‘Ήταν Οκτώβριος του 1910 όταν πραγματοποιήθηκε η έναρξη λειτουργίας του εργοστασίου λιπασμάτων στην Δραπετσώνα…
Αν όμως θέλει κανείς να πάρει τα πράγματα από την αρχή, τότε θα πρέπει να γυρίσει ακόμα πιο πίσω, στον προηγούμενο αιώνα, περίπου στο 1885 κάπου στην Ζυρίχη. Τότε ήταν που ο φοιτητής της Χημείας, Νικόλαος Κανελλόπουλος, συνέλαβε την ιδέα της ίδρυσης ενός εργοστασίου, εμπειρία όμως που αποκόμισε λίγα χρόνια αργότερα σε εργοστάσιο χημικών της Μασσαλίας.
Ερχόμενος στην Ελλάδα, έπειτα από δύο επιτυχημένες κινήσεις αγοράς και ίδρυσης εταιρειών (ανάμεσά τους και η γνωστή εταιρεία τσιμέντων «ΤΙΤΑΝ»), έρχεται η στιγμή της πραγματοποίησης των ονείρων του. Έτσι, στις 25 Απριλίου του 1909, υπογράφει στα γραφεία της Τράπεζας Αθηνών στην Σταδίου το καταστατικό ίδρυσης της μεγαλύτερης βιομηχανίας στα Βαλκάνια.
Το σχέδιο σαφώς και είναι καλά προμελετημένο. Το μέρος που επιλέχθηκε δεν ήταν τυχαίο. Ακριβώς δίπλα στη θάλασσα, στον Προλιμένα του Πειραιά, με άμεση πρόσβαση στη θάλασσα ώστε να διευκολύνονται οι διακινήσεις των προϊόντων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Το εργοστάσιο «Λιπασμάτων», με τη σειρά του γεννά την ίδρυση ενός νέου εργοστασίου Υαλουργίας, του γνωστού «Γυαλάδικου», μιας και η εισαγωγή φιαλών για τη μεταφορά θειικού οξέως ήταν πολυδάπανη και ασύμφορη, ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1917 θα προστεθεί μια ακόμα μονάδα για την παρασκευή γεωργικών φαρμάκων.
Αν και προπολεμικά, «η πολιτεία» που στήθηκε εκ του μηδενός στην ακτή της Δραπετσώνας, φτάνει να διαθέτει «οικήματα», δρόμους με ονομασίες ανάμεσα στις εγκαταστάσεις, ιατρείο, σταθμούς πυρόσβεσης, συνεργεία επισκευών, λέμβους θαλάσσης που απασχολούσαν καπετάνιους και μηχανικούς, αλλά και τυπογραφείο στο οποίο εκδιδόταν εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας με τον τίτλο «Αγροτικός Ταχυδρόμος», ενώ το 1936 απαριθμεί περί τους 4.000 εργαζομένους, χωρίς να υπολογισθούν σε αυτό το νούμερο οι οικογένειες των διαμενόντων στον οικισμό.
Με τον καιρό, τα Λιπάσματα γίνονται συνώνυμα της Δραπετσώνας και καθημερινά, εργάτες από όλες τις συνοικίες του Πειραιά καταφθάνουν με σκοπό να χτυπήσουν έγκαιρα την κάρτα εργασίας τους, με τις σειρήνες των εργοστασίων να χτυπούν χαρακτηριστικά για την αλλαγή βάρδιας. Το πανύψηλο φουγάρο των Λιπασμάτων δεν σταματά ούτε στιγμή να βγάζει καπνό, μαρτυρώντας την ασταμάτητη λειτουργία του εργοστασίου.
Όμως οι συνθήκες εργασίας ήταν πολύ δύσκολες… Σε καθημερινή βάση, οι τραυματισμοί και τα δυστυχήματα με απώλειες ζωών είναι γεγονός, ενώ οι περισσότεροι εργάτες, κυρίως του Υαλουργείου, πεθαίνουν νέοι, χτυπημένοι από φυματίωση λόγω των αντίξοων συνθηκών εργασίας, εργαζόμενοι για ώρες με τον ιδρώτα να τους λούζει από την κορυφή έως τα νύχια. Από τη μία, οι υψηλές θερμοκρασίες του κλιβάνου και από την άλλη τα δυνατά κύματα αέρα από τις τεράστιες φυσούνες ανανέωσης αέρα…
Το 1936 ο Κανελλόπουλος αφήνει την τελευταία του πνοή, ενώ δέκα χρόνια αργότερα, με τη λήξη του πολέμου, τα Λιπάσματα περνούν στην ιδιοκτησία του Μποδοσάκη – Αθανασιάδη, γράφοντας νέα ιστορία. Με τη βοήθεια της οικονομικής στήριξης του σχεδίου Μάρσαλ ανακάμπτουν, σε μια κοινωνία που προσπαθεί να συνέλθει από τις πληγές της.
Για πολλά ακόμα χρόνια λειτουργούν ασταμάτητα, όμως από τη δεκαετία του 80, ό,τι χαλάει μένει έτσι. Το τελειωτικό χτύπημα έρχεται το 1988 με τη δολοφονία του Μποδοσάκη – Αθανασιάδη. Το 1992 το «Γυαλάδικο» κλείνει οριστικά, ενώ το 1999 η πόρτα του εργοστασίου κλείνει για πάντα, γράφοντας έναν δύσκολο επίλογο. Τα κτήρια κατεδαφίζονται το ένα μετά το άλλο, όμως από το 2003 και μετά, ότι μένει κρίνεται διατηρητέο.
Μια ολόκληρη ιστορία χάθηκε για πάντα κάτω από κατεδαφισμένα κτίσματα, αφήνοντας μονάχα δύο – τρία μισοφαγωμένα κτήρια αλλά και την ψυχή των Λιπασμάτων… το πανύψηλο δίχρωμο φουγάρο, να μαρτυρούν την ύπαρξή τους στους νέους και να θυμίζουν στους παλιούς τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής… που μπορεί να ήταν δύσκολη, όμως δεν παύει να ήταν αυθεντική.
Δείτε το βίντεο του Travel Inspiration