Βελτιώνεται η ρύθμιση της έκπτωσης φόρου 40% για επισκευές ακινήτων


Το οικονομικό επιτελείο εξετάζει να τροποποιηθεί η επίμαχη διάταξη ώστε να μην καταργείται η μείωση κατά 5% του φορολογητέου εισοδήματος, που προβλέπει η υφιστάμενη νομοθεσία, για όσους έχουν εισόδημα από ενοίκια εάν παράλληλα οι ίδιοι ιδιοκτήτες κάνουν χρήση της σχετικής έκπτωσης του 40% για αναβάθμιση ακινήτων.

Τη βελτίωση της διάταξης με την οποία παρέχεται έκπτωση φόρου 40% για την επισκευή ακινήτων εξετάζει η κυβέρνηση, καθώς το μέτρο όχι μόνο δεν αποτελεί κίνητρο για τους ιδιοκτήτες που μισθώνουν τα ακίνητά τους, αλλά επιπλέον τους επιβαρύνει.

Το βασικό πρόβλημα της διάταξης εντοπίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 16, η οποία αναφέρει τα εξής: «Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν εφαρμόζεται η περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου 39 μέχρι και την 31.12.2026». Επί της ουσίας καταργείται για όποιον επικαλεστεί τη σχετική έκπτωση του 40% η μείωση κατά 5% του φορολογητέου εισοδήματος που προβλέπει η υφιστάμενη νομοθεσία για τους έχοντες εισόδημα από ενοίκια. Μάλιστα, η συγκεκριμένη αναστολή έκπτωσης του 5% προβλέπεται να ισχύσει μέχρι και το τέλος του 2026, δηλαδή για μια ολόκληρη επταετία.

Αυτό που προκύπτει είναι ότι οι εκμισθωτές βγαίνουν χαμένοι από τη νέα ρύθμιση. Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων σημειώνει ότι εντοπίζονται μεγάλες «παγίδες» στην τελική μορφή της σχετικής φορολογικής διάταξης.

Οι ιδιοκτήτες επισημαίνουν ότι από την έκπτωση του 40% αποκλείονται όσοι έχουν ενταχθεί ή θα ενταχθούν στο πρόγραμμα «εξοικονομώ», ενώ όσοι κάνουν χρήση της διάταξης αυτής, ακόμα και για πολύ χαμηλά ποσά, θα χάσουν τη γνωστή πάγια, αυτόματη και χωρίς δικαιολογητικά έκπτωση ποσοστού 5% από όλο το φορολογητέο εισόδημά τους από μισθώματα ακινήτων για επτά χρόνια, δηλαδή μέχρι 31.12.2026.

Για παράδειγμα: Ιδιοκτήτης με ετήσιο εισόδημα από ακίνητα 24.000 ευρώ  επικαλείται τιμολόγια τεχνικών, έτους 2020, ύψους 1.000 ευρώ, για τα οποία θα δικαιούται επιστροφή 400 ευρώ. Αυτομάτως όμως θα χάσει την έκπτωση του αφορολόγητου 5% από το φορολογητέο εισόδημά του, το οποίο σε μία επταετία μειώνει τον φόρο κατά 5.572 ευρώ.

Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται η παράγραφος 3 του σχετικού άρθρου να τροποποιηθεί προκειμένου να μη λειτουργήσει ως αντικίνητρο. Συγκεκριμένα εξετάζεται να ισχύσει παράλληλα και η μείωση κατά 5% του φορολογητέου εισοδήματος από ακίνητα λόγω αυτόματης –άνευ δικαιολογητικών– έκπτωσης δαπάνης για επισκευή και συντήρηση κτισμάτων, την οποία προβλέπει ο κώδικας φορολογίας εισοδήματος.

Αλλαγές εξετάζονται και στο άρθρο 7 του νομοσχεδίου με το οποίο καθορίζεται το ύψος των απαιτούμενων αποδείξεων που πρέπει να συλλεχθούν με ηλεκτρονικά μέσα. Σύμφωνα με πληροφορίες, απορρίφθηκε η πρόταση για μείωση του ποσοστού από το 30% σε χαμηλότερα επίπεδα (25% ή 20%). Αποφασίσθηκε ωστόσο να μη συνυπολογίζονται στο εισόδημα οι δαπάνες για την καταβολή διατροφής από διαζευγμένους φορολογούμενους ή εναλλακτικά οι δαπάνες για διατροφή να περιλαμβάνονται μαζί με τα έξοδα για δάνεια, φόρους και ενοίκια στο άθροισμα δαπανών, το οποίο, αν υπερβαίνει το 60% του εισοδήματος, περιορίζει το ποσοστό των ηλεκτρονικών πληρωμών από το 30% στο 20% του εισοδήματος.

Σημειώνεται ότι το άρθρο 7 (ηλεκτρονικές αποδείξεις) έχει προκαλέσει τις περισσότερες αντιδράσεις στη δημόσια διαβούλευση. Τα σχόλια στην ηλεκτρονική πλατφόρμα όπου έχει αναρτηθεί το νομοσχέδιο ξεπερνούν τα 262, με τους περισσότερους να κρίνουν ως ανέφικτη την συγκέντρωση αποδείξεων ίσες με το 30% του εισοδήματός τους, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που σημειώνουν ότι η διάταξη λειτουργεί ως αντικίνητρο στην αποταμίευση, καθώς υποχρεώνονται να καταναλώνουν το 30% του εισοδήματός τους.

Περιστασιακά εργαζόμενοι

Επίσης, υπό επανεξέταση βρίσκεται το άρθρο 6 του νομοσχεδίου το οποίο αφορά τους περιστασιακά εργαζόμενους. Το άρθρο τούς αντιμετωπίζει ως επιχειρηματίες και τους φορολογεί από το πρώτο ευρώ με βάση το τεκμαρτό εισόδημα. Ειδικότερα, αν διατηρηθεί η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου, οι περιστασιακά εργαζόμενοι θα χάσουν το αφορολόγητο όριο. Σήμερα με βάση την ισχύουσα διάταξη το δηλωθέν εισόδημα των φορολογουμένων, εφόσον δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα το ποσό των 9.500 ευρώ, φορολογείται με την κλίμακα των μισθωτών στην οποία ισχύει αφορολόγητο όριο. Οπως προαναφέρθηκε, με το σχέδιο νόμου η ευνοϊκή αυτή διάταξη καταργείται.

kathimerini.gr