Τρεις μεγάλες «αρπαγές» ελληνικών αρχαιοτήτων που θυμίζουν Έλγιν

Ένα ζήτημα που απασχολεί εδώ και πολλά χρόνια την Ελλάδα και γίνεται συνεχώς θέμα συζήτησης είναι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, τα γλυπτά δηλαδή που αφαιρέθηκαν από τον Τόμας Μπρους, 7ο Κόμη του Έλγιν.

Το 1803 και το 1812 τα πολυάριθμα γλυπτά από τον Παρθενώνα μεταφέρθηκαν στη Βρετανία και από τότε βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Οι προσπάθειες της Ελλάδας για την επιστροφή τους ξεκίνησαν δυναμικά το 1983 έπειτα από πρωτοβουλία της τότε υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη.

Η ελληνική κυβέρνηση στις αρχές του Σεπτέμβρη (2019) έφερε ξανά την υπόθεση στο προσκήνιο, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε συνέντευξή του να προτείνει στους Βρετανούς την έκθεση των Γλυπτών στην Αθήνα το 2021, με αφορμή τον εορτασμό για τα 200 χρόνια της εθνικής παλιγγενεσίας.

Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα δεν είναι όμως οι μοναδικές αρχαιότητες που έχουν κλαπεί από την Ελλάδα και πλέον βρίσκονται σε μεγάλα μουσεία ευρωπαϊκών χωρών, προσελκύοντας εκατομμύρια τουρίστες για να τα θαυμάσουν.

Τρία από τα σπουδαιότερα αρχαιοελληνικά ευρήματα που έκαναν «φτερά» από την Ελλάδαείναι η Αφροδίτη της Μήλου, Η Νίκη της Σαμοθράκης, αλλά και τα Γλυπτά από τον Ναό του Επικούριου Απόλλωνα.

Η Αφροδίτη της Μήλου – Μουσείο του Λούβρου

Υπολογίζεται πως περισσότερες από 8.500 ελληνικές αρχαιότητες βρίσκονται σε πολλά μουσεία του εξωτερικού και δεν είναι μόνο οι Βρετανοί, οι οποίοι εκθέτουν «θησαυρούς» του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.

Οι Γάλλοι έχουν στην κατοχή τους και εκθέτουν στο Μουσείο του Λούβρου το περίφημο άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου.

Το μαρμάρινο άγαλμα βρέθηκε το 1820 από έναν αγρότη, όταν έσκαβε το χωράφι του στο Κλήμα της Μήλου. Λίγο πιο πέρα Γάλλοι αξιωματικοί έκαναν ανασκαφές για αρχαία και τη στιγμή που ο αγρότης βρήκε ένα μάρμαρο έτρεξαν να τον βοηθήσουν δύο Γάλλοι ναύτες που συμμετείχαν σε γειτονικές ανασκαφές.

Ο άνθρωπος που έκανε την ανακάλυψη θέλησε αρχικά να προστατεύσει το εύρημα, όμως οι Γάλλοι επέμεναν στις ανασκαφές με αποτέλεσμα να βρούν και το δεύτερο τμήμα του αγάλματος. Τότε οι Γάλλοι αξιωματούχοι ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις και κατάφεραν να πάρουν το άγαλμα στο Παρίσι, με τη σύμφωνη γνώμη των Οθωμανών.

Η Αφροδίτης της Μήλου παρουσιάστηκε στα Ηλύσια Πεδία λίγες μέρες πριν την ελληνική επανάσταση και πλέον το άγαλμα εκτίθεται στον Λούβρο, το οποίο έστειλε ως «δώρο» στη Μήλο ένα αντίγραφο για το μουσείο του νησιού.

Η Νίκη της Σαμοθράκης – Μουσείο του Λούβρου

Από τα πιο σημαντικά εκθέματα του Μουσείου του Λούβρου, εκτός από την Αφροδίτη της Μήλου, είναι ακόμη ένα σπουδαίο έργο που χρονολογείται από το 190 π.Χ., κατασκευασμένο από λευκό παριανό μάρμαρο. Ο λόγος για τη Νίκη της Σαμοθράκης.

Το γλυπτό παριστάνει τη φτερωτή θεά Νίκη και βρέθηκε στον ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη. Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε το 1863 με επικεφαλής τον Κάρολο Σαμπουαζό, ο οποίος είχε λάβει την άδεια από τους Οθωμανούς για την αρχαιολογική αποστολή.

Με συνοπτικές διαδικασίες το άγαλμα μεταφέρθηκε με τη βοήθεια του γαλλικού πολεμικού ναυτικού στο Μουσείο του Λούβρου τον Μάιο του 1864, ενώ 20 χρόνια αργότερα ολοκληρώθηκε σε μεγάλο μέρος η αποκατάστασή του με τα υπόλοιπα κομμάτια που είχαν εντοπιστεί.

Οι Γάλλοι πάντως προστάτευσαν τη Νίκη της Σαμοθράκης, όπως και την Αφροδίτη της Μήλου, κατά τη διάρκεια του πολέμου, μεταφέροντας τον Αύγουστο του 1939 τα εκθέματα σε ασφαλέστερη τοποθεσία και συγκεκριμένα στο Chateau de Valencay.

Πρέπει να σημειωθεί πως υπήρξαν κινήσεις από ελληνικής πλευράς προκειμένου το άγαλμα να επιστρέψει στην πατρίδα του, όμως αυτό δεν υλοποιήθηκε ποτέ.

Γλυπτά από τον Ναό του Επικούριου Απόλλωνα – Βρετανικό Μουσείο

Ο κλασικός ναός του Επικούριου Απόλλωνα είναι θεμελιωμένος πάνω στο φυσικό βράχο του όρους Κωτιλίου σε ειδικά διαμορφωμένο γήπεδο. Η τοποθεσία του ναού ονομαζόταν στην αρχαιότητα Βάσσαι (μικρές κοιλάδες) και φιλοξενούσε από τον 7ο αιώνα π.Χ. ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα που είχαν ιδρύσει οι γειτονικοί Φιγαλείς, οι οποίοι λάτρευαν τον θεό με την προσωνυμία Επικούριος δηλαδή βοηθός, συμπαραστάτης στον πόλεμο ή στην αρρώστια.

Χρονολογείται προς τον 5ο αιώνα π.Χ. και αποδίδεται στον Ικτίνο, τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα.

Το μνημείο λόγω του Ικτίνου αποκαλείται και ως «Δεύτερος Παρθενώνας», ανακηρύχθηκε ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO, όμως τμήμα της ζωφόρου εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.

Ο Ναός λεηλατήθηκε και 23 πλάκες που απεικονίζουν την Αμαζονομαχία και την Κενταυρομαχία μεταφέρθηκαν το 1815 στο Βρετανικό Μουσείο, έπειτα από την ανασκαφή που του 1812.

Όπως συνέβη και στις προηγούμενες περιπτώσεις, «κλειδί» στην αρπαγή ήταν οι Οθωμανοί. Ο πασάς της Πελοποννήσου εκείνη την περίοδο ήταν ο Βελή πασάς, γιος του Αλή, από τον οποίο οι Ευρωπαίοι πήραν άδεια για την ανασκαφή αρκεί να του δώσουν τη μισή λεία.

Ο Βελή πασάς περίμενε χρυσάφι και έτσι απογοητεύτηκε από τα ευρήματα, με αποτέλεσμα να αρνηθεί την παραλαβή του μεριδίου του. Ωστόσο ικανοποιήθηκε με 400 λίρες , ένα ποσό πολύ μικρότερο από την πραγματική αξία των γλυπτών.

Πηγή