Το διαστελλόμενο σύμπαν και το τέλος της Γης

Σύμφωνα με ένα σημαντικό αξίωμα της κοσμολογίας, την ονομαζόμενη κοσμολογική αρχή, δεν υπάρχει καμία προτιμητέα τοποθεσία στο Σύμπαν. Στη μέγιστη κλίμακα, δηλαδή, το Σύμπαν μοιάζει το ίδιο παντού. Όμως όλα φαίνονται να απομακρύνονται από τη Γη. Αυτό που συμβαίνει όμως δεν είναι ότι οι γαλαξίες απομακρύνονται καθώς κινούνται στο διάστημα, αλλά ότι ο μεταξύ τους χώρος τεντώνει και απλώνεται στο άπειρο.

Για την ακρίβεια, οι λύσεις των εξισώσεων της θεωρίας της σχετικότητας προβλέπουν ότι η «φυσική» κατάσταση του Σύμπαντος δεν είναι η στασιμότητα αλλά η κίνηση. Κι ότι αυτό συμφωνεί απολύτως με τις παρατηρήσεις των αστρονόμων, οι οποίοι είχαν ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα διαπιστώσει ότι όλοι οι μακρινοί γαλαξίες απομακρύνονται από τον δικό μας Γαλαξία, και μάλιστα με ταχύτητες που είναι τόσο μεγαλύτερες όσο μακρύτερα βρίσκονται από εμάς. Η επιτάχυνση είναι τέτοιας κλίμακας που κάποτε η ταχύτητες που αναπτύσσουν οι γαλαξίες καθώς απομακρύνονται ο ένας απ’ τον άλλον, θα ξεπεράσουν την ταχύτητα του φωτός.

Oι λύσεις των εξισώσεων της θεωρίας της σχετικότητας προβλέπουν ότι η «φυσική» κατάσταση του Σύμπαντος δεν είναι η στασιμότητα αλλά η κίνηση. Κι ότι αυτό συμφωνεί απολύτως με τις παρατηρήσεις των αστρονόμων, οι οποίοι είχαν ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα διαπιστώσει ότι όλοι οι μακρινοί γαλαξίες απομακρύνονται από τον δικό μας Γαλαξία, και μάλιστα με ταχύτητες που είναι τόσο μεγαλύτερες όσο μακρύτερα βρίσκονται από εμάς.

Οι αστρονόμοι διαπίστωσαν πρόσφατα ότι, τελικώς, η επέκταση του σύμπαντος επιταχύνεται αντί να επιβραδύνεται. Ο Ρώσος αστροφυσικός Ιγκόρ Νοβίκοφ έχει σημειώσει: «Το διαστελλόμενο Σύμπαν που ανακάλυψαν οι Α. Φρίντμαν και Έντουιν Χάμπλ φαίνεται πια να είναι ένας μικροσκοπικός κόκκος άμμου στη θυελλώδη ροή του χρόνου που κυλά με ορμή κατά μήκος μιας ελικοειδούς και επικίνδυνης κοίτης».

Η επιτάχυνση είναι τέτοιας κλίμακας που κάποτε η ταχύτητες που αναπτύσσουν οι γαλαξίες καθώς απομακρύνονται ο ένας απ’ τον άλλον, θα ξεπεράσουν την ταχύτητα του φωτός.

Οι αστρονόμοι αναρωτήθηκαν τι να σήμαινε αυτό στην πράξη. Θα έχει νόημα η ζωή σε έναν κόσμο στον οποίο θα έχει κυριαρχήσει η λεγόμενη Σκοτεινή Ενέργεια; Δηλαδή, ια μυστηριώδης μορφή ενέργειας που γεμίζει ολόκληρο το διαστημικό κενό, κατανικώντας ακόμα και αυτή την βαρύτητα; Η Σκοτεινή Ενέργεια καταλαμβάνει το 70% της ενέργειας του σύμπαντος σήμερα. Όταν το Σύμπαν θα έχει την διπλάσια ηλικία από τη σημερινή, η Σκοτεινή Ενέργεια θα έχει καταλάβει το 97% ολόκληρης της διαστημικής ύλης.

Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε τους εαυτούς μας με ένα τηλεσκόπιο να παρατηρούμε τον νυχτερινό ουρανό ύστερα από δέκα δισεκατομμύρια χρόνια. Θα μπορούμε να παρατηρήσουμε τα άπειρα άστρα που θα έχουν κατακλύσει τον ουρανό εξαιτίας της αναμενόμενης, έπειτα από εκατομμύρια χρόνια, ένωσης του Γαλαξία μας με τον γαλαξία της Ανδρομέδας. Από κει και πέρα όμως, ο ένας μετά τον άλλο, οι γαλαξίες θα έχουν υποχωρήσει μέσα στο σκοτάδι. Το φως τους θα γίνεται ολοένα και πιο αχνό. Μέχρι να σβήσει τελείως.

Το διάστημα θα είναι τόσο αχανές πλέον που σε 100 δισεκατομμύρια χρόνια ο δικός μας Γαλαξίας θα είναι ο μοναδικός μέσα σε ένα απέραντο, απόλυτο σκοτάδι. Κι όταν το Σύμπαν θα είναι δέκα φορές πιο μεγάλο σε ηλικία, δεν θα είμαστε σε θέση να δούμε τίποτα πέρα από τον δικό μας Γαλαξία. Το φως, που ταξιδεύει από τις στιγμές που ακολούθησαν της Μεγάλης Έκρηξης, αυτό που ονομάζουν οι επιστήμονες «κοσμική ακτινοβολία», δεν θα εξαφανιστεί τελείως. Οι αποστάσεις θα είναι τόσο τερατώδεις όμως που τα φωτόνια της ακτινοβολίας θα χάσουν την έντασή τους. Σχεδόν δεν θα ανιχνεύονται.

Ένας αργός, παγερός θάνατος. Καθώς όλο και λιγότερα άστρα θα συνεχίσουν να σχηματίζονται με ολοένα μικρότερη διάρκεια ζωής. Θα είναι όπως ένα μυρμήγκι πάνω σε ένα μπαλόνι που συνεχώς φουσκώνει. Αν το μπαλόνι συνεχίσει να φουσκώνει επ’ άπειρον και με ρυθμούς ταχύτερους απ’ ότι μπορεί να αντέξει το μυρμήγκι, τότε το έντομο θα έχει διασχίσει ένα πολύ μικρό κομμάτι της επιφάνειας του μπαλονιού. Θα είναι μια ύπαρξη που θα ισοδυναμεί με ένα κοσμικό, ισόβιο βήμα σημειωτόν.

Το πιθανότερο όμως είναι πως έως τότε είτε λόγω των κλιματικών αλλαγών είτε κάποιας πρόσκρουσης με μετεωρίτη ή αστεροειδή, η ζωή πάνω στη Γη να έχει εκλείψει έτσι κι αλλιώς. Το βέβαιο επίσης είναι ότι σε περίπου 5 δισεκατομμύρια χρόνια, ο Ήλιος μας θα έχει εξαντλήσει τα καύσιμά του και θα αρχίσει να πεθαίνει: προτού συρρικνωθεί θα διογκωθεί τόσο που θα «καταβροχθίσει» τους λεγόμενους εσωτερικούς πλανήτες του ηλιακού συστήματος (Ερμή, Αφροδίτη, Γη, Άρη).

Εάν η ανθρωπότητα δεν έχει εξελίξει τεχνολογία τέτοια που να της επιτρέπει διαστημικά ταξίδια, η μοίρα της είναι προδιαγεγραμμένη. Κι αν όλα αυτά σας μοιάζουν μακρινά και ανώδυνα συγκριτικά με αυτό που ζούμε σήμερα με την πανδημία και τα άλλα προβλήματα που μαστίζουν τον πλανήτη, έχετε απόλυτο δίκιο. Ωστόσο, όταν πριν χρόνια ο Διονύσης Σιμόπουλος αναφέρθηκε στον θάνατο του Ήλιου, ένας κύριος από το ακροατήριο πετάχτηκε γεμάτος αγωνία και ρώτησε: «Με συγχωρείτε, είπατε πέντε εκατομμύρια ή πέντε δισεκατομμύρια χρόνια;»

Πηγή