Το πιο δύσκολο καλοκαίρι του ελληνικού τουρισμού

Με την ελπίδα πως αργότερα το καλοκαίρι μπορεί η ζήτηση για διακοπές στο εξωτερικό να ενισχυθεί σημαντικά στις χώρες από τις οποίες προσελκύει επισκέπτες η Ελλάδα και ότι αυτή η ζήτηση θα κατευθυνθεί στη χώρα μας, και όχι σε άλλες μεσογειακές χώρες που έχουν χειρότερο επιδημιολογικό προφίλ, πορεύεται τόσο ο κόσμος του ελληνικού τουρισμού όσο και ολόκληρη η οικονομία. Και αυτό διότι η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ εκτιμάται στο 11,7% και στην απασχόληση στο 16,7%, ενώ εάν συνυπολογιστούν και οι έμμεσες επιδράσεις (για κάθε 1,0 ευρώ τουριστικού εσόδου, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 2,2 ευρώ έως 2,65 ευρώ σύμφωνα με τους οικονομολόγους) φθάνει στο 25,7% έως 30,9% του ΑΕΠ και στην αιχμή κάθε περιόδου στο 36,7% έως 44,2% της απασχόλησης (στοιχεία του INSETE, με δεδομένα της ΤτΕ, του ΙΟΒΕ, του ΚΕΠΕ και της ΕΛΣΤΑΤ). Εάν όμως η χρονιά συνεχίσει με προβλεπόμενη μείωση της ζήτησης για ταξίδια της τάξεως του 70% (υπάρχουν εκτιμήσεις για έως και 90%), τότε το άμεσο πλήγμα στο ΑΕΠ θα είναι της τάξεως των 14 δισ. και το συνολικό (μαζί με το έμμεσο) της τάξεως των 31 δισ. Δηλαδή μεταξύ 7,2 και 15,9 ποσοστιαίων μονάδων επί του ΑΕΠ.

Τα στοιχεία

Αλλά ας δούμε τα δεδομένα αναλυτικά: Οι απώλειες τουριστικών εσόδων το 2020 θα είναι εκτεταμένες δεδομένης της κατανομής τους ανά τρίμηνο (Q1: 4%, Q2: 26%, Q3: 59%, Q4: 11%) και δεδομένου ότι το 2ο τρίμηνο έχει ήδη χαθεί, ενώ η ζήτηση από τις χώρες που θα είναι ανοιχτές για ταξίδια προς την Ελλάδα αναμένεται σύμφωνα με στοιχεία της McKinsey, που επικαλείται το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), να υποχωρήσει κατά 70% περίπου. Αν από τα περυσινά έσοδα του τουρισμού, που ανήλθαν στα 18,151 δισ., αφαιρέσει κανείς το 26% που είναι το ποσοστό που αντιστοιχεί στους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο (το δεύτερο δεκαπενθήμερο Ιουνίου θα υπάρχουν κάποιες εισροές ταξιδιωτών πλην όμως εκτιμώνται αμελητέες και σίγουρα δεν θα επαρκούν για να καλύψουν καν τις ημέρες που έμεινε κλειστή η χώρα τον Μάρτιο) μένουν 14,17 δισ. Αν από αυτά αφαιρεθεί εντελώς το 74% (υπόλοιπο έτους) των περυσινών εσόδων από ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο –που εμφανίζονται επί του παρόντος να μένουν εκτός αγοράς για το μεγαλύτερο μέρος αν όχι όλο του καλοκαιριού λόγω έξαρσης της πανδημίας εκεί– τότε μένουν 11,39 δισ. Οταν όμως συνεκτιμηθούν και οι προβλέψεις της McKinsey, οι οποίες μιλούν για μείωση της ζήτησης για διεθνή ταξίδια και διανυκτερεύσεις στο εξωτερικό της τάξεως του 70%, τότε προκύπτει το λίαν ανησυχητικό ποσό των 3,47 δισ.

Σε αυτό πρέπει να προστεθούν και τα έσοδα που ήδη κατέγραψε η χώρα τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, τα οποία μαζί με τον Μάρτιο ήταν σύμφωνα με την ΤτΕ στα 619 εκατ. ευρώ. Με αυτές τις παραδοχές προκύπτει πως οι ταξιδιωτικές εισπράξεις φέτος δεν θα ξεπεράσουν τα 4,08 δισ. Βεβαίως, μπορεί η ζήτηση να ανακάμψει περισσότερο προς τα τέλη του έτους και επίσης η Ελλάδα να πάρει μεγαλύτερο μερίδιο από τη μεσογειακή αγορά, αλλά από την άλλη πλευρά θα πρέπει να θεωρείται εκτός και η ταξιδιωτική είσπραξη από την Τουρκία αλλά και από άλλες χώρες με κακό επιδημιολογικό προφίλ.

Η πρόβλεψη

Το ποσό των 4 δισ. ευρώ είναι κατά προσέγγιση αυτό που φαίνεται σήμερα πως θα εισπράξει η χώρα το 2020. Πρόκειται για 14 δισ. λιγότερα από πέρυσι. Με βάση τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων οι οποίες θέλουν για κάθε ευρώ τουριστικής δαπάνης να δημιουργείται προστιθέμενη αξία 2,2 ευρώ (πολλαπλασιαστής 2,2 αν και ορισμένοι τον ανεβάζουν έως και το 2,6) αυτό σημαίνει πως από το ελληνικό ΑΕΠ που το 2019 διαμορφώθηκε στα 194 δισ. θα λείψουν 31,02 δισ. Τούτο και μόνο υπονοεί μείωση του ΑΕΠ φέτος κατά 15,9 ποσοστιαίες μονάδες.

Οι τέσσερις καθοριστικοί παράγοντες

Το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), σε ειδική μελέτη του για την πανδημία στα τέλη Απριλίου, εντόπισε τέσσερις βασικούς παράγοντες που θα προσδιορίσουν από εδώ και στο έξης την εξέλιξη του τουρισμού:

1. Το πότε θα αντιμετωπιστεί η πανδημία από υγειονομική άποψη (θεραπεία ή και εμβόλιο ή και προληπτικά μέτρα ελέγχου-τεστ) σε επαρκή βαθμό, ώστε οι πολίτες ανά τον κόσμο να αισθανθούν ξανά ασφαλείς να ταξιδέψουν, εφόσον έχουν διαθέσιμο εισόδημα και μπορούν να πάρουν καλοκαιρινή άδεια.

2. Η άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών και η αποκατάσταση των αεροπορικών συνδέσεων.

3. Οι τυχόν χρεοκοπίες που εν τω μεταξύ θα έχουν επέλθει.

4. Η συγκριτική εικόνα που θα έχει δημιουργήσει η κάθε χώρα σχετικά με τον τρόπο που αντιμετώπισε την πανδημία.

Η Ελλάδα, σύμφωνα με τη μελέτη, είχε ήδη από τα τέλη Απριλίου βελτιώσει τη συγκριτική της θέση και έτσι ανακάμπτει ταχύτερα από άλλες αγορές λόγω των άριστων επιδόσεών της στην πανδημία. Η μεγάλη διασπορά της πελατειακής βάσης αποτελεί άλλο ένα πλεονέκτημα της χώρας. «Αν επιβεβαιωθεί η διάθεση των πολιτών να ταξιδέψουν μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, υπάρχει το ενδεχόμενο να υπάρξει συγκριτικά υψηλότερη ζήτηση για ταξιδιωτικές υπηρεσίες το τέταρτο τρίμηνο φέτος και ίσως και τον Σεπτέμβριο», αναφέρει η μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ. Σύμφωνα με τη μελέτη του ινστιτούτου της 20ής Απριλίου, που επικαλείται μεταξύ άλλων και εκτιμήσεις της McKinsey, στο Ηνωμένο Βασίλειο, αναμένεται μεγάλη πτώση ταξιδιωτικών δαπανών, με αυτήν για τις διεθνείς πτήσεις να εκτιμάται πως θα φτάσει το -70%. Η αναμενόμενη μείωση της δαπάνης των Βρετανών για διαμονή σε ξενοδοχεία ανέρχεται στο -76% ενώ για καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης προσδιορίζεται στο -59%. Στις ΗΠΑ η πτώση των δαπανών για τις διεθνείς πτήσεις αναμένεται στο -69%. Σύμφωνα πάντα με τις παραπάνω πηγές, η αναμενόμενη μείωση της δαπάνης των Αμερικανών για διαμονή σε ξενοδοχεία ανέρχεται σε -79% και για καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης σε -61%. Στη Γερμανία η εκτιμώμενη συρρίκνωση των δαπανών για διεθνείς πτήσεις προβλέπεται πως θα φτάσει το -71%. Μικρότερη μείωση -61% αναμένεται στη μεταφορά με αυτοκίνητο. Αναφορικά με τη διαμονή, η αναμενόμενη μείωση της δαπάνης των Γερμανών για ξενοδοχεία ανέρχεται σε 73% και σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης 59%. Στη Γαλλία η δαπάνη για διεθνείς πτήσεις εκτιμάται στο -57% και για ξενοδοχεία στο -63%.

kathimerini.gr