Στη Ρωσία θεωρούν τον Θεόδωρο Κουρεντζή ίνδαλμα, οι συναυλίες του είναι εβδομάδες πριν sold out, οι κριτικές είναι διθυραμβικές και τον χαρακτηρίζουν «αναρχικό, ωραιοπαθή και ιδιοφυΐα» ενώ ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι δηλωμένος θαυμαστής του!
O εκρηκτικός Θεόδωρος Κουρεντζής και η Ορχήστρα και Χορωδία musicAeterna της Όπερας του Περμ, επιστρέφουν στο Μέγαρο Μουσικής.
Μία παράσταση προπομπός της Μεγάλης Εβδομάδας, παρουσιάζουν το Ρέκβιεμ του Τζουζέππε Βέρντι (με ελληνικούς υπέρτιτλους) στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης την Τρίτη 16 Απριλίου στις 8:30 μ.μ.
Ο διεθνούς ακτινοβολίας έλληνας αρχιμουσικός και τα δύο εξαίρετα μουσικά σύνολα, την έντονη προσωπικότητα των οποίων διαμόρφωσε ο ίδιος, συμπράττουν με τέσσερις κορυφαίους λυρικούς ερμηνευτές: τη σοπράνο Zarina Abaeva, τη μετζοσοπράνο Hermine May, τον τενόρο Dmitry Popov και τον μπάσο Tareq Nazmi.
Mία γεύση από το Ρέκβιεμ του Τζουζέππε Βέρντι
Ένα μεγαλειώδες έργο για τέσσερις σολίστ, διπλή χορωδία και ορχήστρα με σολιστικά φωνητικά μέρη οπερατικών διαστάσεων που εξακολουθεί να συγκλονίζει το κοινό σχεδόν 150 χρόνια μετά την πρώτη του παρουσίαση στο Μιλάνο, στον ναό του Αγίου Μάρκου.
musicAeterna της Όπερας του Περμ / Θεόδωρος Κουρεντζής
Verdi: Requiem (με ελληνικούς υπέρτιτλους)
Τρίτη 16 Απριλίου | 20:30
Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης
Θοδωρής Κουρεντζής
…είναι Έλληνας διευθυντής ορχήστρας, συνθέτης και ποιητής που εργάζεται στη Ρωσία. Γεννήθηκε στην Αθήνα και από μικρή ηλικία άρχισε τα μαθήματα πιάνου. Στα επτά του χρόνια άρχισε να μαθαίνει βιολί, ενώ στα δώδεκά του φοίτησε στο Ελληνικό Ωδείο στο Τμήμα Θεωρητικής Μουσικής και στο Τμήμα Εγχόρδων. Με την σύνθεση ασχολήθηκε για πρώτη φορά το 1987 υπό τη καθοδήγηση του καθηγητή Γιώργου Χατζηνίκου και αργότερα με το καθηγητή Σρεκ.
Το 1990 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του μουσικού συγκροτήματος «Musica Aeterna» και καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Πόρτο Χέλι. Μετά το πέρας των σπουδών (αν και είχε εξασφαλισμένη υποτροφία για τη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης) εγκαταστάθηκε στη Ρωσία και συγκεκριμένα στην Αγία Πετρούπολη, στο διάσημο Κρατικό Ωδείο της.
Δάσκαλος του ήταν η σχεδόν μυθική μορφή της σοβιετικής διεύθυνσης ορχήστρας Ηλίας Μούσιν, δάσκαλος των επίσης διάσημων Βαλέρι Γκέργκιεβ και Γιούρι Τερμικανόβ. Ο ίδιος ο μαέστρος είπε για τον Θεόδωρο Κουρετζή: «Είχα πολύ ταλαντούχους μαθητές σαν τον Γκέρκγιεβ και τον Τερμικανόβ και μια μόνο διάννοια: ήταν ο Θεόδωρος Κουρεντζής».
Στα 2002 μαζί με τη Ρωσίδα ελληνίστρια φιλόλογο Φατίμα Γιελόεβα και υπό την αιγίδα του Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού (επί υπουργίας Ευάγγελου Βενιζέλου) ίδρυσε το Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης. Το 2003 ο Κουρεντζής εντάσσεται στην Εθνική Φιλαρμονική Ορχήστρα της Ρωσίας και τον επόμενο χρόνο αναλαμβάνει επικεφαλής διευθυντής ορχήστρας στο Ακαδημαϊκό Θέατρο Όπερας & Μπαλέτου της πόλης Νοβοσιμπίρσκ. Τον Ιανουάριο του 2005 αναλαμβάνει την καλλιτεχνική οργάνωση της ορχήστρας Musica Eaterna και του συγκροτήματος New Siberian Singers.
Στη Ρωσία είναι μια εμβληματική φυσιογνωμία.
Όλες του οι συναυλίες είναι sold out μήνες πρωτύτερα, είναι δημοφιλής σε όλες τις ηλικίες και μέχρι και η χήρα του Σοστακόβιτς κατέβηκε στο καμαρίνι του να τον συγχαρεί μετά από μία παράσταση της «Λαίδης Μακμπέθ του Μτενσκ». Διευθύνει τακτικά τις καλύτερες ορχήστρες της Μόσχας. Με την ομάδα των μουσικών του ταξιδεύουν σε Ευρώπη, Αμερική και Ασία προκαλώντας πανζουρλισμό με κάθε τους παράσταση. Οι εφημερίδες δημοσιεύουν τη μία διθυραμβική κριτική μετά την άλλη χαρακτηρίζοντάς τον «αναρχικό, ωραιοπαθή και ιδιοφυΐα». Ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι δηλωμένος θαυμαστής του.
Η επιστροφή στην Ελλάδα δεν τον απασχολεί ούτε ως σκέψη. Ο σημαντικότερος λόγος που δεν θέλει να εργαστεί εκεί μόνιμα είναι η διαχρονική έλλειψη διαπαιδαγώγησης και πειθαρχίας, τόσο των μουσικών όσο και του κοινού. Επίσης, η απουσία αξιόλογης ορχήστρας.
Στα πλαίσια του διαγωνισμού Χρυσή Μάσκα 2005, ο Κουρεντζής έλαβε τέσσερα βραβεία μεταξύ το οποίων και το βραβείο του καλύτερου Διευθυντή Ορχήστρας για το έργο του Τζουζέπε Βέρντι Αΐντα. Τον Μάιο του 2006 ανέβασε, στα πλαίσια των εορτασμων των 250 χρονων από τη γέννηση του Μότσαρτ, το «Cosi fan tutte» και τους Γάμους του Φίγκαρο.
Πηγή