Aυτή την εβδομάδα  οι αριστουργηματικοί «Κλέφτες καταστημάτων» συγκινούν με την ανθρωπιά τους.

Ο Τόμας  Βίντερμπεργκ ρίχνει φως στην τραγωδία του Κursk που συγκλόνισε την υφήλιο, ο Ζαν- Στεφάν Σοβέρ  εισχωρεί στα άδυτα των φυλακών της Ταϊλανδής, ενώ ο Μαρκ Κάζινς βλέπει τον κόσμο μέσα από τα μάτια του  Όρσον Γουέλς.

Κλέφτες Καταστημάτων (Manbiki Kazoku/Shoplifters)
Σκηνοθεσία: Χιροκάζου Κόρε-Έντα
Παίζουν: Σακούρα Αντο, Λίλι Φράνκι, Μάγκου Ματσουόκα, Τζίο Καΐρι

Μετά από μια εξόρμηση για άλλη μια μικροκλοπή, ο Οσάμου και ο γιος του συναντούν ένα μικρό κορίτσι μέσα στο κρύο. Στην αρχή  η σύζυγος του Οσάμου είναι διστακτική  για το αν πρέπει να το αφήσουν  να μείνει μαζί τους. Τελικά όμως συμφωνεί να αναλάβουν τη φροντίδα του,  αφού καταλαβαίνει ότι έχει περάσει μεγάλες δυσκολίες. Αν και η οικογένεια είναι φτωχή – ίσα ίσα τα βγάζουν πέρα με τις δουλειές τους και τις μικροκλοπές-  μοιάζουν να ζουν ευτυχισμένοι, μέχρι που ένα απρόβλεπτο γεγονός αποκαλύπτει κρυμμένα μυστικά και βάζει σε κίνδυνο τους δεσμούς που τους ενώνουν.

Ο σπουδαίος Χιροκάζου Κόρε-Έντα  υπογράφει τη συγκινητική ιστορία μιας οικογένειας που ζει στο περιθώριο της κοινωνίας και  κέρδισε  τον Χρυσό Φοίνικα στο  Φεστιβάλ Καννών, κρατώντας αυτή τη φορά και τον ρόλο του σεναριογράφου αλλά και του μοντέρ.

Μια οικογένεια ζει στα όρια της φτώχειας , αφού η σύνταξη της γιαγιάς και τα ελάχιστα χρήματα που κερδίζει ο πατέρας δεν επαρκούν ούτε για τα βασικά. Έτσι επιδίδεται σε μικροκλοπές προϊόντων από καταστήματα για να μπορέσει να επιβιώσει. Όταν ένα βράδυ ο αρχηγός της οικογένειας ο  Οσάμου  μαζί με τον γιο του συναντήσουν ένα μικρό κορίτσι, θα το πάρουν υπό την προστασία τους. Παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες τα μέλη αυτής της ιδιαίτερης οικογένειας που δεν θεωρεί πως κάνει τίποτα ανήθικο,  αγαπιούνται αληθινά και ενώνονται με ισχυρούς δεσμούς. Όμως ένα απρόβλεπτο συμβάν θα φέρει στην επιφάνεια κρυμμένα μυστικά και θα αναστατώσει την καθημερινότητά τους.
 Ο Χιροκάζου Κόρε-Έντα, με ένα αριστοτεχνικό σενάριο  γεμάτο μικρές λεπτομέρειες που δίνουν μία ποιητική διάσταση σε μία άχαρη πραγματικότητα,  συνθέτει μέσα από μία οικογενειακή ιστορία,  ένα συνταρακτικό πορτρέτο των σημερινών κοινωνιών, που αν και  αναπτύσσονται με ραγδαίους ρυθμούς, οι πολίτες τους  βιώνουν τις συνέπειες μια μεγάλης κρίσης.
 Εστιάζοντας στις ανθρώπινες σχέσεις και χωρίς να ηθικολογεί ο Κόρε-Έντα αγαπάει βαθιά αυτά τα πρόσωπα που προσπαθούν να υπάρξουν μέσα σε ένα άγριο και εξουθενωτικό σύστημα. Τα ελάχιστα προϊόντα που κλέβουν τούς βοηθούν να επιβιώσουν, στην ουσία όμως είναι η αγάπη εκείνη που τους κάνει να ζουν πραγματικά.  

Ο Ιάπωνας δημιουργός  για ακόμα μια φορά    με καθαρά ουμανιστική προσέγγιση  θέτει ζητήματα σχετικά με το τι σημαίνει  «οικογένεια», ποιος είναι αληθινός γονιός, τι είναι ηθικό και τι όχι σε μία κοινωνία που αδιαφορεί για τον άνθρωπο, αναζητώντας την αγάπη και την τρυφερότητα στα πιο απίθανα μέρη. Ταυτόχρονα με ένα απρόσμενα συναρπαστικό φινάλε ανατρέπει όλες τις σταθερές που έχει οικοδομήσει, αφήνοντας το θεατή να αποφασίσει για τους ήρωές του,   και έτσι  αποφεύγοντας τους διδακτισμούς, υπογράφει μία από τις πιο ανθρώπινες ταινίες της χρονιάς. Ταυτόχρονα οδηγεί τους εξαιρετικούς ηθοποιούς του, αλλά και τα δύο παιδιά του καστ σε μεστές ερμηνείες που αγγίζουν ευαίσθητες χορδές,  δημιουργώντας αληθινή συγκίνηση.

Kursk
Σκηνοθεσία: Τόμας Βίντερμπεργκ
Παίζουν: Ματίας Σχούναρτς, Λέα Σεϊντού, Κόλιν Φερθ, Πίτερ Σιμόνιτσεκ
 

Το K-141 KURSK, ένα ρωσικό πυρηνικό υποβρύχιο βυθίστηκε στον πυθμένα της θάλασσας του Μπάρεντς, τον Αύγουστο του 2000. Επρόκειτο για μια απλή ναυτική άσκηση που όμως είχε τραγική κατάληξη, με τη ρωσική κυβέρνηση να αρνείται – για πέντε μέρες – τη βοήθεια από τις ξένες  δυνάμεις, προτού τελικά συμφωνήσει να δεχθεί τη συνδρομή  των Βρετανών και των Νορβηγών.

H αληθινή ιστορία του Κ-141 KURSK, ενός ρώσικου πυρηνικού υποβρυχίου που βυθίστηκε στον πυθμένα της θάλασσα του Μπάρεντς, τον Αύγουστο του 2000 γίνεται ταινία  με την υπογραφή του Τόμας Βίντερμπεγκ σε παραγωγή του Λικ Μπεσόν.

Παραδόξως, ο  Βίντερμπεργκ του Δόγματος τολμάει μια disaster movie, αλλά φυσικά τη σφραγίζει με την δεξιοτεχνική του κινηματογράφηση και το   ιδιαίτερο στυλ του, χαρίζοντας ευρωπαϊκό αέρα σε μια ταινία που στα χέρια οποιουδήποτε άλλου θα ήταν μια απλή  περιπέτεια.
Ο σεναριογράφος Ρόμπερτ Ρόντνατ  ( « Η διάσωση του στρατιώτη  Ράιαν» και «Thor 2: Σκοτεινός Κόσμος» ) βασίζεται στο βιβλίο του  δημοσιογράφου Ρόμπερτ Μουρ  «A time to Die:The untold  story of Kursk tragedy» και τις μαρτυρίες του βρετανού ναυάρχου  Ντέιβιντ Ράσελ που εδώ υποδύεται ο Κόλιν Φερθ, εστιάζοντας κυρίως στον ανθρώπινο παράγοντα, αλλά και στα λάθη της κρατικής μηχανής που  ευθύνεται για αυτή τη μεγάλη τραγωδία.

Ο Βίντερμπεργκ από τη μεριά του με μακρές λήψεις δίνει έμφαση στο θέμα του χρόνου που εκπνέει, δημιουργώντας μία κλειστοφοβική ατμόσφαιρα μέσα στο υποβρύχιο. Ταυτόχρονα επιλέγει να αφηγηθεί  την ιστορία του, μέσα από τρεις διαφορετικές οπτικές:  των ανδρών του πληρώματος και του αγώνα που έδωσαν,  των ναυάρχων και των κυβερνητικών που χειρίστηκαν την υπόθεση και των οικογενειών των θυμάτων και κυρίως του γιου του κεντρικού ήρωα που τελικά υπέστησαν τις συνέπειες. Φυσικά τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, αφού  δεν υπήρξαν επιζώντες,  είναι ελάχιστα γι’ αυτό και λειτουργεί περισσότερο σε επίπεδο μυθοπλασίας παρά ντοκιμαντέρ, αποφεύγοντας τις τεχνικές λεπτομέρειες και εστιάζοντας περισσότερο στα πρόσωπα του δράματος.

Με ένα ευρυγώνιο κάδρο τη στιγμή που το Κursk βυθίζεται, το οποίο ανοίγει όταν πια όλα έχουν χαθεί, με μαεστρία καθιστά σαφείς τις προθέσεις του χωρίς να αποφεύγει  όμως μερικές μελοδραματικές στιγμές. Για αυτό άλλωστε τον κεντρικό ήρωα που ηγείται της αποστολής αν και στην πραγματικότητα δεν είχε παιδιά τον κάνει πατέρα για να υπογραμμίσει τον πόνο των οικογενειών αλλά και μιας ολόκληρης κοινωνίας που γίνεται αποδέκτης  των κυβερνητικών λαθών,  αφιερώνοντας  έτσι  την ταινία στα 71 παιδιά που έμειναν ορφανά με την τραγωδία του  Kursk.

       
Προσευχήσου Πριν Πεθάνεις  (A Prayer Before Dawn)
Σκηνοθεσία:  Ζαν-Στεφάν Σοβέρ
Παίζουν: Τζο Κόουλ
 

H  αληθινή ιστορία του Βρετανού Μπίλι Μουρ, ενός νεαρού μποξέρ που οδηγείται σε μια από τις πιο κακόφημες φυλακές της Ταϊλάνδης. Αρνούμενος να πεθάνει στη φυλακή, ο Μπίλι θα αρχίσει να εκπαιδεύεται στη φονική πολεμική τέχνη Μουάι Τάι, μια διαδικασία που θα τον κάνει να ανακαλύψει την έννοια της φιλίας, σε ένα απίστευτο ταξίδι προς τη λύτρωση.
 
Σκληρός ρεαλισμός από τον Ζακ Στεφάν Σόβερ και μία ενδιαφέρουσα μίξη ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας μέσα σε ένα αδυσώπητο ρινγκ.
Βασισμένο στα απομνημονεύματα του Βρετανού πυγμάχου Μπίλι Μουρ,  ο οποίος μάλιστα εμφανίζεται και στο τελευταίο πλάνο της ταινίας υποδυόμενος τον πατέρα του, περιγράφει τις εφιαλτικές μέρες που έζησε στις φυλακές της Ταϊλάνδης,  όταν συνελήφθη για παράνομη κατοχή κλεμμένων  αγαθών, όπλων και πιθανή χρήση ναρκωτικών.

Σε ένα περιβάλλον απίστευτης βίας, όπου οι πιθανότητες να επιβιώσει κάποιος είναι ελάχιστες, ο Μπίλι μυείται στην τέχνη του Μουάι Τάι και μέσα από ένα εξίσου άγριο άθλημα βρίσκει τελικά τον  δρόμο για  την προσωπική του κάθαρση.
Ο Σοβέρ, χρησιμοποιώντας για τους υπόλοιπους ρόλους πλην του κεντρικού  που ερμηνεύει συγκλονιστικά ο Τζον Κόουλ (γνωστός από το « Ρeaky Βlinders»),  πρώην κατάδικους που πρόσφατα απελευθερώθηκαν και γυρίζοντας στα συντρίμμια μιας αληθινής φυλακής που  ξανάφτιαξε από το μηδέν,  αποτυπώνει με μακράς διαρκείας πλάνα την ωμή αλήθεια. Στην ουσία αφήνει τους χαρακτήρες  του να ζουν σε πραγματικό χρόνο τις σκηνές της ταινίας που δίνει την αίσθηση ενός  ψευδο-ντοκιμαντέρ,  αποτυπώνοντας πώς η βία γιγαντώνεται και γίνεται κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης.

Με την κάμερα στο χέρι, περιδιαβαίνει ανάμεσα στα στιγματισμένα από τατουάζ σώματα των ηθοποιών του και καταγράφει μία εφιαλτική πραγματικότητα για να οδηγήσει τελικά τον  Μπίλι στην εξιλέωση. Μέσα σε αυτό το σύμπαν,  όπου τα ταϊλανδικά τις περισσότερες φορές δεν υποτιτλίζονται αφήνοντας αυτή τη γλωσσική επικοινωνία που βίωσε και ο ήρωας του να κυριαρχεί στην ταινία,  υπογραμμίζει τις συνθήκες που φέρνουν αυτή τη βία, δηλαδή τη φτώχεια και την εξαθλίωση,  ενώ επιτρέπει να ανθίσει  μια απόκοσμη τρυφερότητα μέσα από την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσει ο Μπίλι με μία τρανσέξουαλ κρατούμενη.

Αν και σε ορισμένα σημεία η μεγάλη διάρκεια της ταινίας τον οδήγησε σε αναπόφευκτες επαναλήψεις, ο  Σοβέρ   πετυχαίνει να δημιουργήσει μία ταινία- γροθιά που λειτουργεί  σε  αλληγορικό επίπεδο  και δημιουργεί σύμβολα στον θεατή,  αφού ξεπεράσει το πρώτο σοκ αυτής της κόλασης.


Ο Υποψήφιος (The Front Runner)

Σκηνοθεσία: Τζέισον Ράιτμαν
Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Βέρα Φαρμίγκα, Τζ. Κ. Σίμονς, Αλφρεντ Μολίνα

H άνοδος και η πτώση του χαρισματικού Γερουσιαστή Γκάρι Χαρτ, που το 1987 είχε κερδίσει τις εντυπώσεις των νεαρών ψηφοφόρων και είχε θεωρηθεί ο αδιαμφισβήτητος υποψήφιος των Δημοκρατικών για το προεδρικό χρίσμα, όταν η καμπάνια του πέρασε σε δεύτερη μοίρα εξαιτίας της αποκάλυψης μιας εξωσυζυγικής του σχέσης. Ο κίτρινος τύπος άρχισε να αλλοιώνει την πολιτική δημοσιογραφία για πρώτη φορά και ο Γερουσιαστής Χαρτ υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την προεδρική κούρσα. Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου άφησαν το σημάδι τους στην αμερικανική και διεθνή πολιτική σκηνή.

Ο Τζέισον  Ράιτμαν  («Juno», «Up In The Air»), καταγράφει  την πραγματική ιστορία της ανόδου και της πτώσης του Αμερικανού χαρισματικού πολιτικού,  Γκάρι Χαρτ.
Την άνοιξη του 1987  ο γερουσιαστής Χαρτ, καλλιεργημένος και παράλληλα γνήσιο τέκνο της Αμερικής, θεωρείται απόλυτο φαβορί  των Δημοκρατικών για την θέση του Προέδρου. Η προεκλογική του εκστρατεία πήγαινε περίφημα κι ο Χαρτ  προηγούνταν με διαφορά στις δημοσκοπήσεις, μέχρι που ήρθε στο φως  μια εξωσυζυγική του σχέση. Έκτοτε ο  δημοφιλής γερουσιαστής βρέθηκε στο στόχαστρο του Τύπου και τελικά απέσυρε την υποψηφιότητά του,  αντιμετωπίζοντας με σθένος τις επιθέσεις εναντίον του.

Βασισμένος στο βιβλίο του Ματ Μπέι, ο οποίος συνυπογράφει  και το σενάριο,   ο Ράιτμαν δεν ασχολείται τόσο με την προσωπική ζωή  του Χαρτ, που  έγινε και η αφορμή  την πτώσης του, αλλά  αναζητεί τις αιτίες  για τα γεγονότα, αποκαλύπτει την σχέση της δημοσιογραφίας με την πολιτική και δια στόματος του κεντρικού του ήρωα και προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει την έννοια της Δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου.  
Πόσο τελικά τα ΜΜΕ μπορούν να επεμβαίνουν στην ιδιωτική ζωή των πολιτικών προσώπων και ποιο άραγε ήταν το μεγάλο λάθος του γερουσιαστή,  που όντας σε διάσταση με τη σύζυγό του, αποφάσισε να περάσει λίγο χρόνο με μία νεαρή γυναίκα; Σαφώς παίρνοντας το μέρος του  Χαρτ, ο Ράιτμαν στρέφει τα βέλη του κατά του κιτρινισμού και του κουτσομπολιού και φωτίζει- αν και μονομερώς ορισμένες φορές- το πολιτικό παρασκήνιο της εποχής και το πώς τελικά το άτομο συντρίβεται κάτω από τις πιέσεις μιας συντηρητικής κοινωνίας. Με καλούς ρυθμούς και επιδέξια κινηματογράφηση, ακολουθεί τον γερουσιαστή την ομάδα του,  αλλά για τους δημοσιογράφους που στρέφονται εναντίον του όχι επειδή τον αντιπαθούν αλλά επειδή στην ουσία δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Έτσι αναρωτιέται  με πικρό χιούμορ, για το ποια είναι τελικά η αλήθεια που μετράει στην πολιτική,  ενώ ταυτόχρονα περιγράφει την καταστροφή ενός ικανού και ευφυούς άνδρα που αν και έδωσε το δικό του αξιοπρεπή αγώνα δεν κατάφερε τελικά να νικήσει το σύστημα, χωρίς όμως να αποφεύγει τα εύκολα συμπεράσματα.  

Ο Χιου Τζάκμαν ενσαρκώνει με μέτρο και κύρος τον Χαρτ, προβάλλοντας τη γοητευτική  αξιοπρέπεια  του γερουσιαστή, η Βέρα  Φαρμίγκα στον ρόλο της συζύγου του με εσωτερικότητα στέκεται στο πλευρό του, ενώ και το υπόλοιπο καστ δημιουργεί ενδιαφέροντες χαρακτήρες.

Το βλέμμα του ‘Ορσον Γουέλς (The eyes of Orson Welles)
Σκηνοθεσία: Μάρκ Κάζινς
 

 
Όταν η κόρη του Όρσον Γουέλς αποφασίζει να φέρει για πρώτη φορά στο φως τα αρχεία του πατέρα της, ένας από τους πιο ενδιαφέροντες συγχρόνους ντοκιμαντεριστες δέχεται την πρόκληση να προσεγγίσει τον δημιουργό μέσα από πτυχές που μας ήταν άγνωστες μέχρι πρότινος.

Ο Βορειο-Ιρλανδός ντοκιμαντερίστας  Μαρκ Kάζινς  έχοντας στο πλευρό του στην εκτέλεση της παραγωγής τον έμπειρο Μάικλ Μουρ,  στέλνει μία προσωπική επιστολή αγάπης σε έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της Έβδομης Τέχνης και όχι μόνο.
Έχοντας στα χέρια του αδημοσίευτα αρχεία του,  που του έχει δώσει η κόρη του   Μπέατρις, ο Κάζινς περιπλανιέται στα μέρη που έζησε και έδρασε ο μεγάλος Γουέλς προσπαθώντας να εισχωρήσει στο μυαλό μιας ιδιοφυΐας και να δει την πραγματικότητα μέσα από τα δικά του μάτια.
Με τη μορφή ενός μεγάλου γράμματος διάρκειας δύο ωρών,  συνομιλεί  στην ουσία με το είδωλό του, εστιάζοντας στα όσα εκείνος είδε και έζησε. Έτσι όχι απλώς αφηγείται αλλά αποκωδικοποιεί τη βιογραφία του, φωτίζοντας με ποιητική και εικαστική διάθεση  μικρές λεπτομέρειες  που μάλλον  υπήρξαν σημαντικές   για εκείνον, χωρίς να μένει  μόνο στην καταγραφή  γεγονότων και  πληροφοριών. Αντίθετα επιμένει στα μικρά που τον καθόρισαν,  ή ο Κάζινς θεωρεί πως τον επηρέασαν,  αποδεικνύοντας τελικά το πόσο μεγάλη επιρροή έχει πάντα το έργο και η ματιά του σπουδαίου Γουέλς.


Mortal Engines

Σκηνοθεσία: Κρίστιαν Ρίβερς
Παίζουν: Χιούγκο Γουίβινγκ, Χέρα Χίλμαρ, Ρόμπερτ Σίχαν, Τζιχάε, Ρόναν Ράφτερι, Λέιλα Τζόρτζ, Πάτρικ Μαλαχάιντ και Στέφεν Λανγκ

Πώς θα ήταν ο κόσμος μας αν οι πόλεις κινούνταν πάνω σε τροχούς, προσπαθώντας να καταβροχθίσουν η μια την άλλη; Με τη δράση τοποθετημένη χρονολογικά 1.700 χρόνια μετά την εποχή μας, ο κόσμος έχει πια καταστραφεί οικολογικά και τεχνολογικά, εξαιτίας του λεγόμενου «Εξηντάλεπτου Πολέμου», στον οποίο χρησιμοποιήθηκαν πυρηνικά όπλα και βιολογικές βόμβες που αφάνισαν ολόκληρες χώρες.
Το πρώτο μυθιστόρημα του Άγγλου συγγραφέα Φίλιπ Ριβ, το οποίο πυροδότησε τη φαντασία του σκηνοθέτη και παραγωγού Πίτερ Τζάκσον, μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη  σε μια παραγωγή υψηλών  απαιτήσεων.
Με επιρροές από τον φανταστικό κόσμο του Τόλκιν, αλλά και το οργουελικό σύμπαν,  και χρησιμοποιώντας μια πληθώρα αναφορών σε γνωστά βιβλία και ταινίες, όπως ο  «Φρανκενστάιν», ο Κρίστιαν Ρίβερς (βραβευμένος με  Όσκαρ   ειδικών εφέ)  με τη συμβολή του Πίτερ Τζάκσον  που έχει αναλάβει χρέη παραγωγού,  μας μεταφέρει σε ένα δυστοπικό μεταμέλλον όπου οι πόλεις πλέον κινούνται σε τροχούς σαν τανκς με τις μεγάλες να καταβροχθίζουν τις μικρές. Στο Λονδίνο όμως ένας νεαρός αρχαιολόγος και ιστορικός ο Τομ  Νάτσγουορθι,  που στην ουσία μελετάει τη δική μας εποχή,  θα γνωρίσει ένα περίεργο κορίτσι με μία ουλή, την Έστερ, που κρύβει ένα μεγάλο μυστικό. Εκείνη έχει βάλει σκοπό της ζωής της να δολοφονήσει τον Θάντεους Βαλεντάιν, τον δήμαρχο της πόλης, ο οποίος ευθύνεται για το θάνατο της μητέρας της.  καρδιά. Από  ένα μοιραίο γεγονός οι δυο τους θα αναγκαστούν να συνεργαστούν και ένας περίεργος δεσμός θα αναπτυχθεί μεταξύ τους. Στον αγώνα τους θα τους βοηθήσει η Άννα Φανγκ, μία ριψοκίνδυνη επαναστάτρια με την ομάδα της που οραματίζεται τη σωτηρία του πλανήτη.
Οι αναφορές της ταινίας στο σήμερα είναι εμφανείς: το αμοραλιστικό πρόσωπο της εξουσίας, το απάνθρωπο πρόσωπο του καπιταλισμού, η επέκταση της Δύσης προς   Ανατολάς, οι  δυσπρόσιτες και δύσκολα βιώσιμες πόλεις με τους αλλοτριωμένους κατοίκους, ο ταξικός διαχωρισμός και  η απειλή του οικοσυστήματος από την   τεχνολογική πρόοδο είναι μερικά από τα θέματα που θίγει  ο Ριβς,  μέσα σε έναν εντυπωσιακό κόσμο που έχει δημιουργήσει η φαντασία του Τζάκσον.
Όμως ένα σημείο και μετά, το ιδεολόγημα της ταινίας αρχίζει να μπάζει νερά, η  σύγκρουση Ευρώπης και Ανατολής μοιάζει αρκετά απλουστευτική, οι ισορροπίες χάνονται και το μόνο που μένει είναι τα φαντασμαγορικά εφέ που αναμφίβολα συνθέτουν ένα ψυχαγωγικό παραμύθι,  οπότε οι μεγάλες του ιδέες περνούν σε δεύτερο πλάνο, αφήνοντας τα ηνία στο υπερθέαμα.
Και πραγματικά σε αυτό τον τομέα, ο Τζάκσον και ο Ριβς δίνουν ρέστα συνθέτοντας ένα σύμπαν ένα φαντασμαγορικό κόσμο,  με δυνατές σκηνές δράσης που φροντίζουν  επιμελώς να  εμπλουτίζουν με κάποιες συγκινητικές  πιασάρικες  στιγμές, που συγκινούν το νεανικό κοινό. Τελικά όμως το αποτέλεσμα, που σίγουρα θα έχει και συνέχεια, καθώς πολλά ερωτηματικά αφήνονται σκοπίμως αναπάντητα, μένει σε έναν προβληματισμό πρώτου επιπέδου και δεν φτάνει την  «Τριλογία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», όπως πιθανόν θα ήλπιζαν  οι δημιουργοί της.

Ο Κόσμος σου Ανήκει (Le Monde Est à Toi/ The World Is Yours)
Σκηνοθεσία: Ρομέν Γαβράς
Παίζουν: Καρίμ Λεκλού, Ιζαμπέλ Ατζανί, Βενσάν Κασέλ, Ουλαγιά Αμαμρά, Φρανσουά Νταμιέν

Ο Φρανσουά είναι ένας μικροκακοποιός,  που ονειρεύεται να γίνει ο επίσημος διανομέας της εταιρίας παγωτών Mr. Freeze στο Μαρόκο και να μπει στον ίσιο δρόμο. Όμως οι ελπίδες του διαλύονται , όταν ανακαλύπτει πως η μητέρα του, μια έμπειρη απατεώνισσα, έχασε όλες τις οικονομίες του στον τζόγο. Η μόνη λύση που του απομένει για να βγάλει τα λεφτά που χρειάζεται, είναι να δεχτεί την πρόταση του αρχηγού της τοπικής συμμορίας και να αναλάβει μια τελευταία «δουλειά» στην Ισπανία. Τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο -και η μία γκάφα διαδέχεται την άλλη- όταν η «δουλειά» στραβώνει κι όλος ο περίγυρος του Φρανσουά βρίσκεται μπλεγμένος στην υπόθεση.

Ο Ρομέν  Γαβράς στη δεύτερη ταινία του παίζει  με τους κανόνες των γκανστερικών ταινιών,   υπογράφοντας μια   μπιντάτη  αστυνομική κωμωδία  με λαμπερό καστ.
Δανειζόμενος την ατάκα του Τόνι Μοντάνα  από τον  « Σημαδεμένο» για τον τίτλο της ταινίας,  δημιουργεί έναν μικροαπατεώνα, τον Φρανσουά που σε αντίθεση με τον ήρωα του Ντε Πάλμα δεν θέλει να ανέλθει στους κόλπους της παρανομίας,  αλλά να ξεφύγει από αυτήν και να ζήσει μία φυσιολογική ζωή. Όταν όμως οι  οικονομίες του  εξανεμίζονται, γιατί  η τυχοδιώκτρια μητέρα του τις παίζει στο τζόγο,  αναγκάζεται να εμπλακεί σε μία τελευταία δουλειά για να εξασφαλίσει τα χρήματα που θα τον βοηθήσουν να ανοίξει αντιπροσωπεία παγωτών. Τα πράγματα όμως δεν πηγαίνουν καθόλου καλά και ο Φρανσουά έχει να αντιμετωπίσει την απρόβλεπτη μητέρα του,  τον πρώην σύντροφό της, δύο ανεκδιήγητους τύπους που νομίζουν ότι είναι μεγάλοι γκάνγκστερ,   αλλά και την κοπέλα που έχει ερωτευτεί.
Με εμπειρία στα μουσικά βίντεο και τις διαφημίσεις, ο  Γαβράς έχει δημιουργήσει το δικό του ιδιαίτερο κινηματογραφικό στυλ και  αποδεικνύει το ταλέντο του στην έξυπνη χρήση της κάμερας,   ανατρέποντας τους κανόνες ενός παραδοσιακού φιλμ νουάρ, που φτάνει  στα όρια της παρωδίας ορισμένες φορές.
Δυστυχώς όμως το σενάριο που έχει στα χέρια του δεν διαθέτει ενδιαφέρουσα πλοκή ούτε χαριτωμένους διαλόγους και ο Γαβράς περιορίζεται στην επίδειξη των κινηματογραφικών τεχνικών που έχει κατακτήσει,  χρησιμοποιώντας πρωτοκλασάτους πρωταγωνιστές σε ρόλους που δεν τους έχουμε συνηθίσει- η Ατζανί για παράδειγμα εγκαταλείπει τη γαλλική της φινέτσα για να υποδυθεί τη λαϊκή μητέρα του Φρανσουά και ο  Βενσάλ Κασέλ αποποιείται τη γοητεία  του, για το ρόλο ενός αλαφροΐσκιωτου  αιθεροβάμονα-  υπογράφοντας μία ανορθόδοξη κωμωδία  με αρκετά ποπ στοιχεία, που τελικά δεν κάνει γκελ.


Ο Γκριντς (The Grinch)

Σκηνοθεσία: Σκοτ Μοσιέ, Γιάροου Τσένι
Με τις φωνές των ( στα ελληνικά) : Γιώργου Καπουτζίδη, Έφης Παπαθεοδώρου
 

Η ιστορία ενός κυνικού γκρινιάρη που θέλει να κλέψει τα Χριστούγεννα και να τα εξαφανίσει μια για πάντα. Όμως η καρδιά του θα γλυκάνει εξαιτίας του γενναιόδωρου πνεύματος ενός μικρού κοριτσιού.  

Η Illumination και η Universal, μετά τις παγκόσμιες επιτυχίες στο χώρο του animation με ταινίες όπως τα  «Minions και το  «Εγώ, ο Απαισιότατος», παρουσιάζουν φέτος την 8η μεγάλου μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων, που βασίζεται στο κλασικό αγαπημένο βιβλίο του Δρ. Σους ή Τεντ Γκέιζελ.

Ο Γκριντς ζει μοναχικά μέσα σε μια σπηλιά, με μόνη συντροφιά το αξιολάτρευτο και πιστό σκυλάκι του,  τονΜαξ. Εφοδιασμένος με εφευρέσεις και αντικείμενα για τις καθημερινές ανάγκες του, βλέπει τους γείτονές του στο χωριό Χούβιλ, μόνο όταν του τελειώσουν τα τρόφιμα και χρειαστεί προμήθειες.

Κάθε χρόνο όμως οι κάτοικοι  τού χαλάνε την ηρεμία, καθώς σχεδιάζουν όλο και πιο μεγάλους, όλο και πιο φωτεινούς, όλο και πιο έντονους εορτασμούς των Χριστουγέννων. Όταν έρχεται η στιγμή που δηλώνουν πως θα κάνουν τα Χριστούγεννα τρεις  φορές μεγαλύτερα, ο Γκριντς φτάνει στα όριά του και συνειδητοποιεί ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να ξανακερδίσει την ηρεμία του: αποφασίζει να ντυθεί Άγιος Βασίλης και να κλέψει τα Χριστούγεννα, παρέα με τον Μαξ και έναν τάρανδο!

Στο μεταξύ, στο Χούβιλ, η Σίντι-Λου, ένα κορίτσι που λατρεύει τα Χριστούγεννα, σχεδιάζει με τους φίλους της να παγιδεύσει τον Άγιο Βασίλη, έτσι ώστε να τον ευχαριστήσει από κοντά ,γιατί βοηθάει την μητέρα της να τα βγάλει πέρα. Θα καταφέρει η Σίντι-Λου να γνωρίσει τον Άγιο Βασίλη , καθώς πλησιάζουν οι γιορτές; Θα καταφέρει ο κατεργάρης Γκρίντς να σταματήσει τους εορτασμούς των κατοίκων μια και καλή;

Το Πάρκο του Τρόμου (Hell Fest)
Σκηνοθεσία: Γκρέγκορ Πλότκιν
Παίζουν: Μπεξ Τέιλορ – Κλάους, Τόνι Τοντ

Την ημέρα του Halloween μια παρέα νεαρών επισκέπτεται ένα δημοφιλές φεστιβάλ τρόμου. Όμως ανάμεσα στις ατραξιόν του πάρκου  κρύβεται ένας μανιακός δολοφόνος .

Ο Γκρέγκορ Πλότκιν   με τη συνδρομή έξι σεναριογράφων δημιουργούν ένα slasher,  που θέλει να τιμήσει τις ταινίες του είδους,  αλλά τελικά επαναλαμβάνει τον εαυτό του.
Η Νάταλι είναι φοιτήτρια και επισκέπτεται την παιδική της φίλη Μπρουκ και τη συγκάτοικό της Τέιλορ. Αν ήταν μια οποιαδήποτε άλλη εποχή του χρόνου, τα κορίτσια θα περνούσαν την ώρα τους σε συναυλίες και μπαρ Είναι όμως Halloween, που σημαίνει ότι όλοι θα πάνε στο «Πάρκο του Τρόμου», ένα περιοδεύον λούνα παρκ με τρενάκια του τρόμου, και ένα σωρό άλλες τρομακτικές δραστηριότητες.
Κάθε χρόνο χιλιάδες κόσμος επισκέπτεται το πάρκο για να ζήσει καλά σκηνοθετημένες τρομακτικές εμπειρίες που ανεβάζουν την αδρεναλίνη στα ύψη. Όμως ανάμεσα στο ενθουσιώδες κοινό υπάρχει ένας επισκέπτης που έχει έρθει  όχι για να διασκεδάσει, αλλά για να κυνηγήσει. Ενώ ο κόσμος τον αντιμετωπίζει σαν μια ακόμα ατραξιόν, κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ότι στην πραγματικότητα έχουν μπροστά τους έναν εφιάλτη.


Πηγή