και από κοντά ο Φόρεστ Γουΐτεκερ, ο Σάμιουελ Τζάκσον, ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς κλπ. Αλλά και ηθοποιοί που έγιναν σταρ και ίσως για κάποιους απ’ αυτούς υπήρξε η σκέψη αλλά ποτέ και μάλλον σωστά δεν μπήκαν στη σύγκριση με τον Πουατιέ.

Όπως ο ιδιαίτερα δημοφιλής τις δεκαετίες του ’80 και ’90, Έντι Μέρφι, οι Ντάνι Γκλόβερ και Γουέσλεϊ Σνάιπς που σπατάλησαν το ταλέντο τους σε ταινίες δράσης, ο λίγο παλιότερος και εξαίρετος κωμικός Ρίτσαρντ Πράιορ, αλλά και οι Λόρενς Φίσμπερν και Λούις Γκόσετ τζούνιορ, που καθηλώθηκαν σε δυναμικούς ρόλους.

Το φαινόμενο Πουατιέ
Ποιος είναι όμως ο Σίντνεϊ Πουατιέ; Γιατί αυτή φήμη, τι τον ξεχώριζε από τους υπόλοιπους σπουδαίους μαύρους ηθοποιούς;

Ο Πουατιέ είχε αυτό το κάτι διαφορετικό. Έσπασε τη παντοκρατορία των λευκών ηθοποιών, γέμιζε την οθόνη με την εμφάνισή του, είχε σπάνια ομορφιά και μια λάμψη στα μάτια που δύσκολα μπορείς να βρεις. Όμως το βασικότερο είναι ότι δεν είναι ο μαύρος που βγήκε από τις στάχτες ή την «καλύβα του μπαρ-μπα Θωμά», αλλά είναι ένας που έχει νικήσει τα στερεότυπα και είναι υπερήφανος για τη φυλή του. Είναι ένας υπέροχος άνθρωπος, ένας σταρ, που είχε άμεση επαφή με τις ρίζες του και συνάμα μπορούσε να είναι ένα πρότυπο για να σπάσουν τις αλυσίδες οι καταπιεσμένοι αφροαμερικανοί. Ίσως αυτό το ξεχωριστό που τον ακολουθεί να είναι και η αρχή που έχει για τη ζωή του: «Κάθε μέρα ήθελα να είμαι καλύτερος άνθρωπος από αυτό που ήμουν την προηγούμενη…».

Επιτυχία και καταξίωση
Ο Πουατιέ, που πλησιάζει τα 92 του χρόνια, είναι ο πρώτος μαύρος ηθοποιός που βραβεύτηκε με το Όσκαρ α’ Ανδρικού Ρόλου το 1963, για την ταινία «Κάτω από το βλέμμα του Θεού», 24 χρόνια μετά τη βράβευση με το Όσκαρ β΄ Γυναικείου Ρόλου, που είχε λάβει η αφροαμερικανίδα Χάντι Μακ Ντάνιελ, για το θρυλικό «Όσα παίρνει ο άνεμος», στο ρόλο της μαύρης νταντάς της περίφημης Σκάρλετ. Επίσης, κατέχει και το ρεκόρ του νεότερου ηθοποιού που κέρδισε Όσκαρ α΄ ρόλου, καθώς ήταν 37 χρόνων. Ήταν η δεύτερη φορά που προτεινόταν για Όσκαρ, καθώς είχε προταθεί πέντε χρόνια πριν και για την ερμηνεία του στο κλασικό «Όταν σπάσαμε τις αλυσίδες».

Η τρομερή επιτυχία του, που ξεκίνησε τη δεκαετία του ’50 και συνεχίστηκε τη δεκαετία του ’60, έχοντας ταινίες που μπήκαν στο αμερικανικό Box-Office: «Ιστορία ενός εγκλήματος», «Μάντεψε ποιος θα έρθει το βράδυ» και «Στον κύριό μας με αγάπη», τρεις ταινίες που είχαν ως κύριο θέμα το ρατσισμό και τις προκαταλήψεις. Τη δεκαετία αυτή πρωταγωνίστησε και στις εξαιρετικές ταινίες «Η ζούγκλα του μαυροπίνακα», Έσπασα τα δεσμά μου», «Ένα σταφύλι στον ήλιο». Αυτό ήταν μόνο ένα μικρό κομμάτι από την πλούσια κινηματογραφική του καριέρα την οποία υπηρέτησε και ως σκηνοθέτης, ενώ δεν σταμάτησε ποτέ να έχει λόγο και μάλιστα με σαφή ιδεολογικά χαρακτηριστικά, που περικλείουν τον ανθρωπισμό και τη εναντίωση στις διακρίσεις και το ρατσισμό.

Από σύμπτωση
Ο Πουατιέ γεννήθηκε στο Μαϊάμι της Φλόριντα το 1927, όπου οι Μπαχαμέζοι γονείς του βρίσκονταν για επίσκεψη. Την αμερικανική ιθαγένεια την έλαβε από μία σύμπτωση, καθώς γεννήθηκε δυο μήνες πρόωρα και γι’ αυτό οι γονείς του έμειναν τρεις μήνες στις ΗΠΑ, προκειμένου οι γονείς του να είναι σίγουροι για την υγεία του. Έτσι, αυτομάτως ο μικρός Πουατιέ έλαβε την αμερικανική ιθαγένεια. Στα δεκαεπτά του χρόνια μετακόμισε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε σαν λαντζιέρης και έμαθε να διαβάζει εφημερίδα με τη βοήθεια ενός σερβιτόρου.

Αργότερα πήρε την απόφαση να καταταγεί στον αμερικανικό στρατό και όταν απολύθηκε κατάφερε να μπει στο Αμερικανικό Θέατρο Νέγρων. Αυτό ήταν το πρώτο του βήμα προς την υποκριτική και γρήγορα τον διάλεξε ο φημισμένος σκηνοθέτης Τζόζεφ Μανκίεβιτς για ένα σημαντικό ρόλο στην ταινία του «Το μίσος προστάζει», όπου ξεχώρισε και άνοιξε ο δρόμος για την τεράστια επιτυχία και φήμη του, το Όσκαρ α’ ανδρικού ρόλου, το τιμητικό Όσκαρ από την Αμερικανική Ακαδημία για τα επιτεύγματά του ως καλλιτέχνης αλλά και ως άνθρωπος. Επίσης, μπήκε στη λίστα με τους 25 σημαντικότερους Αμερικανούς ηθοποιούς, τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας από τον πρόεδρο Ομπάμα το 2009 και εξακολουθεί από το 1997 να είναι πρέσβης των Μπαχαμών. Παντρεύτηκε δυο φορές, την πρώτη το 1950 τη Χουανίτα Χάρντι, με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες και τη δεύτερη το 1976 με την ηθοποιό Τζοάνα Σίμκους, με την οποία απέκτησε ακόμη δυο κόρες και εξακολουθεί να είναι παντρεμένος μαζί της μέχρι και σήμερα.

Το ντέρμπι Άλι-Ουάσινγκτον

Κλείνοντας, ας ξαναγυρίσουμε στους δυο καινούργιους υποψήφιους για τον «τίτλο» νέος Πουατιέ, τον Μαρσάλα Άλι και τον Τζον Ουάσινγκτον. Ο πρώτος είναι ένας επιβλητικός ηθοποιός, αγέρωχος, ευθυτενής, με μεγάλη γκάμα στην υποκριτική, ταλέντο που ξεχειλίζει και ένα λαμπερό πρόσωπο. Για το συντηρητικό Χόλυγουντ, έχει δύο μειονεκτήματα: Το πρώτο ότι ήδη έπιασε τα 45 χρόνια και το δεύτερο ότι έχει ασπασθεί το Ισλάμ. Ο χρόνος τον πιέζει και τα επόμενα δυο τρία χρόνια θα είναι καθοριστικά για το αν θα γίνει ο νέος Πουατιέ.

Ο δεύτερος, ο γιος του Ντένζελ Ουάσινγκτον, αποτελεί το νέο αστέρι του αμερικανικού σινεμά, ένα παιδί ατίθασο, με σημαντική καριέρα στο άγριο αμερικανικό ποδόσφαιρο και με κινηματογραφικές επιλογές μακριά από τις χολιγουντιανές κοινοτοπίες και το κατεστημένο, στο οποίο έχει πλέον καθιερωθεί ο πατέρας του. Δεν έχει ίσως την παιδεία του Άλι, αλλά ο νεαρός Ουάσινγκτον έχει το χάρισμα του πρωταγωνιστή, ένα διαφορετικό αέρα και σίγουρα την ηλικία με το μέρος του, αφού ακόμη δεν έχει κλείσει τα 35 χρόνια.

Το ντέρμπι μεταξύ των δυο, ομολογουμένως καλών ηθοποιών, κρίνεται αμφίρροπο, αν και το πιθανότερο η επόμενη γενιά να αναζητεί και πάλι επιτέλους τον μαύρο ηθοποιό που θα γίνει ο «νέος Σίντνεϊ Πουατιέ».



Πηγή