Ο Αλέξανδρος Λοθάνο γελάει με πικρία με αυτούς τους (λίγους ευτυχώς) ανόητους που διάβασαν… πονηρά την ανατροπή της Λίβερπουλ κόντρα στην Βιγιαρεάλ, στην πανάξια πρόκριση των Κόκκινων στον τελικό του Champions League.

Για όσους τυχόν δεν το ήξεραν, ο τζόγος κυκλοφορεί στο αίμα του ανθρώπου από την προϊστορία. Από τότε που οι άνδρες… κοπανούσαν με τα ρόπαλα τις γυναίκες για να τις πάρουν στην σπηλιά τους και από τότε που ανεβαίναμε ακόμα στα δέντρα και κυνηγούσαμε με τα κοντάρια για να επιβιώσουμε ως είδος.

Ο άνθρωπος, από τότε που υπάρχει, ζει και αναπνέει για να τζογάρει. Όχι απαραιτήτως για το χρήμα, το οποίο άλλωστε άργησε μερικές χιλιάδες χρόνια να εμφανιστεί. Γι’ αυτό, η επωδός μερικών ότι «από τότε που εμφανίστηκε το στοίχημα, καταστράφηκε το ποδόσφαιρο» είναι εντελώς ανόητη γιατί, απλώς, δεν ισχύει.

Ως προς τι αυτός ο (άσχετος;) πρόλογος σε ένα μπλογκ για την ρεβάνς – ματσάρα της Βιγιαρεάλ με την Λίβερπουλ, η οποία εξελίχθηκε στο πρώτο ημίχρονο εντελώς διαφορετικά απ’ ότι τυχόν τον περίμενε η πλειοψηφία, «ειδικών» και μη;

Γιατί, αμέσως μετά το συναρπαστικό 3-2 των Κόκκινων (από 2-0 υπέρ της Βιγιαρεάλ στην ανάπαυλα), διάβασα με θλίψη (ναι, και σε σχόλια χρηστών του Gazzetta, δεν το κρύβω) ότι το άσος ημίχρονο – «διπλό» τελικό ήταν επί της ουσίας… κανονισμένο από την Λίβερπουλ, για χάρη του στοιχήματος.

Γελούσα, αλλά στην πραγματικότητα ήταν κλαυσίγελος. Γιατί όσοι σκέφτονται έτσι δεν μπορούν να χαρούν τίποτα, να απολαύσουν την μπάλα όπως της αξίζει. Χωρίς, βεβαίως, να υποστηρίζω σε καμία περίπτωση ότι ο επαγγελματικός αθλητισμός είναι γεμάτος αγγελούδια σε ροζ συννεφάκια. Βρομιές γίνονται και πολλές. Ήμαρτον όμως, υπάρχουν και όρια στην ανοησία…

Μια «τέλεια» Βιγιαρεάλ

Αρκετά, όμως, ασχολήθηκα με την (θέλω να πιστεύω) άρρωστη, συντριπτική μειοψηφία. Η πλειοψηφία, αυτή που απόλαυσε το 90λεπτο στο «Εστάδιο ντε λα Θεράμικα», όπως έκανε με την προ εβδομάδας εποποιία του «Etihad» μεταξύ Μάντσεστερ Σίτι και Ρεάλ Μαδρίτης, είδε μια Βιγιαρεάλ που διάβασε άψογα το παιχνίδι αλλά, απλά, δεν άντεξε.

Στο πρώτο μέρος ο Ουνάι Έμερι, ο οποίος παραμονές του αγώνα έλεγε ότι η ομάδα του μπορεί να διεκδικήσει την προκριση μόνο αν κάνει το «τέλειο» ματς, «κλείδωσε» την παθητική, νωθρή Λίβερπουλ, η οποία δεν υποτίμησε την Βιγιαρεάλ όπως έκαναν Γιουβέντους και Μπάγερν Μονάχου σε τέσσερα παιχνίδια, αλλά το έκανε για ένα ημίχρονο. Και παραλίγο να το πληρώσει ακριβά.

Η φουλ αμυντική Βιγιαρεάλ του αγώνα στο «Άνφιλντ», η οποία έδωσε το δικαίωμα σε αγγλικά ΜΜΕ να την αποκαλέσουν ακόμα και «ντροπή για το Champions League», βγήκε αποφασισμένη να… δαγκώσει την κόκκινη καρωτίδα.

Και το έκανε για περίπου 45 λεπτά. Πως; Με ουσιαστικό τρέξιμο, πίεση όποτε έπρεπε, κερδισμένες σχεδόν όλες τις προσωπικές μονομαχίες και ζηλευτή αποτελεσματικότητα στην τελική προσπάθεια, μετατρέποντας σε γκολ τις δύο από τις τρεις προσπάθειες εντός εστίας του Άλισον.

Απέναντί του, το Κίτρινο Υποβρύχιο είχε μια Λίβερπουλ που έστω και ανεπαίσθητα, πατώντας και στο 2-0 του πρώτου αγώνα (όπου άξιζε ενός μεγαλύτερου σκορ), επέλεξε να το πάει στο ρελαντί, αφού τα απαιτητικά και «must to win» παιχνίδια διαδέχονται το ένα το άλλο και η κούραση, σωματική και νοητική, είναι μεγάλη, σε αναζήτηση του ιστορικού καρέ (Πρωτάθλημα, Κύπελλο, Champions League και Λιγκ Καπ).

Το μόλις 66% ποσοστό επιτυχημένων μεταβιβάσεων στο πρώτο 45λεπτο συνιστά μια από τις χειρότερες επιδόσεις της Λίβερπουλ επί εποχής Γιούργκεν Κλοπ, το… σπριντ του οποίου προς τα αποδυτήρια, μετά το σφύριγμα του Ντάνι Μάκελι για ανάπαυλα, προοιώνιζε ότι θα βλέπαμε κάτι εντελώς διαφορετικό στο δεύτερο μέρος. Όπως και έγινε δηλαδή.

Παράγοντας Λουίς Ντίας

Στην επανάληψη, η Λίβερπουλ άφησε τον κακό της εαυτό στα αποδυτήρια και έπαιξε ως Λίβερπουλ. Πήρε την κατοχή της μπάλας, ελαχιστοποίησε τις λανθασμένες μεταβιβάσεις, κέρδισε πολύ περισσότερες μονομαχίες και εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την αναμενόμενη οπισθοχώρηση της Βιγιαρεάλ.

Το Κίτρινο Υποβρύχιο ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να παίξει στην ίδια ένταση και ρυθμό και στα 90 λεπτά, κλείστηκε στα καρέ του για να περιμένει την αντίπαλό του, αλλά προδόθηκε από την αστάθεια του Χερόνιμο Ρούγι και, βεβαίως, την ποιότητα της παρέας του Λουίς Ντίας.

Ο Κολομβιανός εξτρέμ ήρθε και κούμπωσε ιδανικά με το «καλημέρα» ως πρώτο βιολί στην ποδοσφαιρική ορχήστρα του Κλοπ, το επιτελείου του οποίου βεβαίως τον παρακολουθούσε στενά πολύ πριν κινηθεί ο αγγλικός σύλλογος για την απόκτησή του από την Πόρτο.

Ο Ντίας είναι… μαμούνι με την μπάλα στα πόδια, ικανός στο συνδυαστικό παιχνίδι και στο ένας εναντίον ενός, πατάει περιοχή, πιέζει ψηλά και γενικά κάνει πολύ καλά όσα ζητάει ένας σύγχρονος προπονητής όπως είναι ο Γερμανός Μεσσίας που προσγειώθηκε στο «Άνφιλντ» τον Οκτώβριο του 2015.

Επτά χρόνια αργότερα, η Λίβερπουλ ετοιμάζεται για τον τρίτο τελικό Champions League την τελευταία πενταετία, φιλοδοξώντας να διεκδικήσει μέχρι τέλους το πρωτοφανές καρέ, χωρίς αυτό να σημαίνει πως, αν δεν τα καταφέρει, η χρονιά δεν θα πρέπει να χαρακτηριστεί ιστορική για τους απολαυστικούς Reds.

Το πρώτο, εφιαλτικό 45λεπτο στο ΒίλαΡεάλ, έδωσε την θέση του σε ένα κυριαρχικό δεύτερο μέρος, όπου η γηπεδούχος ομάδα δεν έκανε ούτε σουτ προς την εστία του Άλισον (για την ακρίβεια ένα, όταν όλα είχαν κριθεί), οι φιλοξενούμενοι με υπομονή στην κυκλοφορία ή αντεπιθέσεις έχασαν ευκαιρίες για διπλάσια γκολ και πήραν πανάξια το εισιτήριο για το μεγάλο ραντεβού της 28ης Μαΐου.

Η Βιγιαρεάλ τα έδωσε όλα αλλά κλάταρε (ακόμα και έτσι, της αξίζουν χίλια μπράβο) και η Λίβερπουλ πήρε ένα πολύ σημαντικό μάθημα (όχι πάθημα) ότι, σε αυτό το επίπεδο, ακόμα και 45 λεπτά λάθος αντιμετώπισης, στοιχίζουν ακριβά.

Όχι, ο Κλοπ δεν είχε παίξει «Άσο ημίχρονο – «Διπλό» τελικό» σε ένα πρακτορείο έξω από το σπίτι του. Ούτε βεβαίως το έκαναν ο Φαμπίνιο, ο Λουίς Ντίας ή ο Σαντιό Μανέ. Προσέγγισαν λανθασμένα το παιχνίδι, το διόρθωσαν εγκαίρως και προχωρούν. Όσοι πιστεύουν ότι «τι λες ρε, στημένο ήταν», θα μείνουν για πάντα στάσιμοι. Στην μιζέρια, στην κουτοπονηριά και την ξερολίασή τους…


Πηγή