Το σουηδικό μοντέλο της ζωής των νέων και η σκοτεινή πλευρά του

Τελετουργικό ενηλικίωσης θεωρείται η στιγμή που ένας νέος άνθρωπος φεύγει από το σπίτι της οικογένειάς του και κάνει το μεγάλο βήμα να ζήσει μόνος. Σε κάποιες χώρες, όπως στη Σουηδία, αυτό είναι αυτονόητο και αναπόσπαστο κομμάτι της πορείας ενός νέου προς την ενήλικη ζωή. Σε άλλες, όπως η  Ελλάδα και όχι μόνο, τα πράγματα καθυστερούν αρκετά. Το σαρωτικό πέρασμα της οικονομικής κρίσης άλλωστε, έχει κάνει ακόμα πιο δύσκολη αυτή τη μετάβαση, καθώς τα εισοδήματα των μελών της οικογένειας, όλων των ηλικιών, τα τελευταία χρόνια αλληλοσυμπληρώνονται, προκειμένου να βγει ο μήνας.

Στις ΗΠΑ, περισσότεροι νέοι ζουν με τους γονείς τους σήμερα σε σχέση με όλα τα προηγούμενα χρόνια από το 1940 και μετά. Μελέτη του 2019 στη Βρετανία διαπίστωσε πως ο αριθμός των 23χρονων που ζούσαν με τους γονείς τους αυξήθηκε από το 37% το 1998 στο 49% μία δεκαετία μετά.

Στη Σουηδία τα πράγματα είναι ως γνωστόν διαφορετικά. Στα 18 και τα 19 τους χρόνια τα παιδιά είναι αναμενόμενο να φύγουν από το σπίτι, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στην ηλικία των 26, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Και σημαντικό μέρος αυτών των νεαρών Σουηδών δεν μετακομίζει σε κάποιο «κοινόχρηστο» σπίτι με πολλά δωμάτια ούτε σε φοιτητικούς ξενώνες. Ζουν μόνοι.

Το πλήθος των μονοπρόσωπων νοικοκυριών, ο μη συνωστισμός μελών της ίδιας οικογένειας σε ένα σπίτι και η τήρηση αποστάσεων κάπως αυτονόητα, στην «κανονική» καθημερινότητα, είναι στοιχεία που επισημάνθηκαν ευρέως στη διάρκεια της κρίσης του κορονοϊού. Η Σουηδία ακολούθησε έναν δικό της δρόμο, χωρίς τα πολύ αυστηρά μέτρα και την πλήρη απαγόρευση δραστηριοτήτων που εφάρμοσαν άλλες χώρες. Πολλοί σχολίασαν πως αυτά που προστέθηκαν, ως «νέα», στην καθημερινή ζωή εκατομμυρίων Ευρωπαίων, είναι πράγματα που οι Σουηδοί έκαναν ούτως ή άλλως.

«Πάντα ήθελα να φύγω από το σπίτι και πάντα ένιωθα έτοιμη» λέει στο BBC η Ida Staberg, που νοικιάζει το δικό της διαμέρισμα σε προάστιο της Στοκχόλμης εδώ και δύο χρόνια, από τα 19 της. Το «διαμέρισμα» είναι ένα μικρό στούντιο περίπου 30 τετραγωνικών μέτρων, για το οποίο πληρώνει περίπου 850 ευρώ τον μήνα. Το ενοίκιό της το πληρώνει από τον μισθό της. Οι γονείς της και τα δύο μικρότερα αδέλφια της ζουν σε απόσταση περίπου μιας ώρας, στην άλλη πλευρά της πόλης.

«Μπορώ να φροντίζω τον εαυτό μου, έχω τον έλεγχο της ζωής μου χωρίς να εμπλέκεται το πρόγραμμα της οικογένειάς μου ή των αδελφών μου» τονίζει.

Πάνω από τα μισά νοικοκυριά στη Σουηδία είναι του ενός ατόμου- το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ, σύμφωνα με τη Eurostat. Σε αυτά περιλαμβάνονται ένας στους πέντε νέους ηλικίας 18 έως 25, αν και οι ερευνητές εκτιμούν πως ο αριθμός είναι μεγαλύτερος, καθώς πολλοί παραμένουν εγγεγραμμένοι στη διεύθυνση του πατρικού τους σπιτιού, αν και δεν ζουν πια εκεί.

Η νόρμα του να φεύγει κανείς από το σπίτι σε μικρή ηλικία διατηρήθηκε ακόμα και στην περίοδο που η διάθεση ακινήτων ήταν πολύ περιορισμένη. Αν και η μεγάλη ζήτηση και οι ψηλές τιμές δυσκόλευαν ακόμα περισσότερο την εύρεση οικονομικού διαμερίσματος στις μεγάλες πόλεις και καθυστέρησαν κάποιους από την εγκατάλειψη της «οικογενειακής φωλιάς». Ωστόσο η αναλογία των νέων που ζουν μόνοι τους δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα από το 2011, σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της Σουηδίας.

«Στη Σουηδία αλλά γενικά τη Σκανδιναβία υπάρχει πολύ μικρή διαφοροποίηση στην ηλικία που φεύγουν τα παιδιά από το σπίτι, σε σχέση με άλλες χώρες» εξηγεί ο καθηγητής Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης Gunnar Andersson.

«Σε άλλα μέρη της Ευρώπης δεν θεωρείται προβληματικό να εξαρτάσαι από την οικογένειά σου, σε κάποιες χώρες μπορεί να θεωρείται και στόχος- αν δεν εξαρτάσαι είναι σαν να απορρίπτεις την οικογένειά σου. Στη Σουηδία ο στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο άτομο. Μοιάζει σαν κάτι να συμβαίνει εάν το παιδί μείνει σπίτι».

Ο Andersson εξηγεί πως η «κουλτούρα ατομικισμού» της Σουηδίας έχει ρίζες αιώνες πίσω, όταν οι νέοι στις αγροτικές κοινότητες εγκατέλειπαν τα σπίτια τους για να εργαστούν σε άλλο αγρόκτημα. Στη σύγχρονη εποχή, το να ζουν οι νέοι μόνοι παρέμεινε ρεαλιστικό χάρη στην ισχυρή οργάνωση του κράτους, το οποίο, θεωρητικά, τους δίνει τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε οικονομική στέγη, υγεία και εκπαίδευση χωρίς να έχουν ανάγκη τη βοήθεια συγγενών.

Ταυτόχρονα, όπως λέει, τα ακίνητα στην Σουηδία, που είναι συνήθως μικρά διαμερίσματα, συμβάλλουν στο να διατηρηθεί αυτός ο τρόπος ζωής. Αντίθετα, σε πόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι ή η Νέα Υόρκη, τα πολυάριθμα μεγάλα διαμερίσματα ή σπίτια ευνοούν τη συγκατοίκηση.

Η άλλη πλευρά

Παρότι αυτή η ζωή που απολαμβάνουν οι νεαροί Σουηδοί μοιάζει με έναν παράδεισο κοινωνικής και οικονομικής ελευθερίας που για πολλούς είναι όνειρο, υπάρχουν ανησυχίες πως μπορεί να υπάρχουν και πιο δύσκολες πτυχές.

Η Karin Schulz, γραμματέας της οργάνωσης για την ψυχική υγεία Mind, τονίζει πως παρότι είναι πολύ ωραίο για τους νέους ανθρώπους να είναι ανεξάρτητοι, η αυτονόητη αποχώρηση από το σπίτι μετά την αποφοίτηση από το σχολείο μπορεί να έχει και αρνητικές συνέπειες σε όσους δεν είναι «συναισθηματικά εξοπλισμένοι» για να ζήσουν μόνοι.

«Κάποιοι δεν είναι έτοιμοι γι’ αυτό. Έχεις πολλά να σκεφτείς, πολλές αποφάσεις να λάβεις. Για πολλούς είναι ένας αγώνας» εξηγεί.

Σύμφωνα με τη Schulz, η «συναισθηματική μοναξιά» είναι ακόμα μία δυσκολία. Παρότι οι περισσότεροι έφηβοι έχουν κοινωνική ζωή και παρουσία στα social media, κάποιοι δυσκολεύονται με τη μετακόμιση εάν δεν βρουν έναν στενό φίλο ή συγγενή «για να συζητούν για τη ζωή τους και τα συναισθήματά τους». Και πολλές φορές, οι γονείς επικεντρώνονται περισσότερο στο να προσφέρουν στα παιδιά τους «πρακτική παρά συναισθηματική» υποστήριξη.

Κατά την ίδια, δεν είναι εντελώς διακριτά τα όρια ανάμεσα στη μοναξιά και τη διάγνωση συγκεκριμένων προβλημάτων ψυχικής υγείας. Αλλά ο αριθμός των νέων ηλικίας 16-24 που χρειάστηκε αγωγή για κάποια ψυχιατρική ασθένεια αυξήθηκε κατά σχεδόν 70% την τελευταία 10ετία.

Ο 26χρονος Christoffer Sandström, που ζει μόνος από τα 21 του, μιλά ανοιχτά για τις δυσκολίες που είχε η μετακόμισή του από την πόλη Sundsvall, περίπου 400 χιλιόμετρα βόρεια, σε ένα διαμέρισμα στη Στοκχόλμη. «Η ψυχική μου υγεία δοκιμάστηκε κι ένιωθα πιο απομονωμένος από ποτέ» εξηγεί. «Δεν είχα ενέργεια, ένιωθα λίγο περισσότερο στεναχωρημένος το πρωί, όταν έβγαινε ο ήλιος. Ήθελα να κάνω τον χρόνο να περάσει πιο γρήγορα και να περάσει ημέρα. Υπάρχει μεγάλη πίεση στους νέους της Σουηδίας να ενηλικιωθούν και να συμπεριφέρονται ως ενήλικοι. Αλλά είναι πιο δύσκολο να ζεις μόνος παρά με την οικογένεια και τους φίλους σου».

Νιώθει καλύτερα, όπως λέει, από τη στιγμή που έκανε παρέες στη δουλειά και άρχισε να αθλείται. «Εξακολουθώ να νιώθω κάποιες φορές μόνος, αλλά κάπως λιγότερο».

Για την Ida Staberg, ο ενθουσιασμός της ανεξαρτησίας, όταν έφυγε από το σπίτι της, εξανεμίστηκε γρήγορα και τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ως έφηβη επανεμφανίστηκαν. «Ένιωθα μόνη, δεν είχα κανέναν κοντά. Ένιωθα κενό… Άρχισα να σκέφτομαι άσχημα πράγματα για μένα, είχα αυτοκαταστροφικές σκέψεις».

Είναι χαρακτηριστικό πως το ποσοστό των νέων που δηλώνουν πως «ένιωσαν μοναξιά τις τελευταίες δύο εβδομάδες» είναι μικρότερο μόνο από το αντίστοιχο ποσοστό των Σουηδών άνω των 75 ετών.

Σύμφωνα με τον Dr Filip Fors Connolly, κοινωνιολόγο στο Umeå University και συγγραφέα του βιβλίου «The Swedish Loneliness», το να ζει κανείς μόνος είναι σίγουρα παράγοντας που επηρεάζει στον προσδιορισμό της μοναξιάς.

Την ίδια ώρα ωστόσο, άλλες έρευνες δείχνουν πως αυτό δεν επηρεάζει την αντίληψη της μοναξιάς στη χώρα, καθώς «συχνή μοναξιά» δήλωσε πως νιώθει το 5% των Σουηδών, ποσοστό λίγο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 7%.

Η νέα τάση

Το θέμα της μοναξιάς ως πιθανού κοινωνικού προβλήματος και προβλήματος υγείας γίνεται ολοένα και περισσότερο θέμα συζήτησης για τους νεαρούς Σουηδούς. Καθώς διερευνάται το ενδεχόμενο μία αλλαγή στις συνήθειες στέγασης και κοινωνικοποίησης να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του ζητήματος, στις μεγαλύτερες πόλεις αυτό παίρνει και τη μορφή ολοένα και μεγαλύτερου κινήματος συγκατοίκησης.

Το 2011, ένα από τα μεσαιωνικά οικήματα της Στοκχόλμης, το Hus 24, έγινε το πρώτο που χαρακτηρίστηκε «χώρος συμβίωσης». Η ιδέα ανήκει στην entrepreneur Lisa Renander, η οποία ένιωθε μοναξιά όταν επέστρεψε στη Σουηδία από τη Σίλικον Βάλεϊ, και το σπίτι έχει 12 χώρους για νεαρούς επαγγελματίες που αναζητούν κοινή κατοικία. Πέντε χρόνια αργότερα άνοιξε το Κ9, ένα ξενοδοχείο που ανακαινίστηκε για να φιλοξενήσει 50 επαγγελματίες- μεταξύ άλλων δικηγόρους, συμβούλους, δασκάλους, μπάρμαν, χορευτές και εργαζόμενους σε start-up.

Η τελευταία προσθήκη είναι το Colive, που άνοιξε τον Μάιο του 2019, με χωρητικότητα 11 ατόμων, σε μία από τις πιο δημοφιλείς συνοικίες της Στοκχόλμης. Στο κτίριο αυτό, το κόστος για ένα μικρό υπνοδωμάτιο με δύο κρεβάτια είναι περίπου όσο και το ενοίκιο που δίνει η Ida Staberg για το στούντιό της: 850 ευρώ.

«Η συγκατοίκηση προσφέρει κοινωνικό χώρο για πολλούς ανθρώπους που νιώθουν μοναξιά» λέει η συνιδρύτρια Katarina Liljestam Beyer. «Στη Σουηδία είναι πολύ σκοτεινά τα απογεύματα του χειμώνα και δεν έχεις όρεξη να βγεις έξω τις καθημερινές, κάτι που ωθεί μερικούς ανθρώπους στην απομόνωση. Εάν ζεις ήδη με άλλους ανθρώπους, έχεις την τραπεζαρία στην ίδια στέγη με το δωμάτιό σου. Κι αν δεν έχεις όρεξη για κοινωνικοποίηση, απλώς κλείνεις την πόρτα σου».

«Σε ό,τι αφορά την ποιότητα ζωής προσφέρει πολύ περισσότερη χαρά το να είσαι μαζί με άλλους ανθρώπους, ειδικά όταν σκέφτεστε με τον ίδιο τρόπο» λέει η 25χρονη Katrine Bimell, αρχιτέκτονας στο επάγγελμα, που μπήκε από τους πρώτους στο σπίτι.

Όπως περιγράφει, ένιωθε ωραία όταν ζούσε μόνη της της, στα 20 της, αλλά υπήρξε μεγάλη αλλαγή στη διάθεσή της όταν άρχισε να συγκατοικεί με άλλους. «Ήταν μεγάλη η αντίθεση… επειδή η ζωή στο σπίτι πήρε πολύ χρώμα».

Το πόσο θα συνεχίσει να βρίσκει απήχηση η συγκατοίκηση στη Σουηδία παραμένει αντικείμενο συζήτησης. Ο Andersson πιστεύει πως είναι δύσκολο αυτή η τάση να γίνει κυρίαρχη σύντομα, λόγω της βαθιά ριζωμένης κουλτούρας ατομικισμού της Σουηδίας. Οι προηγούμενες γενιές είχαν επίσης δοκιμάσει τέτοιες λύσεις, ωστόσο όχι σε τόσο μεγάλη κλίμακα. «Όλοι δείχνουν να συμφωνούν πως θεωρητικά αυτό θα ήταν κάτι φοβερό. Αλλά στην πραγματική ζωή, δεν φαίνεται να αλλάζουν και πολλά, πιθανώς επειδή αυτός ο τρόπος ζωής δεν ταιριάζει τελικά με τη σουηδική λογική και τη νοοτροπία».

Την ίδια ώρα, δεν λείπουν και οι νεαροί Σουηδοί που δεν αλλάζουν για τίποτα στον κόσμο την ελεύθερη ζωή που απολαμβάνουν μόνοι.

«Στη Σουηδία μας αρέσει να νιώθουμε ξεχωριστά άτομα. Νομίζω πως είναι καλό, δεν είμαστε τόσο εξαρτημένοι όσοι άλλοι» λέει η Jonna Lundin, που μετακόμισε σε στούντιο ενός δωματίου στη Στοκχόλμη όταν ήταν 19 χρόνων για να πάει στο πανεπιστήμιο.

Ακόμα και η Ida Staberg νιώθει πως παρά τις δυσκολίες της με τη μοναξιά, δεν θα άλλαζε την πορεία της. «Ακόμα και αν είναι σκληρό, κάποιες φορές, και δύσκολο, σου μαθαίνει πολλά και σε κάνει να εξελίσσεσαι» λέει. «Οπότε είναι κάτι θετικό».

Πηγή