Το φαινόμενο της μείωσης της ποσότητας στις συσκευασίες, σε προϊόντα που πωλούνται στα ράφια των σούπερ μάρκετ βρίσκεται στο επίκεντρο της συζήτησης το τελευταίο διάστημα.
Αφορμή, τόσο οι διαπιστώσεις που κάνουν οι ίδιοι οι καταναλωτές κατά τις αγορές τους όπως και επίσης και οι διαμαρτυρίες που διατυπώνονται από πλευράς Ενώσεων Καταναλωτών.
Το υπουργείο Ανάπτυξης έχει διευκρινίσει πως δεν αποτελεί μία παράνομη πρακτική των επιχειρήσεων αφού καθεμία είναι ελεύθερη να προσφέρει στους καταναλωτές, συσκευασίες οποιουδήποτε μεγέθους κρίνει ότι είναι κατάλληλο.
Υπό τις εξής ωστόσο προϋποθέσεις: Η πρώτη είναι να αναγράφεται η σωστή, πραγματική καθαρή ποσότητα που περιέχεται μέσα στη συσκευασία και η δεύτερη, το περιθώριο κέρδους της επιχείρησης να μην υπερβαίνει το αντίστοιχο του Σεπτεμβρίου του 2021, όπως προβλέπει ο νόμος που αφορά στην αισχροκέρδεια.
Ως προς το τι ακριβώς σημαίνει η δεύτερη προϋπόθεση, σχετικά με το περιθώριο κέρδους δηλαδή, ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος παρέθεσε κατά την πρόσφατη συνέντευξη Τύπου στο υπουργείο Ανάπτυξης, αναλυτικά παραδείγματα αναφορικά με το πότε είναι νόμιμη η μείωση της ποσότητας ή όχι.
1ο παράδειγμα: Ίδια τιμή μετά τη μείωση της ποσότητας
Στο πρώτο παράδειγμα, η επιχείρηση αγόρασε ένα προϊόν 100 γραμμαρίων, την 1/09/2021 -που είναι η ημερομηνία αναφοράς για το περιθώριο κέρδους- προς 1 ευρώ. Ακολούθως το είχε πουλήσει 1,10 ευρώ, επομένως είχε κέρδος 10%.
Στην περίπτωση κατά την οποία και σήμερα, παρά το γεγονός ότι μειώθηκε η ποσότητα στα 90 γραμμάρια, συνεχίζει να το αγοράζει 1 ευρώ και εξακολουθεί να το πουλά 1,10 ευρώ, άρα το κέρδος της παραμένει στο 10%, είναι νόμιμο.
Αντίθετα, παράνομο είναι εάν αγοράζει τη μειωμένη ποσότητα των 90 γραμμαρίων, αντί για 1 ευρώ, πλέον 0,95 ευρώ και συνεχίζει να πουλά το προϊόν 1,10 ευρώ με αποτέλεσμα το κέρδος της να φτάνει το 15,7%. Αντί για 10% τον Σεπτέμβριο του 2021.
2ο Παράδειγμα: Υψηλότερη τιμή μετά τη μείωση της ποσότητας
Στο δεύτερο παράδειγμα, η επιχείρηση την 1/09/2022 αγόρασε τα 100 γραμμάρια προς 1 ευρώ, το πούλησε 1,10 ευρώ και είχε κέρδος 10%.
Εάν πλέον αγοράζει τη μειωμένη ποσότητα των 90 γραμμαρίων 1,10 ευρώ, σε αυξημένη δηλαδή τιμή, και το πουλά 1,20 ευρώ, το κέρδος της είναι 9%. Χαμηλότερο δηλαδή από το 10% που ήταν τον Σεπτέμβριο του 2021. Άρα παρόλο που αύξησε την τιμή πώλησης στη μειωμένη ποσότητα, είναι νόμιμη.
Εάν ωστόσο, συνέχισε να αγοράζει το (μειωμένο πλέον) προϊόν 1 ευρώ αλλά το πουλά 1,20 ευρώ το κέρδος της είναι 20%. Μεγαλύτερο από εκείνο του Σεπτεμβρίου του 2021, άρα παρανομεί.
3ο παράδειγμα: Μειωμένη ποσότητα, χαμηλότερη τιμή
Στο τρίτο παράδειγμα που παρέθεσε το υπουργείο Ανάπτυξης έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι ακόμη κι αν έχει μειώσει την τιμή πώλησης μια επιχείρηση στη μικρότερη ποσότητα μπορεί να παρανομεί.
Εάν την 1η Σεπτεμβρίου είχε αγοράσει τα 100 γραμμάρια προς 1 ευρώ και τα πούλησε 1,10 ευρώ, –είχε κέρδος δηλαδή 10%- και πλέον αγοράζει τα 90 γραμμάρια προς 0,90 ευρώ και τα πουλά 1,04 ευρώ, τότε, παρά το γεγονός ότι μείωσε την τιμή, το κέρδος της είναι 15,6%. Υψηλότερο από το 10% του Σεπτεμβρίου του 2021 άρα παράνομο.
Νόμιμο θα είναι εάν πουλάει 1,04 ευρώ τα 90 γραμμάρια αλλά τα είχε αγοράσει 0,95 ευρώ. Είχε δηλαδή περιθώριο κέρδους, σε αυτή την περίπτωση, 9,4%.
Πηγή