Το τοίχωμα του εντέρου αποτελείται από διάφορα «στρώματα» κυττάρων, που ονομάζονται στιβάδες. Η εσωτερική επιφάνεια προς τον αυλό του εντέρου καλείται βλεννογόνια στιβάδα ή βλεννογόνος. Ο βλεννογόνος αποτελεί τον φραγμό μεταξύ του εσωτερικού του εντέρου και του υπόλοιπου οργανισμού που εμποδίζει τις τοξίνες των μικροβίων των κοπράνων (κατά κύριο λόγο τις λιποπολυσακχαρίδες) να εισέλθουν στην αιματική κυκλοφορία και να προκαλέσουν συστηματική φλεγμονή. Όμως, στις περιπτώσεις που ο βλεννογονικός φραγμός δεν λειτουργεί αποτελεσματικά, παρουσιάζεται εισροή των λιποπολυσακχαριδών από τον αυλό του εντέρου προς την αιματική κυκλοφορία, η οποία καλείται με τον όρο «διαρρέον έντερο».

Γράφει ο Γαστρεντερολόγος Δρ. Χρήστος Ζαβός, http://peptiko.gr

Όταν οι λιποπολυσακχαρίδες εισέλθουν από το έντερο στην αιματική κυκλοφορία, προκαλούν παραγωγή και έκλυση (από τα ηπατικά κύτταρα και τα επιθηλιακά κύτταρα του εντέρου) μιας πρωτεΐνης, της LBP. Η LBP δεσμεύει τις τοξίνες αυτές και τις παρουσιάζει σε έναν υποδοχέα, τον διαλυτό CD14. Ο CD14 τις παραλαμβάνει με τη σειρά του και τις παρουσιάζει στον υποδοχέα TLR-4, προκαλώντας την ενεργοποίηση του πυρηνικού παράγοντα NF-κB και την παραγωγή ουσιών που προκαλούν συστηματική φλεγμονή (φλεγμονώδεις κυτταροκίνες). Η ισορροπία μεταξύ της LBP πρωτεΐνης και του CD14 επίσης είναι σημαντική, διότι έχει δειχθεί ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο λόγος LBP/CD14 τόσο μεγαλύτερη είναι και η φλεγμονώδης αντίδραση στον οργανισμό.

Ο κίνδυνος ανάπτυξης διαρρέοντος εντέρου μειώνεται όταν κάποιος ακολουθεί δίαιτα χαμηλή σε λιπαρά, φρούτα, λαχανικά και ολικούς σπόρους. Τα προβιοτικά ενδεχομένως επίσης να βοηθάνε.

Η νέα μελέτη από το Οχάιο

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Οχάιο διερεύνησαν τη διαπερατότητα του εντέρου (αυτό που ευρέως αποκαλείται ως «διαρρέον έντερο») σε 43 υγιή ζευγάρια (ηλικίας 24-61 ετών) που αντιμετώπιζαν προβλήματα στο γάμο τους και που ήταν αιτία για καβγάδες και κατάθλιψη. Οι ερευνητές μελέτησαν δύο βιοδείκτες ενδοτοξινών, την LBP και τον διαλυτό CD14, καθώς επίσης και φλεγμονώδεις παράγοντες όπως η CRP, η ιντερλευκίνη-6 και ο TNF-α, κατά τη διάρκεια δύο ξεχωριστών επισκέψεων διάρκειας 9,5 ωρών.

Κατά τη διάρκεια των δύο επισκέψεων, τα 43 ζευγάρια (86 άτομα) συζήτησαν μεταξύ τους ένα πρόβλημα μέσα στον γάμο τους, ενώ η συμπεριφορά τους ταξινομήθηκε βάση των κριτηρίων DSM-IV. Τα πιο συνηθισμένα προβλήματα που προκαλούσαν έντονες διαμάχες ήταν τα οικονομικά, τα παιδιά και η ανάμιξη των γονέων στις σχέσεις του ζευγαριού. Η συζήτηση είχε διάρκεια 20 λεπτών και βιντεοσκοπήθηκε για να αναλυθεί στη συνέχεια από τους ερευνητές.

Η μελέτη έδειξε ότι οι συμμετέχοντες που είχαν πιο εχθρική συμπεριφορά μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της συζήτησης των προβλημάτων γάμου, είχαν υψηλότερα επίπεδα της πρωτεΐνης LBP σε σχέση με όσους ήταν λιγότερο εχθρικοί. Επιπλέον, ο συνδυασμός μεγαλύτερης εχθρικότητας στις διαμάχες εντός γάμου με το ιστορικό θυμικής διαταραχής (πχ κατάθλιψη) σχετιζόταν με αυξημένο λόγο LBP/CD14. Η αυξημένη LBP και ο αυξημένος λόγος LBP/CD14 σχετίζονταν με αυξημένη παραγωγή CRP, ενώ τα αυξημένα επίπεδα CD14 σχετίζονταν με αυξημένα επίπεδα ιντερλευκίνης 6.

Τα ανωτέρω δεδομένα μετατόπισης της λιποπολυσακχαρίδης των βακτηρίων από τον αυλό του εντέρου εντός της αιματικής κυκλοφορίας, δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο οι καβγάδες μέσα στο γάμο σε συνδυασμό με τη διαταραχή του θυμικού μπορούν να ευνοήσουν μια συστηματική φλεγμονή μέσω αύξησης της εντερικής διαπερατότητας. Η συστηματική αυτή φλεγμονή είναι δυνατόν να προκαλέσει αυξημένη νοσηρότητα, διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος και μεταβολικές διαταραχές, όπως παχυσαρκία και σακχαρώδη διαβήτη. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο έγκριτο περιοδικό Psychoneuroendocrinology.

Βιβλιογραφία

Kiecolt-Glaser JK, et al. Marital distress, depression, and a leaky gut: Translocation of bacterial endotoxin as a pathway to inflammation. Psychoneuroendocrinology 2018;98:52-60.

Δείτε το σχετικό βίντεο:

 

Πηγή: The Ohio State University Wexner Medical Center


Πηγή