Στην εποχή μας τα περισσότερα ζευγάρια έχουν αυτονομηθεί από την πατρική εστία και παρατηρούμε να επικρατεί περισσότερο το μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας.
Παράλληλα οι παιδικοί σταθμοί που προσφέρουν διάφορες υπηρεσίες φύλαξης και απασχόλησης των μικρών παιδιών έχουν πολλαπλασιαστεί. Συνεπώς αυτή η κατάσταση έχει συντελέσει σε μεγάλο βαθμό στην υποτίμηση του ρόλου της τρίτης ηλικίας, του παππού και της γιαγιάς, στο έργο της χριστιανικής αγωγής. Αυτού του είδους η αγωγή είναι πολύ σημαντική, ιδίως για την ελληνική οικογένεια, με οποιοδήποτε τρόπο και αν προσφέρεται, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, είτε συμβολικά.
Μεταξύ των χαρακτηριστικών παραδειγμάτων που δίνονται μέσα από την ζωή των Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι αυτό που προέρχεται από την ζωή του Μεγάλου Βασιλείου και συγκεκριμένα από την γιαγιά του Μακρίνα. Η γιαγιά του η Μακρίνα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του και της προσωπικότητάς του.
Η συγκεκριμένη γυναίκα υπήρξε τόσο μεγάλη μορφή που η επίδρασή της διαμόρφωσε τρεις ολόκληρες γενεές στην οικογένεια του Μεγάλου Βασιλείου. Αρχικά βαστάζοντας τον Σταυρό του διωγμού και των πόνων της οικογένειας επηρέασε τον άνδρα της (παππού του Μ. Βασιλείου). Στην συνέχεια άσκησε καθοριστική επίδραση στον γιο της Βασίλειο (πατέρα του Μ. Βασιλείου), ο οποίος παρόλο που διακρίθηκε ως ρητοροδιδάσκαλος, ακολουθούσε πιστά τα πνευματικά βήματα της μητέρας του Μακρίνας.
Τέλος, στη τρίτη γενεά της οικογένειας στα εγγόνια της Μακρίνα και Βασίλειο, έπαιξε τον σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση των προσωπικοτήτων τους. Ήταν τα πρώτα παιδιά που ήρθαν στον κόσμο από το ευλογημένο ζευγάρι του Βασίλειου και της Εμμέλειας.
Η γιαγιά των Μ. Βασιλείου και της αδερφής του Μακρίνας μετέδωσε στα εγγόνια της την θαυμαστή πνευματική της εμπειρία, με σύνεση και απόλυτη προσοχή. Διότι αυτή η πνευματική εμπειρία αποτελεί σημείο αντιλεγόμενο, καθώς χαρακτηρίζεται ως κάτι που καίει. Κάτι που καίει δημιουργώντας φως, αλλά παράλληλα καταστρέφει καίγοντας. Η σοφή γερόντισσα Μακρίνα με τις θείες εμπειρίες και την αλήθεια που δίδαξε στην οικογένειας της, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως θεολόγος. Παρά ταύτα παρέμεινε στον ρόλο του “αββά”, του “γέροντα”, ακολουθώντας τον ρόλο του καθοδηγητή της ζωής της οικογένειας της, των παιδιών και των εγγονών της, για ένα μόνο στάδιο της ζωής τους.
Ο ρόλος της γιαγιάς και του παππού στη σύγχρονη οικογένεια δεν συμβαδίζει πάντα αρμονικά με τους γονείς, καθώς συναγωνίζεται αυτό τον αντίστοιχο του πατέρα και της μητέρας, στη προσπάθεια τους να αποδείξουν την αγάπη τους στα νεότερη μέλη. Συνήθως οι παππούδες και οι γιαγιάδες καταλήγουν να είναι πιο ελαστικοί στα εγγόνια τους, ενώ διαρκώς τα υπερασπίζονται σε κάθε τι που προκύπτει με αποτέλεσμα έτσι να επέρχεται το αίσθημα της μείωσης της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης απέναντι στους γονείς.
Σε γενικές γραμμές και τα λοιπά συγγενικά πρόσωπα (θείες και θείοι) συχνά προσφέρουν βοήθεια στα παιδιά της οικογένειας με αποτέλεσμα να μην είναι λίγες οι φορές που καταλήγουν ως η αιτία δυσκολιών στο έργο της αγωγής. Ωστόσο κατανοούμε ότι αυτού του είδος η προσφορά θα πρέπει να γίνεται με διάκριση και κινούμενη ανάμεσα σε κάποια πλαίσια που έχουν επιβάλει οι γονείς. Πρέπει να επικρατεί οξυδέρκεια και πνευματική εγρήγορση ώστε να φωτίζεται από την μία η συμβολή των παππούδων και των γιαγιάδων και από την άλλη να επέρχεται η φώτιση στα παιδιά της οικογένειας, τα εγγόνια. Διαφορετικά διαφεντεύουν συναισθήματα εγωισμού, αυταρχικότητας, καχυποψίας και εμμονές, όπου σε συνδυασμό με τις υπερβολές που μπορεί να πράξουν οι ηλικιωμένοι, οδηγούν στη διαμόρφωση ενός άκρως αρνητικού περιβάλλοντος για τη χριστιανική ανατροφή των παιδιών.
Σίγουρα όμως από την άλλη πλευρά πρέπει να ξεπεραστούν τα διάφορα στερεότυπα που έχει διαμορφώσει η σύγχρονη κοινωνία, η οποία θέλει τους ηλικιωμένους μακριά από την διαδικασία της χριστιανικής αγωγής των τέκνων. Από την θέση των γονέων πρέπει να επιδειχθεί περισσότερο κατανόηση ως προς το ζήτημα ότι είναι λογικό να ταυτίζονται με τα παιδιά, ως πιο αδύναμα μέλη της οικογένειας, καθώς και οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ότι βρίσκονται πλέον σε αδύναμη θέση.
Αν δοθεί η ευκαιρία ή η ανάλογη ανοχή στους παππούδες και τις γιαγιάδες υπάρχει η πιθανότητα να προσφέρουν στα εγγόνια τους υπηρεσίες ανεκτίμητες, αφού το ελάχιστο συναίσθημα που εκδηλώνουν για αυτά τις περισσότερες φορές είναι η χαρά και η περηφάνια.