Το πακέτο μέτρων θα εκτινάξει πάνω από το 5% του ΑΕΠ το πρωτογενές έλλειμμα

Ανω του 5% του ΑΕΠ θα διαμορφωθεί το πρωτογενές έλλειμμα εξαιτίας της πανδημίας, εκτιμά η Alpha Bank.

Η επιδείνωση οφείλεται κυρίως στο πακέτο μέτρων στήριξης της ελληνικής οικονομίας που έθεσε σε εφαρμογή η κυβέρνηση, με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, αλλά και στη μείωση των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Τα έσοδα από φόρους ήταν μειωμένα το πρώτο επτάμηνο, σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού, κατά 13,6% συνολικά, ενώ οι πρωτογενείς δαπάνες υπερέβησαν κατά 16,3% τις προϋπολογισθείσες.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, οι κύριες αιτίες απόκλισης του πρωτογενούς αποτελέσματος του κρατικού προϋπολογισμού από τον στόχο του 2020, στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου, ήταν:

• Οι αυξημένες δαπάνες στην κατηγορία των μεταβιβάσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν τις δαπάνες για την αποζημίωση ειδικού σκοπού που καταβλήθηκε σε μισθωτούς και επιστήμονες, και το σχήμα της επιστρεπτέας προκαταβολής.

• Οι αυξημένες εκροές του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, από τον οποίο χρηματοδοτήθηκαν η αποζημίωση ειδικού σκοπού προς αυτοαπασχολουμένους και επιχειρήσεις, η επιδότηση των τόκων ενήμερων δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η σύσταση του ταμείου εγγυοδοσίας επιχειρήσεων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.

Επιπλέον, το φθινόπωρο αναμένεται να ενεργοποιηθούν τα επιπρόσθετα μέτρα στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, τα οποία ανακοινώθηκαν στις αρχές Ιουλίου και αφορούν το δεύτερο τρίμηνο του 2020, συνολικού ύψους 3,5 δισ. Επίσης, εντός του Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση θα ανακοινώσει νέο πακέτο μέτρων στήριξης της οικονομίας, ενώ αναμένεται να ξεκινήσει η καταβολή αναδρομικών συντάξεων (1,4 δισ.).

«Ως εκ τούτου, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα επιβαρυνθεί περαιτέρω, με το πρωτογενές έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης να εκτιμάται ότι θα υπερβεί το 5% το 2020 (ως ποσοστό του ΑΕΠ της περασμένης χρονιάς). Ο στόχος του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα τεθεί σε ισχύ το 2020, ενώ οι δαπάνες για τη συγκράτηση της εξάπλωσης της πανδημίας και την υποστήριξη της οικονομικής δραστηριότητας θα εξαιρεθούν από το δημοσιονομικό αποτέλεσμα.

Ωστόσο, χώρες όπως η Ελλάδα, που έχουν υψηλούς λόγους χρέους προς ΑΕΠ ή/και αυξημένο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, αναμένεται να έχουν λιγότερο δημοσιονομικό χώρο για την άσκηση αντικυκλικών δημοσιονομικών πολιτικών. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να ανέλθει το 2020 σε 196,4% του ΑΕΠ. Εντούτοις το προφίλ του ελληνικού δημοσίου χρέους παραμένει ευνοϊκό, λαμβάνοντας υπ’ όψιν πως οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου για τα επόμενα δύο έτη παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα (χαμηλότερα του ορίου του 15% του ΑΕΠ), προσεγγίζοντας τα 18 δισ. ή 9,5% του ΑΕΠ, καθώς επίσης και τη μεγάλη περίοδο ωρίμανσης του χρέους (μέση σταθμική διάρκεια του χρέους: 20,2 έτη). Επομένως, διαφαίνεται πως ο συνδυασμός ενός ευνοϊκού προφίλ χρέους με χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους (ετήσιο μεσοσταθμικό επιτόκιο: 1,93%, Ιούνιος 2019-20) επιτρέπει την άσκηση λελογισμένης αντικυκλικής δημοσιονομικής πολιτικής, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους μεσοπρόθεσμα.  

kathimerini.gr