Το lockdown κόστισε 350 εκατ. ευρώ στα ξενοδοχεία
Στα 350 εκατ. ευρώ εκτιμάται η απώλεια εσόδων από το lockdown της πανδημίας για τα ξενοδοχεία της Αττικής και της Θεσσαλονίκης το πρώτο εξάμηνο του 2020 – περίοδος κατά την οποία έκλεισαν όλα μαζί τα ξενοδοχεία για πρώτη φορά στην ιστορία. Αλλά τον Ιούνιο, οπότε και ήρθησαν οι περιορισμοί, λειτούργησε μόνο το 21% των διαθέσιμων δωματίων στην Αττική και το 42% στη Θεσσαλονίκη. Αυτά προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από έρευνα που διενήργησε η GBR Consulting για λογαριασμό της Ενωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού και της Ενωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την οποία τον Μάρτιο σε λειτουργία ήταν το 73% των διαθέσιμων δωματίων στην Αθήνα – Αττική, ενώ τον Απρίλιο και τον Μάιο μόνο το 5% του συνόλου των δωματίων της Αττικής ήταν διαθέσιμο και τον Ιούνιο, οπότε επετράπη η επαναλειτουργία των ξενοδοχείων, διαθέσιμο ήταν το 21% των δωματίων.
Αδεια δωμάτια
Η πληρότητα του Ιουνίου στην Αττική, παρά την εντυπωσιακά μειωμένη προσφορά διαθέσιμων δωματίων (μόνο το 21% του συνόλου των δωματίων ήταν διαθέσιμο), δεν ξεπέρασε σε μέσον όρο το 26% για τα ξενοδοχεία που βρίσκονταν σε λειτουργία. Με βάση το σύνολο των ξενοδοχείων της Αττικής, η πληρότητα τον Ιούνιο ήταν μόλις 5%. Αξίζει να επισημανθεί πως τον Ιούνιο του 2019 η πληρότητα των ξενοδοχείων της Αθήνας ήταν 93% με πλήρη λειτουργία όλων των ξενοδοχείων. Η δε συνολική απώλεια εσόδων το πρώτο εξάμηνο του 2020 για τα ξενοδοχεία της Αττικής σε σύγκριση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019 εκτιμάται πως ξεπέρασε τα 300 εκατ. ευρώ.
Στη Θεσσαλονίκη, εξαιτίας του lockdown, τον Μάρτιο λειτούργησε το 71% των διαθέσιμων δωματίων, ενώ το δίμηνο Απριλίου – Μαΐου μόλις το 4%. Τον Ιούνιο επανήλθε σε λειτουργία το 42% των διαθέσιμων δωματίων. Τα ξενοδοχεία της συμπρωτεύουσας που λειτούργησαν τον Ιούνιο σημείωσαν πληρότητα της τάξης του 35%, ενώ το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, όταν όλα τα ξενοδοχεία ήταν σε λειτουργία, η πληρότητα έφτασε το 79%. Με βάση όμως το σύνολο των ξενοδοχείων της Θεσσαλονίκης, η πληρότητα τον Ιούνιο ήταν μόλις 14%.
Ειρωνεία της τύχης, ή αν θέλετε της ατυχίας, τα ξενοδοχεία της Αττικής τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο φέτος κατέγραψαν υψηλότερα έσοδα σε σύγκριση με τους αντίστοιχους μήνες πέρυσι. Ομοίως, οι ξενοδόχοι της Θεσσαλονίκης είχαν μια θετική αρχή το 2020 με υψηλότερα έσοδα τον Ιανουάριο κυρίως λόγω της βελτίωσης της πληρότητας.
Η πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού, Λαμπρινή Καρανάσιου Ζούλοβιτς, προειδοποιεί πως «τα μηνύματα για την Αθήνα, στην οποία δυστυχώς παρατηρείται παντελής, θα τολμούσα να πω, απουσία τουριστών, δεν είναι ευοίωνα. Εκτιμάμε πως όλο το 2020 θεωρείται ήδη μια χαμένη χρονιά. Αυτή είναι η εικόνα μας από τις μέχρι στιγμής κρατήσεις και αφίξεις τουριστών στην Αθήνα». Προσθέτει, δε, πως «αυτό που ζούμε φέτος, ειδικά στην Αθήνα, είναι κάτι πρωτοφανές και ξεπερνά κάθε εκτίμηση που θα μπορούσε να έχει κάνει κάποιος για τις εξελίξεις στις αρχές Μαρτίου».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης, Ανδρέας Μανδρίνος, εκτιμά πως η φετινή χρονιά λόγω της πανδημίας προβλέπεται να είναι η πιο δύσκολη των τελευταίων δεκαετιών και για τη Θεσσαλονίκη και προειδοποιεί πως παρά τις ήδη σημαντικές οικονομικές απώλειες «θα υπάρξουν ακόμη μεγαλύτερες». Μιλάει δε για πολύ δυσοίωνες προβλέψεις για το φθινόπωρο και τον χειμώνα που έρχονται και γι’ αυτό ζητάει από την πολιτεία «την πρόσθετη αρωγή της, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις εξαιρετικά αντίξοες επικρατούσες συνθήκες».
Από το κλείσιμο στο άνοιγμα μετ’ εμποδίων
Υπενθυμίζεται πως μετά το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα που επιβεβαιώθηκε στις 26 Φεβρουαρίου, η κυβέρνηση προέβη σε άμεση εφαρμογή απαραίτητων μέτρων που οδήγησαν σε lockdown στις 23 Μαρτίου. Στις 19 Μαρτίου επιβλήθηκε σε όλα τα ξενοδοχεία της χώρας η παύση λειτουργίας τους με καταληκτική ημερομηνία κλεισίματος την 22α Μαρτίου και παρέμειναν σε λειτουργία μόνο τα ξενοδοχεία που όρισε η πολιτεία να παραμείνουν ανοικτά ανά περιφερειακή ενότητα. Η επαναλειτουργία των ξενοδοχείων δωδεκάμηνης λειτουργίας επετράπη από την 1η Ιουνίου, όμως λόγω υγειονομικών πρωτοκόλλων και κλειστών συνόρων, τελικά άνοιξαν μόνο λίγες μονάδες.