Υιοθεσία: 1.659 ζευγάρια περιμένουν το… παιδί τους

Χιλιάδες ανδρόγυνα περιμένουν για να αποκτήσουν ένα παιδί μέσω της αναδοχής ή της υιοθεσίας, και έτσι να κάνουν το ανεκπλήρωτο όνειρό τους πραγματικότητα.

Μόνο για υιοθεσία έχουν υποβάλει σχετική αίτηση 2.604 ζευγάρια από το 2020. Και ήδη, με βάση τα τελευταία στοιχεία (3/1/24), οι 1.659 έχουν γίνει δεκτές και οι υποψήφιοι γονείς έχουν εγγραφεί στο Εθνικό Μητρώο Θετών Γονέων, ενώ για 425 τρέχει αυτή τη στιγμή η «κοινωνική έρευνα», δηλαδή ξεκινά η εξάμηνη εκπαίδευσή τους.

Όταν κριθεί πως είναι ικανοί και πληρούνται όλες οι άλλες προϋποθέσεις, τότε ξεκινά και η διαδικασία, που είναι σύνθετη αλλά και υπεύθυνη.

Στη «Βραδυνή της Κυριακής» μιλάει η γενική γραμματέας Δημογραφικής και Στεγαστικής Πολιτικής του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Μαρίνα Στέφου, εξηγώντας ότι μέχρι το τέλος του 2023 είχαν ολοκληρωθεί 789 υιοθεσίες, και μάλιστα σε σύγκριση με το 2022, το 2023 είχαμε 194 περισσότερες.

Την ίδια ώρα, 1.265 παιδιά βρίσκονται σε διάφορα ιδρύματα, δημόσια ή ιδιωτικά, και συγκεκριμένα σε 95 δομές σε όλη την Επικράτεια, ενώ την προηγούμενη χρονιά ήταν 1.351.

«Δεν είναι όλα τα παιδιά προς υιοθεσία ή αναδοχή», τονίζει, εξηγώντας ότι τα 110 είναι αυτή τη στιγμή προς υιοθεσία και άλλα τόσα σε διαδικασία σύνδεσης, δηλαδή ήδη βρίσκονται σε επαφή με υποψήφιους γονείς. Τρία είναι ηλικίας έως 6 ετών, 88 από 6 έως 15 ετών, και τα άλλα από 15 έως 18 ετών.

«Πολλά από τα υπόλοιπα θα επιστρέψουν στη βιολογική τους οικογένεια, και αυτός είναι ο στόχος μας», ξεκαθαρίζει η κ. Στέφου.

Παράλληλα, τονίζει πως «δεν θέλουμε τα παιδιά να μείνουν στα ιδρύματα σε καμία περίπτωση, και εκεί είναι κομβικός ο ρόλος των κοινωνικών λειτουργών, και εκεί έχουμε εντοπίσει την παρέμβαση που πρέπει να κάνουμε και εμείς ως υπουργείο. Θα υπάρξουν εκπαιδεύσεις των κοινωνικών λειτουργών και ενίσχυσή τους, με στόχο να μειώσουμε το χρόνο αναμονής ειδικά για την υιοθεσία, γιατί βλέπουμε αρκετά αιτήματα. Ιδανικά, στον 1- 1,5 χρόνο. Η αποϊδρυματοποίηση είναι ο στόχος μας».

Προϋποθέσεις

Θετοί γονείς μπορούν να γίνουν παντρεμένα ή μη, ζεύγη, άτεκνοι ή ήδη γονείς. Εισοδηματικές προϋποθέσεις δεν συντρέχουν στο πρόσωπο των υποψήφιων θετών γονέων, ωστόσο δεν τελείται υιοθεσία ανηλίκου από πάσχοντες από κάποιο σοβαρό νόσημα, το οποίο στρέφεται κατά της επιβίωσης και της ζωής τους.

Ο εκάστοτε υποψήφιος θετός γονέας πρέπει εκ του νόμου να είναι ικανός για δικαιοπραξία, να έχει συμπληρώσει τα τριάντα χρόνια του και να μην έχει υπερβεί τα 65 (για περιπτώσεις αναδοχής η προϋπόθεση είναι 25-75 έτη).

Περαιτέρω, πρέπει να είναι μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ, αλλά όχι και περισσότερο από πενήντα χρόνια. Σε περίπτωση υιοθεσίας και από τους δύο συζύγους, οι προϋποθέσεις αυτές, αρκεί να συντρέχουν στο πρόσωπο μόνο του ενός.

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνει διαχωρισμός μεταξύ υιοθεσίας και αναδοχής, που είναι δύο διαφορετικές περιπτώσεις.

Υιοθεσία είναι η νομική πράξη με την οποία ένα παιδί αποκτά ως προς τη θετή του οικογένεια την ίδια νομική σχέση που έχει κάθε παιδί με τη βιολογική του οικογένεια. Όταν ένα παιδί υιοθετείται, κάθε νομικός και φυσικός δεσμός με τη βιολογική του οικογένεια αποκόπτεται, το παιδί αποκτά το οικογενειακό επώνυμο της θετής οικογένειας, έχει κληρονομικά δικαιώματα, τη γονική μέριμνα ασκούν οι θετοί γονείς.

Για να υπάρξει υιοθεσία απαιτείται δικαστική απόφαση που λαμβάνεται ύστερα από αίτηση των θετών γονέων, αν το δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις.

Απαιτείται συναίνεση των φυσικών γονέων αν υπάρχουν, ή αναπλήρωση της συναίνεσης σε ορισμένες περιπτώσεις. Μετά την ενηλικίωσή του το παιδί δικαιούται, εάν το επιθυμεί, να αναζητήσει τη φυσική του οικογένεια. Οι Αρχές υποχρεούνται να το βοηθήσουν σε αυτήν του τη βούληση.

Όταν ένα παιδί δεν είναι δυνατόν να ζει στη βιολογική του οικογένεια για μικρό ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αναζητείται μία ανάδοχη οικογένεια που θα διασφαλίσει την ομαλή ψυχοκοινωνική εξέλιξη του παιδιού σε οικογενειακό περιβάλλον και την αποφυγή της ιδρυματικής φροντίδας.

Αν κατάλληλοι συγγενείς είναι διαθέσιμοι, είναι προτιμότερο να γίνουν αυτοί ανάδοχοι γονείς. Η σχέση με τη φυσική οικογένεια διατηρείται και η επιστροφή σε αυτήν είναι ο στόχος, αν αυτό είναι προς το συμφέρον του παιδιού. Το παιδί διατηρεί το αρχικό του επώνυμο, τη γονική μέριμνα μπορεί να έχουν οι φυσικοί γονείς, οι ανάδοχοι γονείς, ή φορείς παιδικής προστασίας κατά περίπτωση.

Σύμφωνα με τη γενική γραμματεία Δημογραφικής και Στεγαστικής Πολιτικής, μέχρι σήμερα οι ενδιαφερόμενοι έπρεπε να περιμένουν για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα μέχρι να βρεθεί διαθέσιμος κοινωνικός λειτουργός για να εκκινήσει η διαδικασία.

Με το νέο πλαίσιο, εκατοντάδες εκπαιδευμένοι και πιστοποιημένοι κοινωνικοί λειτουργοί μπορούν να τη διεξάγουν, μειώνοντας έτσι το χρόνο αναμονής στο ελάχιστο. Εκτιμάται ότι από την στιγμή που θα υποβληθεί μία αίτηση με πλήρη δικαιολογητικά, η κοινωνική έρευνα και η εκπαίδευση θα έχουν ολοκληρωθεί το πολύ σε 6-8 μήνες.

Τότε, ο υποψήφιος εγγράφεται αμέσως στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Αναδόχων ή Θετών Γονέων αντίστοιχα, και είναι πλέον διαθέσιμος για να υποδεχθεί παιδί.

Το πότε θα κληθεί ο υποψήφιος σε συνεργασία για συγκεκριμένο παιδί, εξαρτάται από τις συγκεκριμένες ανάγκες των προς αναδοχή ή υιοθεσία παιδιών και το κατά πόσο αυτές καλύπτονται από τις δυνατότητες και επιθυμίες κάθε υποψηφίου.

Η διερεύνηση της συμβατότητας γίνεται κατά απόλυτη προτεραιότητα εγγραφής στο Μητρώο, συνεπώς έχει σημασία και το πόσοι υποψήφιοι με παρόμοια χαρακτηριστικά προηγούνται. Κατά τη συνεργασία υποψήφιου αναδόχου ή θετού γονέα με παιδί, πάντα υπό την εποπτεία των αρμοδίων επιστημόνων, θα κριθεί το αν η αναδοχή ή υιοθεσία θα προχωρήσει.

Στη «ΒτΚ» μίλησε και ο διακεκριμένος δικηγόρος Γεώργιος Νικολακόπουλος διευκρινίζοντας ότι η διαδικασία της υιοθεσίας στη χώρα μας προβλέπεται και καθορίζεται στο Νόμο 4538/2018.

«Οι προϋποθέσεις της υιοθεσίας, αλλά και της αναδοχής τέκνου, είναι ιδιαίτερα αυστηρές και χρονοβόρες, διότι πρωτεύων στόχος του νομοθέτη είναι το συμφέρον του τέκνου και όχι η ικανοποίηση της δικαιολογημένης επιθυμίας – δικαιώματος των υποψηφίων γονέων», αναφέρει χαρακτηριστικά.

«Τα ίδια θα ισχύσουν και για την υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια, διότι νομικά, εφόσον θεσμοθετείται γάμος ομόφυλων, δε δύναται να διαχωριστεί η υιοθεσία.

Όμως, πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην υιοθεσία τέκνων από ομόφυλα ζευγάρια, διότι ναι μεν ο αυτοπροσδιορισμός και τα ατομικά δικαιώματα των ομοφύλων είναι απόλυτα σεβαστά, αλλά το περιβάλλον, οι παραστάσεις, η έλλειψη της μητέρας ή του πατέρα, μπορεί να δημιουργήσουν σύγχυση και δυσκολίες στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του υιοθετημένου τέκνου.

Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, στην περίπτωση των ομόφυλων, καλό θα είναι η έρευνα της κοινωνικής υπηρεσίας και τα προγράμματα επιμόρφωσης των υποψήφιων θετών γονέων να εξετάζουν ενδελεχώς και τις ψυχολογικές επιπτώσεις στα τέκνα από το νέο αυτό είδος οικογένειας, διότι το συμφέρον του τέκνου πρέπει πάντα να προηγείται».

«Ο γάμος ομοφύλων οδηγεί και στην τεκνοθεσία»

Αναφορικά με το ζήτημα της υιοθεσίας αλλά και το ζήτημα της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια μιλά στη «Βραδυνή της Κυριακής» ο γνωστός δικηγόρος Φοίβος Στρουγγάρης:

«Εάν θεωρήσουμε ότι η ύπαρξη της οικογένειας έχει ως υπόβαθρο τη δημιουργία και την εν γένει ύπαρξη παιδιών, τότε η ένωση δύο ομόφυλων δια της επισήμου συμβάσεως του γάμου, πρέπει να δίνει και τη δυνατότητα είτε της από κοινού τεκνοθεσίας είτε της υπάρξεως παιδιών δια παρενθέτου μητρός.

Το θέμα είναι αρκετά ευαίσθητο και πολλοί ανάμεσά μας δίνουν το στίγμα τους με ακραίες θέσεις. Η ουσία όμως, είναι πολύ συγκεκριμένη και τα ζητήματα του γάμου δεν είναι “μπουφές” για να επιλέξεις ό,τι τυχόν σου αρέσει και να αφήσεις πίσω σου ό,τι δεν ταιριάζει στη γευστική παλέτα σου.

Εάν ψηφιστεί, που ως φαίνεται θα ψηφιστεί, το πολυαναμενόμενο νομοσχέδιο (με το οποίο θα επιλυθούν αρκετά ηθικοπλαστικά, ουσιώδη, αλλά και νομικά ζητήματα των εν λόγω ζευγαριών), τότε θεωρώ δεδομένο ότι πολύ σύντομα θα νομιμοποιηθεί είτε η από κοινού υιοθεσία είτε η έκχυση σπέρματος των ομόφυλων ανδρών σε παρένθετη μητέρα (τα ζητήματα ομόφυλων γυναικών είναι πιο απλά). Καμία κοινωνία δεν ήταν ποτέ πλήρως έτοιμη για την όποια επερχόμενη αλλαγή. Τούτη (η αλλαγή) επήλθε είτε δια της επιβολής είτε δια της ανάγκης μέρους της (κοινωνίας).

Σταθερά βέβαια, με βρίσκει αντίθετο η όλη χρήση λέξεων όπως γονέας 1 και γονέας 2. Όχι μόνο για λόγους αισθητικής και ουσίας, αλλά κυρίως διότι πλέον γίνεται αντιληπτό ότι η ανθρώπινη ύπαρξη προβατοποιείται επισήμως».

Πηγή