StE.jpg
StE.jpg

Απόφαση-βόμβα από το Συμβούλιο της Επικρατείας ( ΣτΕ) για τις συντάξεις χηρείας.

Πρόκειται για την απόφαση του ΣτΕ με αριθμό 2137/2024 με την οποία μπορεί να ακυρωθούν όλες οι ποινές που εκκρεμούν για την επιστροφή συντάξεων χηρείας που συνεχίζουν να καταβάλλονται χωρίς την περικοπή τους στο 35% αντί 70% της αρχικής σύνταξης του θανόντος που προβλέπει ο νόμος, εφόσον μετά την πρώτη 3ετία οι δικαιούχοι λαμβάνουν και δική τους σύνταξη, ή εργάζονται.

Η απόφαση βγήκε από το Α΄ 7μελές Τμήμα του ΣτΕ με τη διαδικασία της πιλοτικής δίκης και για το λόγο αυτόν αποτελεί δεδικασμένο, δηλαδή δεν επιδέχεται άλλης ερμηνείας, πολλώ δε ανατροπής από τα δικαστήρια. Με την απόφαση αυτή ο ΕΦΚΑ νομιμοποιείται μεν να ζητά εντός 20ετίας την επιστροφή συντάξεων και επιδομάτων που δόθηκαν σε ασφαλισμένους και συνταξιούχους χωρίς να τα δικαιούνται, πλην όμως τίθεται για πρώτη φορά ένας σημαντικός περιορισμός που λέει ότι η αναζήτηση των χρημάτων δεν μπορεί να φέρει σε δυσμενή θέση τους ασφαλισμένους

 Tα ψιλά γράμματα της απόφασης

Ουσιαστικά η απόφαση αυτή σύμφωνα με την εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” ανοίγει τον δρόμο για την ακύρωση των απαιτήσεων από τα ασφαλιστικά ταμεία εις βάρος συνταξιούχων για επιστροφές επιπλέον ποσών από συντάξεις ή επιδόματα που συνέχισαν να τους καταβάλλονται χωρίς να τα δικαιούνται.

Πρόκειται για απόφαση-σταθμό με την οποία μπορεί να ακυρωθούν πολλές επιστροφές συντάξεων και επιδομάτων όταν διαπιστώνεται εκ των υστέρων και με καθυστέρηση από τον ΕΦΚΑ ότι οι ασφαλισμένοι δεν δικαιούνται τις εν λόγω παροχές, καθώς το σκεπτικό της απόφασης είναι ότι αν οι εν λόγω επιστροφές φέρνουν σε δυσμενή οικονομική θέση τους ασφαλισμένους, τότε αυτοί θα πρέπει να εξαιρούνται από την επιστροφή τους, από τη στιγμή που τις έλαβαν καλόπιστα.

Στις συντάξεις χηρείας, που μετά τα αναδρομικά που οφείλονται στους συνταξιούχους είναι το δεύτερο μεγάλο αγκάθι για το υπουργείο Εργασίας και τον ΕΦΚΑ, υπάρχει μια πολυετής εκκρεμότητα, καθώς δεν εφαρμόστηκε στη λήξη της τριετίας η περικοπή τους στο 35% που προβλέπει ο νόμος, όταν οι δικαιούχοι παίρνουν και δική τους σύνταξη ή εργάζονται. Αντίθετα, ο ΕΦΚΑ πληρώνει σήμερα τα ίδια ποσά, δηλαδή το 70%, και αν έρθει να ζητήσει πίσω τις επιπλέον συντάξεις που κατέβαλε πέραν της τριετίας, θα πέσει στο μπλόκο του ΣτΕ και στην πράξη οι απαιτήσεις του θα ακυρωθούν, καθώς οι συνταξιούχοι χηρείας θα επικαλεστούν, πρώτον, ότι έλαβαν τις παροχές καλόπιστα και, δεύτερον, ότι αν τους ζητηθούν τα χρήματα θα περιέλθουν σε δυσμενή οικονομική θέση!

Το επίμαχο απόσπασμα της απόφασης αναφέρει μεν ότι υποχρέωση προς επιστροφή των παροχών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρανόμως έχουν κατ’ αρχήν και οι καλόπιστοι ασφαλισμένοι/συνταξιούχοι, πλην όμως τονίζεται ρητά ότι «κατ’ εξαίρεση αποκλείεται η αναζήτηση των παροχών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρανόμως λόγω της εφαρμογής της αρχής της χρηστής διοικήσεως, όταν η οικονομική θυσία στην οποία θα υποβληθεί ο λήπτης των παροχών εξαιτίας της επιστροφής (αποδόσεώς) τους είναι σε τέτοιον βαθμό που θα επιφέρει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωσή του, και τούτο, όμως, μόνον εφόσον αυτός είναι καλόπιστος, δηλαδή μόνον εφόσον αγνοούσε ή δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι η παροχή που έλαβε ήταν αχρεώστητη ή παράνομη και, συνεπώς, επιστρεπτέα».

Το παράθυρο που ανοίγει η απόφαση για την ακύρωση των επιστροφών στις συντάξεις χηρείας που συνέχισαν να καταβάλλονται χωρίς να περιοριστούν στο 35% είναι ότι δεν μπορούν να αναζητηθούν σήμερα τα επιπλέον ποσά που χορηγήθηκαν από τον ΕΦΚΑ διότι η επιστροφή τους θα επιφέρει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωση των συνταξιούχων.

Εκτιμάται ότι τα ποσά που θα πρέπει να επιστραφούν στις συντάξεις χηρείας υπερβαίνουν κατά πολύ τις 10.000 ευρώ και αφορούν περίπου 60.000 δικαιούχους. Με την απόφαση του ΣτΕ υπάρχει πλέον σοβαρό ενδεχόμενο να μη ζητηθούν γιατί θα προκληθεί βίαιη μείωση του εισοδήματος των συνταξιούχων και δυσμενής μεταβολή της διαβίωσής τους.

Ποιοι μπορούν να ωφεληθούν από την απόφαση

Οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι που θα επικαλεστούν οικονομική αδυναμία στην επιστροφή χρημάτων που πήραν χωρίς να δικαιούνται θα πρέπει να αποδείξουν σωρευτικά: α) την ύπαρξη των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν την καλή πίστη τους, ότι δηλαδή δεν επιδίωξαν την παράνομη είσπραξή τους, και β) τις σοβαρές δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις καθώς και την έκταση των επιπτώσεων αυτών στην αξιοπρεπή διαβίωσή τους σε περίπτωση επιστροφής των παροχών.

Εφαρμογή

Η απόφαση περί εξαίρεσης των συνταξιούχων από την επιστροφή χρημάτων που δεν τα δικαιούνται επειδή θα περιέλθουν σε σοβαρή δυσμενή οικονομική θέση μπορεί να βρει εφαρμογή στις εξής περιπτώσεις:

  • Στην αναζήτηση επιδομάτων συζύγου ή και τέκνων που συνέχισαν να καταβάλλονται σε συνταξιούχους, παρότι οι σύζυγοί τους έπαιρναν και δική τους σύνταξη, ή τα τέκνα τους είχαν υπερβεί το 18ο ή το 24ο έτος της ηλικίας τους (εφόσον σπούδαζαν).
  • Στην αναζήτηση διαφορών που εισέπραξαν οι συνταξιούχοι από λάθος υπολογισμούς των Ταμείων, οι οποίοι ανακαλύπτονται εκ των υστέρων και με καθυστέρηση πολλών ετών.
  • Στην αναδρομική εφαρμογή και την αναζήτηση μειώσεων που δεν εφαρμόστηκαν σε συντάξεις από μνημονιακούς νόμους.

Σε αυτές τις περιπτώσεις το δικαίωμα του ασφαλιστικού φορέα για αναζήτηση παροχών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρανόμως είναι εντός 20ετίας από την τελευταία καταβολή τους, αλλά υπάρχει η εξαίρεση από τον κανόνα που καθιστά ακυρωτέα την αναζήτηση και επιστροφή αυτών των ποσών όταν η οικονομική θυσία στην οποία θα υποβληθεί ο λήπτης των παροχών εξαιτίας της επιστροφής τους είναι σε τέτοιον βαθμό που θα επιφέρει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωσή του.

 

 


enikonomia.gr