Ήταν Οκτώβριος του 1972 όταν το αεροσκάφος τύπου Fairchild Hiller FH-227D συνετρίβη στις Άνδεις.

Οι επιβάτες ήταν μέλη της ομάδας ράγκμπι Old Christians Club, καθώς και φίλοι και συγγενείς των αθλητών. Από τα 45 άτομα που επέβαιναν στο αεροπλάνο, μόνο 16 επέζησαν από το αεροπορικό δυστύχημα.

Τα συντρίμμια του αεροσκάφους  εντοπίστηκαν μετά από δύο μήνες. Το περιστατικό συγκέντρωσε διεθνή προσοχή, ειδικά αφού αποκαλύφθηκε ότι οι επιζώντες είχαν καταφύγει στον κανιβαλισμό για να επιβιώσουν.

Η συγκλονιστική ιστορία όσων επέζησαν έγινε η βάση για πολλά βιβλία και ταινίες, συμπεριλαμβανομένης της ταινίας «Alive», με πρωταγωνιστή τον Ίθαν Χοκ.

Η συντριβή

Στις 12 Οκτωβρίου του 1972, η ομάδα ράγκμπι Old Christians Club ναύλωσε ένα αεροπλάνο της Πολεμικής Αεροπορίας της Ουρουγουάης για να μεταφέρει την ομάδα από το Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης στο Σαντιάγο της Χιλής. Λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, αναγκάστηκαν να διανυκτερεύσουν στη Μεντόζα της Αργεντινής, πριν αναχωρήσουν την επόμενη μέρα. Περίπου μια ώρα μετά την απογείωση, ο πιλότος ειδοποίησε τους ελεγκτές του αέρα ότι πετούσε πάνω από το πέρασμα και λίγο αργότερα τηλεφώνησε ότι είχε φτάσει στο Κουρίκο της Χιλής.

Ο πιλότος όμως, είχε εκτιμήσει λάθος. Το αεροπλάνο βρισκόταν ακόμα στις Άνδεις. Χωρίς να γνωρίζουν το λάθος, οι ελεγκτές έδωσαν άδεια να προσγειωθεί. Λίγο αργότερα, ο πύργος ελέγχου της Χιλής θα έχανε την επαφή με το αεροπλάνο. Το αεροσκάφος είχε χτυπήσει σε ένα βουνό με αποτέλεσμα να χάσει αρχικά το δεξί φτερό και στη συνέχεια το αριστερό, πριν πέσει τελικά σε μια απομακρυσμένη κοιλάδα.

Η έρευνα για τον εντοπισμό του αεροσκάφους ξεκίνησε αμέσως, αλλά η λάθος τοποθεσία που είχε δώσει ο πιλότος καθώς και τα χιονισμένα βουνά, έκαναν αδύνατη την εύρεση του. Μετά από οκτώ μέρες, η έρευνα διακόπηκε, αν και αργότερα έγιναν προσπάθειες από τις οικογένειες των επιβατών.

Ο κανιβαλισμός και η επιβίωση

Οι συνθήκες επιβίωσης ήταν δύσκολες. Οι περισσότεροι Ουρουγουανοί δεν είχαν ξαναδεί χιόνι, ενώ για να αντιμετωπίσουν τις χαμηλές θερμοκρασίες, συγκεντρώνονταν στο εσωτερικό του αεροσκάφους, ο ένας δίπλα στον άλλον.

Το πιο δύσκολο, όμως, ήταν η έλλειψη φαγητού. Οι επιζώντες είχαν στη διάθεση τους ελάχιστες ποσότητες τροφής, κυρίως σοκολάτες και κρασί. Τέλειωσαν όμως, όλα μέσα σε μια εβδομάδα.

Η πείνα τους οδήγησε στο να φάνε τις ζώνες από τα καθίσματα και να ψάχνουν απεγνωσμένα για φαγητό μέσα στο χιόνι. Μετά από μια μακρά συζήτηση, κατέφυγαν στο να τρώνε τα πτώματα των συγγενών και φίλων τους. Έξι ακόμη άτομα πέθαναν από κακουχίες τις επόμενες εβδομάδες.

Ο Ρομπέρτο Κανέσα, ένας εκ των επιζώντων, είχε δηλώσει σε συνέντευξη: «Έπρεπε να φάμε αυτά τα πτώματα διότι η σάρκα είχε πρωτεΐνη και λίπος και το χρειαζόμασταν. Ωστόσο, η απόφαση να το αποδεχτείς είναι μόνο ένα βήμα. Το επόμενο είναι να το κάνετε πραγματικά. Και αυτό ήταν πολύ σκληρό. Το στόμα σου δεν θέλει να ανοίξει γιατί νιώθεις τόσο μίζερος και στεναχωρημένος για αυτό που πρέπει να κάνεις. Το κύριο θέμα μου ήταν ότι εισέβαλα στην ιδιωτική ζωή των φίλων μου: βίαζα την αξιοπρέπειά τους εισβάλλοντας στο σώμα τους. Αλλά μετά σκέφτηκα, αν πέθαινα θα ένιωθα περήφανος που το σώμα μου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να επιβιώσουν άλλοι».

Στις 29 Οκτωβρίου, μια χιονοστιβάδα γέμισε μέρος του αεροσκάφους με χιόνι, προκαλώντας άλλους οκτώ θανάτους. Οι επιζώντες άκουσαν από ένα τρανζίστορ πως οι έρευνες για τον εντοπισμό τους είχαν σταματήσει. Τότε, ένας νεαρός πρότεινε να ξεκινήσουν μόνοι τους την αναζήτηση της διαφυγής. Στις 12 Δεκεμβρίου, τρεις επιβάτες ξεκίνησαν την αποστολή.

Μετά από ώρες πεζοπορίας εντόπισαν κάποια συντρίμμια του αεροσκάφους καθώς και κάποιες από τις βαλίτσες τους. Κατάφεραν να σωθούν από το κρύο, κατασκευάζοντας αυτοσχέδιους υπνόσακους. Μετά από εννέα μέρες δύσκολης διαδρομής, οι πεζοπόροι εντόπισαν τρεις βοσκούς σε ένα χωριό. Στις 22 Δεκεμβρίου, 72 μέρες μετά τη συντριβή, στάλθηκαν ελικόπτερα στο σημείο της συντριβής και μετέφεραν τους επιζώντες στο νοσοκομείο. Είχαν πλέον σωθεί.


Πηγή