Ταυτόχρονα, εντείνονται οι πιέσεις προς τις τράπεζες για να αυξήσουν αντίστοιχα τα επιτόκια των καταθέσεων, καθώς διευρύνεται η ψαλίδα ανάμεσα σε αυτά και τα επιτόκια δανεισμού.
Μάλιστα, η δήλωση της Κριστίν Λαγκάρντ ότι σχεδιάζει να συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων και το Μάρτιο εντείνει τις πιέσεις προς τους δανειολήπτες, καθώς επιβεβαιώνει ότι το ακριβό χρήμα «ήρθε για να μείνει».
Τι σημαίνει για τους δανειολήπτες
Η αύξηση της Πέμπτης είναι η πέμπτη κατά σειρά άνοδος των επιτοκίων του ευρώ από τον Ιούλιο του 2022, όταν και ξεκίνησε το ντόμινο ανόδου. Πλέον, από τα μηδενικά επίπεδα του 2022 το βασικό επιτόκιο του ευρώ έχει εκτιναχθεί στο 3%, ενώ αυτό της αποδοχής καταθέσεων στο 2,5%. Εξέλιξη που συμπαρασύρει και το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor και μαζί του το κόστος δανεισμού για όσους έχουν χρέη με κυμαινόμενο επιτόκιο.
Μαζί με τις προηγούμενες αυξήσεις, ο αντίκτυπος για τον προϋπολογισμό των νοικοκυριών είναι πολύ μεγάλος, καθώς μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 3.500 ευρώ σε ετήσια βάση, ανάλογα με το ύψος και τη διάρκεια του δανείου.
Για παράδειγμα για παράδειγμα, ένα δάνειο 200.000 ευρώ με διάρκεια 30 ετών με συνολικό επιτόκιο 3% (Euribor 0% πλέον τραπεζικού περιθωρίου 3%) επιβαρυνόταν πριν τις αυξήσεις με μηνιαία δόση 843 ευρώ.
Με τα σημερινά δεδομένα και το τελικό επιτόκιο στο 5,512%, η δόση γίνεται 1.137 ευρώ, δηλαδή η δόση αυξήθηκε κατά 294 ευρώ το μήνα ή 3.528 ευρώ το χρόνο.
Αντίστοιχα, αν τελικά διαμορφωθεί στο 6% η δόση ανεβαίνει αντίστοιχα στα 1.199 ευρώ. Προκύπτει δηλαδή επιπλέον κόστος που φτάνει μέχρι και τα 356 ευρώ το μήνα ή 4.272 ευρώ το χρόνο για τον δανειολήπτη.
Φόβοι για κόκκινα δάνεια και στήριξη ευάλωτων δανειοληπτών
Η παραπάνω εξέλιξη φουντώνει τους φόβους για μια νέα γενιά κόκκινων δανείων, τόσο στη στεγαστική όσο και στην επιχειρηματική πίστη. Και αυτό γιατί, πέραν από την άνοδο των επιτοκίων, τα νοικοκυριά αλλά και οι επιχειρήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν και το κύμα ακρίβειας, το οποίο «τινάζει στον αέρα» τον προϋπολογισμό τους.
Έτσι, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ήδη έχουν αρχίσει να δέχονται μπαράζ αιτημάτων για «πάγωμα» δόσεων ή και επιμήκυνση δανείων, ώστε οι δανειολήπτες να μπορέσουν να ανταποκριθούν στο αυξημένο κόστος.
Παράλληλα, ήδη άνοιξε η ειδική πλατφόρμα για τους ευάλωτους δανειολήπτες, μέσα από την οποία οι δικαιούχοι θα μπορούν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους προκειμένου να λάβουν επιδότηση του επιτοκίου τους.
Οι δανειολήπτες μπορούν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους στην πλατφόρμα, για την επιδότηση ποσοστού 50% της αύξησης του επιτοκίου (με ημερομηνία αναφοράς για τον υπολογισμό της αύξησης την 30/6/2022) για διάστημα 12 μηνών, ενώ τα αναλογούντα ποσά εκτιμάται πως θα ξεκινήσουν να πιστώνονται στους λογαριασμούς των δικαιούχων τον Απρίλιο.
Πιέσεις για αυξήσεις στις καταθέσεις
Παράλληλα, εντείνονται οι πιέσεις προς τις τράπεζες προκειμένου να αυξήσουν έτι περαιτέρω τα επιτόκια των καταθέσεων, κυρίως των προθεσμιακών, ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν η ψαλίδα ανάμεσα σε αυτά και των δανείων. Πλέον, τα επιτόκια των προθεσμιακών διαμορφώνονται κοντά στα επίπεδα του 1%, ανάλογα πάντα με το ποσό και τη διάρκεια. Με δεδομένο όμως ότι τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, αλλά και των επιχειρηματικών είναι της τάξης του 5,5% με 6% και μάλιστα με αυξητικές τάσεις, καθίσταται σαφές ότι υπάρχει μεγάλο κενό μεταξύ των δύο κατηγοριών. Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, νομοτελειακά στο προσεχές χρονικό διάστημα τα επιτόκια των καταθέσεων θα αυξηθούν, όμως η «ψαλίδα» θα παραμείνει.
Πηγή