Ενα βήμα πριν από την έξοδο από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας βρίσκεται η Ελλάδα, στο οποίο είχε εισέλθει το 2018.

Την ίδια στιγμή, από την 1η Ιουλίου και μετά το υπουργείο Οικονομικών έχει δικαίωμα να καταθέσει στην Κομισιόν πρόταση αναθεώρησης του Σχεδίου Ανάκαμψης και να διεκδικήσει πρόσθετους πόρους από το νέο πρόγραμμα REPoweur EU της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πράσινη μετάβαση και την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα της Ρωσίας, ενώ η ΕΕ ανάβει οριστικά πράσινο φως για κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης αλλά και μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.

Οπως περιγράφεται με σαφήνεια στην έκθεση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δέχεται τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης τόσο στον ιδιωτικό τομέα όσο και στον δημόσιο, αλλά και τους συνταξιούχους όλων των Ταμείων, καθώς και τη σημαντική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.

Το τέλος επιτηδεύματος

Φαίνεται ωστόσο ότι για το τέλος επιτηδεύματος, που είναι μια απαίτηση των επαγγελματιών να καταργηθεί, δεν ανάβει ξεκάθαρα το πράσινο φως.

Σύμφωνα με τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), στην έκθεση της Επιτροπής αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «η Ελλάδα έχει μειώσει σημαντικά τους φόρους εταιρειών, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια στις επενδύσεις. Ο συντελεστής του φόρου εισοδήματος εταιρειών είχε μειωθεί σε 22% το 2021 έναντι του 28% που ίσχυε το 2019. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες, η Ελλάδα επιβάλλει ετήσιο κατ’ αποκοπή φόρο ύψους 650 ευρώ, ανεξάρτητα από το αν έχουν κέρδη ή όχι και επιπλέον του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και άλλων φόρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλούς πραγματικούς φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις με χαμηλό κύκλο εργασιών και λειτουργεί ως φραγμός εισόδου στην αγορά».

Εξοδος από την εποπτεία

Η 14η έκθεση αξιολόγησης για την Ελλάδα, που δόθηκε στη δημοσιότητα αρχές της εβδομάδας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλους τους μακροοικονομικούς δείκτες, επιβεβαιώνει τη δυνατότητα της χώρας μας να εξέλθει από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας. Το γεγονός αυτό αναμένεται να επικυρωθεί και από τη δήλωση του Eurogroup Ιουνίου και την απόφαση του συμβουλίου Ecofin του ίδιου μήνα που θα πραγματοποιηθεί στο Λουξεμβούργο. Ωστόσο, βάσει και του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, θα προβλεφθεί μια ήπια διαδικασία παρακολούθησης, η οποία θα χαρακτηρίζεται από ευελιξία και η οποία θα εμπίπτει στο πλαίσιο των γενικότερων διαδικασιών του ευρωπαϊκού εξαμήνου. Με βάση και τις ανά χώρα συστάσεις και ειδικότερα τις συστάσεις για την Ελλάδα, η ευελιξία αυτή καταγράφεται και αναμένεται να επηρεάσει τη δημοσιονομική πολιτική του 2023.

Επίσης, η διαφαινόμενη επέκταση της ρήτρας διαφυγής και το επόμενο έτος, αν και έχουν εκφραστεί επιφυλάξεις κυρίως από τη Γερμανία και την Ολλανδία, εκτιμάται ότι θα ενισχύσει τους βαθμούς ευελιξίας, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να ακολουθούνται οι γενικοί κανόνες της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκή Ενωσης.

Παρακολούθηση με όριο δαπανών

Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις επισημαίνει την αναγκαιότητα τήρησης των δημοσιονομικών και ειδικότερα του ελέγχου των δαπανών, καθώς η χώρα μας όπως και η Ιταλία είναι στο γκρουπ των υπερχρεωμένων χωρών, ενώ πλήττονται σφόδρα από τις πληθωριστικές τάσεις, οι οποίες θα οδηγήσουν με τη σειρά τους σε ύφεση την οικονομία.

Η «συνταγή» που προτείνει η Επιτροπή είναι οι δημόσιες δαπάνες να μην αυξάνονται σε υψηλότερο ποσοστό από τις προβλέψεις για την αύξηση του δυνητικού ΑΕΠ από έτος σε έτος. Αν π.χ. το 2023 προβλέπεται δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης 3,1%, τότε οι δαπάνες του Δημοσίου δεν πρέπει να ξεπεράσουν αυτό το όριο αύξησης.

Ορυκτά καύσιμα και πράσινη μετάβαση

Ενθαρρυντική είναι η καινούργια πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πράσινη μετάβαση και την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα της Ρωσίας (REPoweur EU), η οποία θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να αντλήσει περισσότερους πόρους υπό μορφή δανείων, με προϋπόθεση την υποβολή εντός ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων συγκεκριμένων αναπτυξιακών σχεδίων τα οποία, στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, θα ενισχύσουν την πράσινη μετάβαση της Ελλάδας και τη γενικότερη απεξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα και την ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Τα προαναφερόμενα απαιτούν τροποποίηση του ελληνικού προγράμματος που έχει υποβληθεί στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και την προσθήκη συγκεκριμένων προγραμμάτων στο πλαίσιο του REPower EU.

Η 14η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας αναγνωρίζει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης εργασίας (φόροι συν ασφαλιστικές εισφορές), βλέπει όμως δυνατότητες για περαιτέρω βελτίωση του επενδυτικού κλίματος. Αναγνωρίζει τον ισχυρό ρόλο των άμεσων επιδοτήσεων για τη διατήρηση αναπτυξιακών ρυθμών στο πλαίσιο της πανδημίας και σαφέστατα παρόμοιες δράσεις στο μέλλον συνδέονται με την ύπαρξη η όχι δημοσιονομικού χώρου.

Οχι σε μειώσεις φόρων στα καύσιμα

Από την έκθεση δεν προκύπτει μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα ή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, παρά τη μεγάλη αύξηση των φορολογικών εσόδων λόγω επιστροφής της ανάπτυξης στα προ της πανδημίας επίπεδα και του υψηλού πληθωρισμού (10,2% τον Απρίλιο). Οπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, είναι σχεδόν βέβαιο ότι μέσα στο καλοκαίρι θα υπάρξει επέκταση της άμεσης επιδότησης στα καύσιμα, ενώ θα εφαρμοστεί και το σχέδιο αποκλιμάκωσης των τιμών στο ρεύμα μέσω του νέου συστήματος που προβλέπει μεταξύ άλλων και τον περιορισμό της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Στην εν λόγω έκθεση οι θεσμοί διαπιστώνουν πως η ανάκαμψη παραμένει ισχυρή και το 2022 στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι επηρεάζεται από τις υψηλές τιμές της ενέργειας και τον πόλεμο. Επαναλαμβάνονται οι εκτιμήσεις για ρυθμό ανάπτυξης 3,5% εφέτος και 3,1% το 2023, με βασικό οδηγό τις επενδύσεις, και σημειώνεται πως η ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να μονιμοποιήσει τις μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών και της εισφοράς αλληλεγγύης «ενισχύοντας την ανάπτυξη». Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα έχει λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να επιτύχει τις συμφωνημένες δεσμεύσεις, παρά τις δύσκολες συνθήκες που προκλήθηκαν από τις οικονομικές επιπτώσεις των νέων κυμάτων της πανδημίας καθώς και της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας αναφορικά με τα αποτελέσματα της 14ης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας για την Ελλάδα δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «πρόκειται για έκθεση-ορόσημο για τη χώρα, αφού ανοίγει τον δρόμο για την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, στο οποίο είχε εισέλθει – μόνη στην Ευρώπη – το 2018».

Στο 33,2% η φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών στην Ελλάδα

Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σε πρόσφατη έκθεσή του επιβεβαιώνει τη σημαντική μείωση της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης στην εργασία στην Ελλάδα, η οποία όμως εξακολουθεί να παραμένει πάνω από τον μέσο όρο των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ σε ορισμένες κατηγορίες πολιτών. Η φορολογική επιβάρυνση για τον μέσο άγαμο μισθωτό στην Ελλάδα μειώθηκε το 2021 κατά 2,2 ποσοστιαίες μονάδες, στο 36,7% από 38,9% το 2020, ενώ η μέση επιβάρυνση στις χώρες του ΟΟΣΑ διατηρείται στο 34,6%. Η Ελλάδα είχε πέρυσι το 19ο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ το 2020 βρισκόταν στη 17η θέση.
Για οικογένειες με δύο παιδιά και έναν εργαζόμενο με μέσο μισθό, η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 2,38 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώθηκε στο 33,2% έναντι 24,6% του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ. Η Ελλάδα είχε στην κατηγορία αυτή το ένατο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ το 2020 είχε την έβδομη υψηλότερη επιβάρυνση.

tovima.gr


Πηγή