Τουρκία: «Θα περιμένω εδώ όλη μου τη ζωή» – Παραμένει στα ερείπια μέχρι να ξεθάψουν τους δικούς του
Πάνω από δύο εβδομάδες μετά τους σεισμούς που κατέστρεψαν την Αντιόχεια της Τουρκίας, ο Μουσταφά Καζάζ έχει κατασκηνώσει κοντά στα ερείπια του κτηρίου όπου διέμενε η οικογένειά του.
Ο Καζάζ αρνείται να φύγει από εκεί, ακόμα και μετά το τέλος των ερευνών για τον εντοπισμό των σορών του πατέρα του, του αδελφού και της αδελφής του.
«Δούλευαν και δούλευαν. Έσκαψαν όλο το κτήριο», είπε, καθισμένος μόνος στο σκοτάδι σε ένα οικόπεδο απέναντι από το κτήριο στο οποίο έμενε η οικογένειά του.
«Μου είπαν ότι η δουλειά τελείωσε. Δεν υπάρχει κανένας άλλος. Λένε “Ο αδερφός, η αδερφή, ο πατέρας σου δεν είναι εδώ”. Πως είναι δυνατόν;».
Οι επιχειρήσεις διάσωσης στις 10 επαρχίες που επλήγησαν από τον σεισμό των 7,8 Ρίχτερ στις 6 Φεβρουαρίου που σκότωσε περισσότερους από 47.000 ανθρώπους στη νότια Τουρκία και τη βόρεια Συρία, σταμάτησαν σε μεγάλο βαθμό την περασμένη Κυριακή.
Όταν μια άλλη σεισμική δόνηση έπληξε την επαρχία Χατάι τη Δευτέρα, πολλά κτήρια κατέρρευσαν, σκοτώνοντας έξι ανθρώπους και προκαλώντας νέες επιχειρήσεις διάσωσης. Αλλά μέχρι την Τρίτη, οι προσπάθειες για τη διάσωση επιζώντων είχαν σταματήσει και το κέντρο της πόλης της Αωτιόχειας ήταν έρημο.
Ακουγόταν μόνο ήχοι εκσκαφέων να απομακρύνουν συντρίμμια από τα κοντινά κτήρια που κατέρρευσαν, καθώς εργαζόμενοι έκτακτης ανάγκης προσπαθούσαν να εντοπίσουν τα πτώματα μιας μητέρας και μιας κόρης.
Ο Καζάζ, ένας 25χρονος Σύρος που έφτασε στην Τουρκία με την οικογένειά του πριν από πέντε χρόνια, καθόταν σε μια καρέκλα δίπλα σε μια σκηνή στην οποία κοιμάται τις τελευταίες 15 ημέρες.
«Θα περιμένω εδώ όλη μου τη ζωή. Δεν θα φύγω», είπε ο Καζάζ κρατώντας το κεφάλι του στα χέρια του, κλαίγοντας. «Ήξερα τουλάχιστον 250 άτομα σε αυτόν τον δρόμο. Τώρα είναι όλοι νεκροί», είπε, αναφερόμενος σε έναν κεντρικό δρόμο στην Αντάκια όπου διέμενε η οικογένειά του.
Ο Καζάζ ζούσε στη τουρκική βορειοανατολική επαρχία της Τραπεζούντας, όπου εργαζόταν ως μεταφραστής στον κλάδο του τουρισμού. Πέρασε την ημέρα πριν από τον πρώτο σεισμό στην Αντιόχεια, επισκεπτόμενος την οικογένειά του για πρώτη φορά μετά από χρόνια.
«Δούλευα τρία χρόνια στην Τραπεζούντα, μαζεύοντας χρήματα για να παντρευτώ. Η μητέρα μου τα μετέτρεψε όλα σε χρυσό και όλα έμειναν στο σπίτι. (Τώρα) ξεκινάω από το μηδέν».
Όταν έγινε γνωστός ο αρχικός σεισμός, επέστρεψε βιαστικά στην Αντιόχεια. Είπε ότι έβγαλε μόνος του την αδελφή και τη μητέρα του από τα ερείπια, χωρίς βοήθεια από τις αρχές.
Ένα βίντεο με αυτό που είπε ότι ήταν η δική του προσπάθεια διάσωσης τον έδειχνε να σκαρφαλώνει μέσα σε ένα στενό άνοιγμα ανάμεσα σε μια καταρρέουσα οροφή και το πάτωμα μέχρι που μόνο τα πόδια του φαίνονταν να προεξέχουν.
Η μητέρα του ήταν ήδη νεκρή όταν την έβγαλε έξω και η αδερφή του πέθανε λίγο μετά, τόνισε. Σε ένα άλλο βίντεο, έδειξε το πτώμα της αδερφής του, που φαίνεται καλυμμένο με μια ροζ κουβέρτα.
«Ζούσα για αυτούς. Είναι σαν να είμαι νεογέννητος. Δεν έχω κανέναν. Δεν έχω χρήματα. Δεν έχω τίποτα. Δεν έχω μέλλον. Δεν έχω σπίτι».