Αυτή την εβδομάδα μην χάσετε την «Σιωπηλή επανάσταση» του Λαρς Κράουμε, μια ανθρώπινη ιστορία που αποκαλύπτει τις συνθήκες στη μεταπολεμική Γερμανία.
Επίσης ο Ρούπερτ Έβερετ αφηγείται τα τελευταία χρόνια της ζωής του Όσκαρ Ουάιλντ, ο Ότο Μπάτχερστ υπογράφει μια μοντέρνα εκδοχή του «Ρομπέν των Δασών», ενώ η Μούλι Σούρια από την Ινδονησία δημιουργεί το δικό της φεμινιστικό γουέστερν.
Η σιωπηλή επανάσταση (Das schweigende Klassenzimmer/ The Silent Revolution)
Σκηνοθεσία: Λαρς Κράουμε
Παίζουν: Λέοναρντ Σάιχερ, Γιόνας Ντάσλερ, Λένα Κλένκε
Έξι μαθητές αποφασίζουν να δείξουν την αλληλεγγύη τους στα θύματα μιας εξέγερσης στην Ουγγαρία το 1956, τηρώντας ενός λεπτού σιγή κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος.
Ο Λαρς Κράουμε ( «Υπόθεση Φρις Μπάουερ») καταπιάνεται ακόμα μια φορά με τη ζωή στην μεταπολεμική Γερμανία, βασισμένος σε μια αληθινή ιστορία και στα απομνημονεύματα του Ντίτριχ Γκάρστκα.
Το 1956 κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης σε κινηματογράφο του Δυτικού Βερολίνου, ο Τέο και ο Κουρτ, μαθητές λυκείου και φίλοι, παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα εικόνες από τα τραγικά γεγονότα, που ακολούθησαν μετά από την ουγγρική εξέγερση στη Βουδαπέστη. Επιστρέφοντας στηνπόλη Στάλινσταντ, στην Ανατολική Γερμανία, όπου και ζουν, αποφασίζουν να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος, ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τα θύματα της εξέγερσης. Η ενέργειά τους αυτή όμως προκαλεί πολύ μεγαλύτερη αναταραχή από την αναμενόμενη. Αρχικά, οι μαθητές αποφασίζουν να επικαλεστούν ότι η πράξη τους είχε στόχο μόνο στο να τιμήσουν τον ποδοσφαιριστή Πούσκας, που σύμφωνα με δημοσιεύματα επεσε νεκρός κατά της διάρκεια της εξέγερσης, πράγμα όμως που δεν ίσχυε. Έτσι κινητοποιείται ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός και τα ηνία της υπόθεσης αναλαμβάνει ο Υπουργός Παιδείας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που καταδικάζει την κίνηση ως αντεπαναστατική και απαιτεί να βρεθεί ο υποκινητής.
Οι μαθητές αποφασίζουν να μείνουν ενωμένοι, ενώ σημαντικές αποκαλύψεις και γεγονότα θα αλλάξουν για πάντα τις ζωές τους.
Ο Κράουμε παίρνει μία βαθιά ανθρώπινη ιστορία , που όπως συνέβαινε και στις «Οι Ζωές των άλλων» αποκαλύπτει το πολιτικό παρασκήνιο, αλλά και τη σύσταση μιας κοινωνίας που παλεύει να βρει την ταυτότητά της και φτιάχνει μία εξαιρετική ταινία που συνδέει το προσωπικό με το συλλογικό.
Με ένταση στην κινηματογράφηση και υποβλητική ατμόσφαιρα πετυχαίνει ανεπανάληπτες στιγμές, φωτίζοντας ξεχωριστά τους χαρακτήρες του σεναρίου- και έχει πολλούς- κάνοντας τον καθένα όχι μόνο ένα πάσχον πρόσωπο, αλλά κι εκπρόσωπο μιας θέσης. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να κρατάει αξιοθαύμαστες ισορροπίες, ενώ ταυτόχρονα είναι αρκετά τολμηρός ώστε να παραλληλίσει γεγονότα και καταστάσεις, καταδικάζοντας τελικά τις ακραίες ιδεολογίες και τον καθεστωτισμό.
Παράλληλα βλέπει με κατανόηση και ευαισθησία τις ανθρώπινες αδυναμίες και τα πάθη, πράγμα που οι ηθοποιοί του υποστηρίζουν με συγκλονιστικές στην πλειοψηφία τους ερμηνείες.
Ρομπέν των Δασών (Robin Hood)
Σκηνοθεσία: Ότο Μπάτχερστ
Παίζουν: Τάρον Ετζερτον, Τζέιμι Φοξ, Μπεν Μέντελσον, Ιβ Χιούσον, Τιμ Μίντσιν, Τζέιμι Ντόρναν
Ο κόμης Ρομπέν του Λόξλεϊ, ένας σκληραγωγημένος από τον πόλεμο Σταυροφόρος, και ο Μαυριτανός διοικητής του, Λιτλ Τζον, ξεκινούν μια τολμηρή εξέγερση ενάντια στο διεφθαρμένο αγγλικό στέμμα.
Μια νέα εκδοχή του θρυλικού «Ρομπέν των Δασών» αποκλειστικά για τη γενιά των millenials.
Η ιστορία του κουκουλοφόρου ληστή, που αγανακτισμένος απέναντι στις αυθαιρεσίες του στέμματος και των λόρδων, αποφασίζει να αποσπάσει τα κρατικά χρήματα και να τα μοιράσει στους φτωχούς έχει πλειστάκις απασχολήσει τη μεγάλη οθόνη. Από τον Ντάγκλας Φέρμπανκς και τον Έρολ Φλιν μέχρι τον Σον Κόνερι, τον Κέβιν Κόσνερ και τον Ράσελ Κρόου, ο λαϊκός ήρωας της Βρετανίας έχει γνωρίσει αμέτρητες παραλλαγές, οπότε ακόμα μια μάλλον δεν έχει νόημα, παρεκτός αν κομίζει νέα στοιχεία.
Ο Ότο Μπάθχερστ, ο οποίος έχει σημαντική προϋπηρεσία σε σειρές όπως το «Black Mirror» και το «Peaky Blinders», χρησιμοποιεί την πλέον λαοφιλή εκδοχή του μύθου -και την πιο απλοϊκή είναι η αλήθεια-, αλλά προσπαθεί να κάνει τη διαφορά συνδέοντας την ιστορία του Ρομπέν με τη σημερινή κατάσταση. Γι’ αυτό δεν κρατάει την εποχή – τα κοστούμια θυμίζουν περισσότερο γκαλά υψηλής ραπτικής και τα σκηνικά γραφικά video game -προκειμένου να αποδώσει μία διαχρονικότητα.
Όμως αν και οι εποχές έχουν πολλά κοινά, οι προθέσεις του μένουν ανολοκλήρωτες καθώς φαίνεται πως τα μεγάλα στούντιο δεν ενδιαφέρονται τόσο για μία ταινία με πολιτικό υπόβαθρο, όσο να προσελκύσουν το νεανικό κοινό, με αποτέλεσμα αυτός ο μοντέρνος Ρομπέν να μοιάζει περισσότερο με ήρωα της Marvel, παρά με εμβληματική επαναστατική φιγούρα. Έτσι οι σκηνές δράσης υπερισχύουν, οι διάλογοι μένουν στο πρώτο επίπεδο κι ο Μπάθχερστ καθοδηγεί τους ηθοποιούς του σε ερμηνείες που υπόσχονται εισιτήρια, αλλά τους λείπουν οι εσωτερικές εντάσεις, αφήνοντας παράλληλα ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας επόμενης ταινίας..
Ευτυχισμένος Όσκαρ (The Happy Prince)
Σκηνοθεσία: Ρούπερτ Εβερετ
Παίζουν: Ρούπερτ Εβερετ, Κολιν Φερθ, Εμιλι Γουατσον, Κόλιν Μόργκαν, Τομ Γουίλκινσον
Σε ένα φτηνό ξενοδοχείο στο Παρίσι, ο Όσκαρ Ουάιλντ περνά τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, ενώ οι εικόνες του παρελθόντος ζωντανεύουν και τον μεταφέρουν σε άλλες εποχές. Κάποτε υπήρξε ο διασημότερος άνθρωπος στο Λονδίνο, ένας καλλιτέχνης που «σταυρώθηκε» από μια κοινωνία που αρχικά τον λάτρευε. Υπό το πρίσμα του θανάτου ο Όσκαρ αναστοχάζεται την αποτυχημένη προσπάθειά του να συμφιλιωθεί με τη γυναίκα του Κόνστανς , την αναζωπύρωση της ολέθριας ερωτικής σχέσης του με τον Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας και τον γεμάτο ζεστασιά και αφοσίωση Ρόμπυ Ρος ο οποίος μάταια προσπάθησε να τον σώσει από τον εαυτό του.
Ο Ρούπερτ Έβερετ σε ένα έργο ζωής αφηγείται με λυρικό τόνο τα τελευταία χρόνια του Όσκαρ Ουάιλντ αναλαμβάνοντας τον τριπλό ρόλο του σεναριογράφου σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή.
Εμπνευσμένος κυρίως από το παραμύθι «Ο Ευτυχισμένος πρίγκιπας», όπου ο μοναχικός του ήρωας δεν αντέχει την ασχήμια του κόσμου και προσφέρει στην ουσία τον εαυτό του για τη σωτηρία του, ο Έβερετ που έχει μεγάλη εμπειρία ως ηθοποιός στη δραματουργία του Ουάιλντ, συνθέτει την τραγική βιογραφία μιας σημαντικής προσωπικότητας που λοιδορήθηκε όσο κανείς.
Ξεκινώντας την αφήγησή του μετά από την αποφυλάκιση του Οάιλντ από το Reading όπου κρατούνταν με την κατηγορία του σοδομισμού, ο Έβερετ παρακολουθεί τον ήρωά του στις στιγμές της πτώσης και της παρακμής του, όταν άρρωστος και περιθωριοποιημένος αναζητάει τον έρωτα σε εκδιδόμενα αγόρια και περνάει τον καιρό του, δίνοντας παραστάσεις σε φθηνά χαμαιτυπεία.
Αντιπαραβάλλοντας τη σκοτεινιά εκείνων των χρόνων με τα λαμπερά φλας μπακ του παρελθόντος, όταν ο Ουάιλντ είχε το Λονδίνο στα πόδια, και κινηματογραφώντας με ενδιαφέροντα τρόπο το πλήθος και την κοινωνία που στέκεται απέναντί του, ο Έβερετ πετυχαίνει να συσχετίσει το παραμύθι που τον σημάδεψε στα παιδικά του χρόνια με την προσωπική διαδρομή του μεγάλου συγγραφέα , αναδεικνύοντας με τρυφερότητα γνωστά γεγονότα και περιστατικά από τη ζωή του. Μερικές φορές βέβαια δεν αποφεύγει τα κλισέ μιας ακαδημαϊκής βιογραφίας πράγμα που στερεί από την ταινία το επαναστατικό και αντισυμβατικό πνεύμα του Ουάιλντ, ενώ σε άλλα σημεία παρασύρεται από τη δύναμη του λογοτεχνικού έργου του, γεγονός που στερεί σε κάποιες σεκάνς την κινηματογραφικότητα. Παρ’ όλα αυτά με θαυμασμό και αγάπη για τον Ουάιλντ υπογράφει μία ταινία που αποδεικνύει τη διαχρονικότητα της ιστορίας του, αλλά και τη δυναμική του έργου αυτού του μοναδικού καλλιτέχνη.
Μαρλίνα, Η Δολοφόνος σε Τέσσερις Πράξεις (Marlina the Murderer in Four Acts)
Σκηνοθεσία: Μούλι Σουρία
Παίζουν: Μάρσα Τίμοθι, Ντέα Πανέντρα, Έγκι Φέντλι, Γιόγκα Πρατάμα
Στους έρημους λόφους ενός νησιού της Ινδονησίας, μια συμμορία εισβάλει στο σπίτι της Μαρλίνα, μιας νεαρής χήρας, με κακούς σκοπούς: όχι μόνο της κλέβουν τα ζώα αλλά την αναγκάζουν να τους προσφέρει όλων των λογιών τις «υπηρεσίες». Η Μαρλίνα αντεπιτίθεται: δηλητηριάζει κάποια από τα μέλη της συμμορίας κι αποκεφαλίζει τον αρχηγό τους. Μετά ξεκινάει ένα ταξίδι με τελικό προορισμό τη δικαιοσύνη, τη χειραφέτηση, την εκδίκηση και την εξιλέωση. Όμως ο δρόμος είναι μακρύς. Ειδικά όταν το φάντασμα του ακέφαλου θύματός της αρχίζει να την καταδιώκει.
Η Μούλι Σουρία υπογράφει ένα φεμινιστικό γουέστερν, που συμμετείχε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών του Φεστιβάλ Καννών και αποτελεί την επίσημη υποβολή της Ινδονησίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Σε ένα νησί της Ινδονησίας, μια από τις πιο φτωχές περιοχές της χώρας, όπου η κοινή αντίληψη θέλει τις γυναίκες κατάλληλες μόνο για την κουζίνα, μία νεαρή χήρα, η Μαρλίνα, υψώνει το ανάστημά της και οδηγείται με κάθε τίμημα στην προσωπική της χειραφέτηση.
Όταν μία σπείρα ληστών εφορμά στο σπίτι της, κλέβοντας τα ζώα της και βιάζοντάς την, εκείνη αποκεφαλίζει τον αρχηγό και ξεκινάει για το αστυνομικό τμήμα, ενώ το ακέφαλο σώμα του δολοφονημένου βιαστή της την ακολουθεί
Με αναφορές στον Τζάρμους και χωρίζοντας την ιστορία της σε κεφάλαια όπως ο Ταραντίνο, η Σουρία δημιουργεί ένα ιδιαίτερο γουέστερν με στοιχεία gender movie, αποτυπώνοντας από τη μία ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον μέσα στο οποίο οι γυναίκες, αν και γίνονται θύματα της βίας και της καταπίεσης, είναι αυτές που φέρνουν τη ζωή ,που αναλαμβάνουν τις ευθύνες της οικογένειας, διαχειρίζονται τις επιχειρήσεις, ακόμα και αν είναι μόνο δέκα ετών.
Στα περισσότερα πλάνα της, η ανδρική παρουσία είναι αχνή και αδύναμη, ενώ οι γυναίκες της και κυρίως η λιγομίλητη Μαρλίνα σηκώνουν το φορτίο και τα βγάζουν πέρα παρά τις αντιξοότητες. Πέρα όμως από τη φεμινιστική της προσέγγιση -που η αλήθεια είναι πως κάποιες φορές αδικεί τους ανδρικούς χαρακτήρες- καταφέρνει να αξιοποιήσει τα τοπία της Σούμπα, καταγράφει με ποιητικό τρόπο την παράδοση της Ινδονησίας , ενώ εξαιρετική είναι και η μουσική που συνδυάζει λαϊκά μοτίβα με την αισθητική του Μορικόνε, οδηγώντας τελικά την ηρωίδα της σε μία πορεία εξιλέωσης και προσωπικής απελευθέρωσης που σε κάνει να παραβλέπεις τις επιμέρους αδυναμίες.
Η Δαιμονισμένη Χάνα Γκρέις (The Possession of Hannah Grace)
Σκηνοθεσία: Ντάιντερικ Βαν Ρούιζεν
Παίζουν: Σέι Μίτσελ, Γκρέι Ντέιμον, Κίρμπι Τζόνσον, Στάνα Κάτιτς
Ένας εξορκισμός εκτροχιάζεται, καταλήγοντας στον θάνατο μίας νεαρής κοπέλας. Οι μήνες περνάνε και η Μέγκαν Ριντ, που εργάζεται στη νυχτερινή βάρδια ενός νεκροτομείου, παραλαμβάνει μία παραμορφωμένη σορό. Κλειδωμένη και ολομόναχη στους υπόγειους διάδρομους του νεκροτομείου, η Μέγκαν αρχίζει να έχει τρομαχτικά οράματα και υποψιάζεται ότι η σορός μπορεί να είναι στοιχειωμένη από μία δαιμονική και σκοτεινή δύναμη.
Μια ταινία τρόμου, που αφηγείται όλα όσα τρομακτικά συμβαίνουν, αφού έχεις πεθάνει.
Η ιστορία ξεκινάει από τον εξορκισμό μιας κοπέλας, της Χάνα Γκρέις, που καταλήγει στο θάνατό της. Μήνες αργότερα, η Μέγκαν Ριντ, που εργάζεται σε ένα νεκροτομείο, θα παραλάβει μια παραμορφωμένη σορό, που κρύβει πολλά μυστικά. Η Μέγκαν, είχε περάσει χρόνο στο πρόγραμμα απεξάρτησης μετά από τον θάνατο ενός συνεργάτη της. Αρχικά, η νέα της δουλειά στο νεκροτομείο κι η καθημερινή ρουτίνα τής κάνει καλό. Αποκτά οικειότητα με άλλους υπαλλήλους του νοσοκομείου και νιώθει ότι η απομόνωση θα τη βοηθήσει να αναρρώσει πλήρως.
Όμως, όταν ένα ακρωτηριασμένο πτώμα μιας νεαρής γυναίκας έρχεται στο νεκροτομείο, η Mέγκαν παρατηρεί μία σειρά από ανεξήγητα φαινόμενα. Εκείνη αρχικά θεωρεί ότι όλα αυτά είναι αποκύημα της φαντασίας της, αλλά στην πορεία καταλαβαίνει ότι βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο, καθώς μια απόκοσμη δύναμη δεν θα σταματήσει ,αν δεν την εξολοθρεύσει.
Η ιδέα μιας γυναίκας που βρίσκεται μόνη της σε ένα νεκροτομείο δημιουργεί την ατμόσφαιρα για μια απειλητική ιστορία και πράγματι η ταινία του Ολλανδού δημιουργού (που αποτελεί και το αγγλόφωνο ντεμπούτο του), θα σας κάνει πολλές φορές να πεταχτείτε από το κάθισμα. Ταινίες όπως το «The Exorcist» «Let’s Scare Jessica to Death», «The Haunting of Julia», λειτουργούν ως πηγή έμπνευσης του Ντάιντερικ Βαν Ρούιζεν , όμως παρά τις μεταφυσικές του διαστάσεις, το θρίλερ αυτό είναι ριζωμένο στις εμπειρίες μιας συναισθηματικά πληγωμένης γυναίκας, πράγμα που το καθιστά ξεχωριστό.
Κριντ ΙΙ (Creed II)
Σκηνοθεσία: Στίβεν Κέιπλ Τζ.
Παίζουν: Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, Σιλβέστερ Σταλόνε, Τέσα Τόμπσον, Ντολφ Λούντγκρεν, Φλόριαν Μουντεάνου, Γουντ Χάρις, Φιλίσια Ρασάντ, Άντριου Γαρντ, Ράσελ Χόρνσμπι.
Η ζωή έχει γίνει ένας διαρκής αγώνας ισορροπίας για τον Άντονις Κρίντ. Εν μέσω προσωπικών υποχρεώσεων και προπόνησης για τον επόμενο μεγάλο αγώνα του, βρίσκεται απέναντι στη μεγαλύτερη πρόκληση της ζωής του: αυτή τη φορά θα πρέπει να αντιμετωπίσει στο ρινγκ έναν αντίπαλο που έχει βλάψει την οικογένειά του. Ο Ρόκι Μπαλμπόα βρίσκεται στο πλευρό του και μαζί θα αντιμετωπίσουν το κοινό τους παρελθόν, θ’ αναρωτηθούν για εκείνα που αξίζει να αγωνίζεται κανείς και θ’ ανακαλύψουν ότι τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από την οικογένεια.
Ο Άντονις Κριντ επιστρέφει στο ρινγκ για την μεγαλύτερη πρόκληση της ζωής τους, έχοντας στο πλευρό του Ρόκι Μπαλμπόα.
Όταν κυκλοφόρησε η πρώτη ταινία το 2015, κοινό και κριτικοί την υποδέχτηκαν με μεγάλη θέρμη, μιας και οι δημιουργοί κατάφεραν να μείνουν πιστοί στο ύφος και το πνεύμα των εμβληματικών ταινιών του «Ρόκι» που προηγήθηκαν, χαράζοντας το δικό τους μονοπάτι, όπως και ο Άντονις Κριντ βρήκε τον δρόμο του, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του.
Η συναρπαστική ιστορία ενός νεαρού πυγμάχου που ψάχνει την ταυτότητα του και παλεύει να αποδείξει την αξία του έγινε εμβληματική για τη νέα γενιά, που δεν είχε ακόμα γεννηθεί το 1976, όταν το Ροκι κυκλοφόρησε στα σινεμά, απογειώνοντας την καριέρα του άγνωστου μέχρι τότε Σιλβέστερ Σταλόνε.
Αυτή τη φορά ο Στίβεν Κέιπλ Τζ. διερευνά πώς ο Άντονις έρχεται αντιμέτωπος με αυτόν που ευθύνεται για τον θάνατο του πατέρα του, αλλά και με το τραύμα του Ρόκι που μετράει δεκαετίες. Ενώ λοιπόν ο νεαρός πυγμάχος έχει κατακτήσει τον τίτλο του πρωταθλητή ,παλεύει μέσα του για να βρει το νόημα αυτής της επιτυχίας. Την ίδια στιγμή, κάπου στην Ουκρανία, ένας άντρας θα αναγκάσει τον Άντονις να αντιμετωπίσει το παρελθόν του: ο Ιβάν Ντράγκο, ο άνθρωπος που σκότωσε τον Απόλλο Κρίντ σε αγώνα, πριν χάσει από τον Ρόκι σε άλλον αγώνα. Εξαιτίας εκείνης της ήττας, ο Ιβάν έχασε τα πάντα και ο γιος του, ο Βίκτορ, αναγκάστηκε να μεγαλώσει μέσα στο μίσος. Όταν ο Άντονις ανακηρύσσεται πρωταθλητής, ο Ιβάν και ο Βίκτορ Ντράγκο βρίσκουν την ευκαιρία και αποφασίζουν να τον νικήσουν για να εξιλεωθούν.
Έτσι ο Άντονις πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με την κληρονομιά του πατέρα του, αν θέλει να προχωρήσει και να ξεπεράσει τα τραύματα του παρελθόντος.
Ο Δρόμος μας
Σκηνοθεσία: Κώστας Σταματόπουλος, Σήφης Στάμου, Παυλίνα Αγαλιανού
Εμφανίζονται και αφηγούνται οι: Παύλος Ορκόπουλος, Μαριάνθη Σοντάκη, Δημήτρης Αλεξανδρής και Λίλα Καφαντάρη. Επίσης, σε αφηγήσεις, απαγγελίες λογοτεχνικών κειμένων και ντοκουμέντων δανείζουν τη φωνή τους οι Δημήτρης Καταλειφός, Κώστας Καζάκος, Ελένη Γερασιμίδου και Διονύσης Ξενάκης.
Ντοκιμαντέρ αφιερωμένο στα 100 χρόνια του ΚΚΕ
Ένα ντοκιμαντέρ «καρέ-καρέ», που μέσα σε 100 λεπτά διατρέχει την πλούσια ιστορία του ΚΚΕ, με σπάνια αρχειακά ντοκουμέντα, δραματοποιημένο οπτικοακουστικό υλικό και πρωτότυπη μουσική.
Για τα γυρίσματα , δημιουργήθηκε κινηματογραφική ομάδα αποτελούμενη από τους Σήφη Στάμου και Παυλίνα Αγαλιανού, με υπεύθυνο τον Κώστα Σταματόπουλο.
«Χιλιάδες μικρές και μεγάλες πράξεις έγιναν και που συνεχίζουν να γίνονται ακόμη και τώρα που μιλάμε, μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα. Αλλά και ιστορίες, που μπορεί ποτέ να μην τις μάθουμε, γιατί αυτοί που τις έζησαν ποτέ δεν νοιάστηκαν να πουν ότι έκαναν κάτι σπουδαίο.
Με ποιο όμως σκεπτικό πορευτήκαμε, ώστε να δημιουργήσουμε ένα ντοκιμαντέρ για την ιστορία του ΚΚΕ; Προχωρήσαμε, έχοντας στο μυαλό μας ότι ένα ντοκιμαντέρ για το ΚΚΕ, δεν μπορεί παρά να λειτουργήσει ως ένα σημείο αναφοράς.
Μια αφετηρία, ένα ερέθισμα για την εργατική τάξη και το λαό, ιδιαίτερα για τη νέα γενιά, ώστε να πατήσει πάνω του και να κολυμπήσει έπειτα σε πιο βαθειά νερά. Να ανακαλύψει τι είναι αυτό που κράτησε το ΚΚΕ ζωντανό έναν αιώνα τώρα, παρά τις αντιξοότητες, τους διωγμούς, τα πολλά χρόνια παρανομίας», σημειώνει για την ταινία ο Γιάννης Κλεφτόγιαννης (υπεύθυνος Τμήματος Προπαγάνδας του ΚΚΕ).
Πηγή