Κινηματογραφικές πρεμιέρες και αυτή την εβδομάδα η κούκλα Σαρλίζ Θέρον ως Υπουργός Εξωτερικών της Αμερικής ερωτεύεται τον πανέξυπνο, πλην όμως αδέξιο, παλιό της φίλο.

Παράλληλα ο Jonh Wick βουτάει και πάλι τη Νέα Υόρκη στο αίμα, ενώ μια «Ανέφικτη αγάπη» από τη Γαλλία κερδίζει τις εντυπώσεις.

Μία απίθανη σχέση

Μια Απίθανη Σχέση (Long Shot)

Σκηνοθεσία: Τζόναθαν Λεβάιν
Παίζουν: Σαρλίζ Θερόν, Σεθ Ρόγκεν, Τζουν Ντάιαν Ραφαέλ

Εκείνος, συγγραφέας σκληρών πολιτικών λόγων με ταλέντο στους μπελάδες. Εκείνη, κορυφαία διπλωμάτης με ταλέντο σε όλα.

Όταν ο Φρεντ Φλάρσκι ξανασυναντάει τον πρώτο του έρωτα, που τυχαίνει να είναι επίσης Υπουργός Εξωτερικών της Αμερικής, τη γοητεύει με το αυτοσαρκαστικό του χιούμορ. Καθώς εκείνη είναι έτοιμη να βάλει υποψηφιότητα για τον Λευκό Οίκο, προσλαμβάνει τον Φρεντ για να δώσει ζωντάνια στους προεκλογικούς της λόγους και η παράφορη χημεία τους τους οδηγεί σε ένα παράνομο, αστείο και επεισοδιακό ειδύλλιο.

Η απερίσκεπτη ανεμελιά του Φρεντ όμως θα μπορούσε να καταστρέψει την καμπάνια πριν καν ξεκινήσει.

Μια δροσερή ερωτική κομεντί που αναμειγνύει έξυπνα ένα ανατρεπτικό ρομάντζο με καυστικά πολιτικά σχόλια, και αναμένεται να γίνει από τα hit του καλοκαιριού.

Όταν η θελκτική Σαρλίζ Θερόν υποδύεται την υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, τη Σάρλοτ Φιλντ, τα πάντα μπορούν να συμβούν. Ιδεαλίστρια και γοητευτική, ακαταμάχητη και πανέξυπνη, λύνει με επιδεξιότητα διπλωματικά επεισόδια, όμως κάτι λείπει τόσο από την προσωπική της ζωή όσο και από την πολιτική της σταδιοδρομία.

Όταν ένας παλιός της φίλος, ο Φρεντ Φλάρσκι, δημοσιογράφος που έχει ξεσκεπάσει ουκ ολίγα σκάνδαλα, μπαίνει στην ομάδα της και αρχίζει να επιμελείται τους λόγους της, θα προκύψει μεταξύ τους ένα απροσδόκητο ειδύλλιο. Μόνο που την ίδια περίοδο , η Σάρλοτ ετοιμάζεται να θέσει υποψηφιότητα για την θέση του Προέδρου.

Πολιτικά παιχνίδια, ίντριγκες, αιχμές κατά του Ντόναλντ Τραμπ και φεμινισμός, που είναι της μόδας τελευταία στο Χόλιγουντ, δένουν με ένα ρομαντικό παραμύθι ανεστραμμένης Σταχτοπούτας και φτιάχνουν μια διασκεδαστική – αν κι όχι τόσο αθώα ως προς τις πραγματικές της προθέσεις- καλοκαιρινή κωμωδία.

Το σενάριο των Λιζ Χάνα («Απαγορευμένα Μυστικά») και Νταν Σέρλινγκ («Η Συνέντευξη») ακολουθεί με αυτοσαρκασμό την πεπατημένη των ρομαντικών κωμωδιών,- μάλιστα σε στιγμές σίγουρα θα σας θυμίσει ιστορικές ταινίες του είδους, όπως το «Ρretty woman»- διαθέτει έξυπνους διαλόγους, μερικές σπαρταριστές σκηνές και δυο πιασάρικους ρόλους, που ερμηνεύουν απολαυστικά η καλλονή Σαρλίζ Θερόν και ο κωμικός Σεθ Ρόγκεν.

Αν προστεθούν σε αυτά τα γυρίσματα που έχουν γίνει σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο, και οι σωστοί ρυθμοί που κρατάει ο Τζόναθαν Λεβάιν(«50/50»), το αποτέλεσμα είναι μια κωμωδία, που πραγματικά ανεβάζει τη διάθεση και δεν εκβιάζει το γέλιο.

Δεν λείπουν βέβαια τα ατοπήματα- όπως η σκηνή που η Σάρλοτ και ο Φρεντ παίρνουν ναρκωτικά- όμως μας είχε λείψει μια πολιτική σάτιρα έξυπνη και φίνα- ειδικά οι αιχμές για διάφορες περιόδους της αμερικανικής Ιστορίας είναι τρομερά επιτυχημένες- με χολιγουντιανή λάμψη.

Μια αγάπη ανέφικτη (Un Amour Impossible)

Μια αγάπη ανέφικτη (Un Amour Impossible)

Σκηνοθεσία: Κατρίν Κορσινί
Παίζουν: Βιρζινί Εφιρά, Νιλς Σνάιντερ

Τέλη δεκαετίας 1950. Η Ρασέλ, μια απλή υπάλληλος γραφείου, συναντάει τον Φιλίπ, έναν λαμπρό νέο αριστοκρατικής οικογένειας. Από τον σύντομο, αλλά παθιασμένο τους έρωτα γεννιέται η Σαντάλ. Με τον Φιλίπ να αρνείται τον γάμο λόγω διαφοράς κοινωνικής τάξης, η Ρασέλ αναγκάζεται να μεγαλώσει μόνη την κόρη της.

Βασισμένη στο ομώνυμο βραβευμένο μυθιστόρημα της Κριστίν Ανγκότ, η Κατρίν Κορσινί στη δέκατη ταινία της αφηγείται μια πολυπρισματική ιστορία αγάπης, που ήταν υποψήφια για τέσσερα Σεζάρ.

Μια νεαρή κοπέλα, η Ρασέλ, ερωτεύεται τον γόνο μιας εύπορης οικογένειας και ζει μαζί του ένα μοιραίο πάθος. Όταν όμως μένει έγκυος , εκείνος αποφασίζει να μην την παντρευτεί. Διατηρεί όμως επαφές τόσο μαζί της όσο και με την κόρη τους, τη Σαντάλ, μέχρι που μια συγκλονιστική αποκάλυψη, θα αλλάξει τις ζωές τους.

Η ανιδιοτελής κι αδιαπραγμάτευτη αγάπη μιας μητέρας για την κόρη της, ο ανεπίδοτος έρωτας μιας γυναίκας για ένα άντρα που την απορρίπτει και η αλλόκοτη εμμονή μιας κόρης για έναν πατέρα που ήταν πάντα απών αποτελούν τους βασικούς άξονες της Κορσινί, η οποία εκμεταλλευόμενη την εποχή του ’50 δίνει έναν αέρα νουβέλ βαγκ στην ταινία, δημιουργώντας ένα μωσαϊκό σχέσεων κι χαρακτήρων.

Έχοντας να καλύψει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, η Γαλλίδα δημιουργός επιλέγει να βάλει ως αφηγήτρια της ιστορίας την κόρη, και χωρίς να υπεραναλύει γεγονότα, εστιάζει στον εσωτερικό κόσμο των πρωταγωνιστών της και επιμένει σε μικρές στιγμές, οι οποίες τελικά έρχονται να συμπληρώσουν τα κενά του θεατή, όχι με αναπαραστατικό τρόπο, αλλά κεντρίζοντας τη συναισθηματική του νοημοσύνη.

Ταυτόχρονα όμως αξιοποιεί και μια άλλη διάσταση του βιβλίου της Ανγκότ, θίγοντας βαθιά ταξικά ζητήματα που επεκτείνονται στις προσωπικές ζωές και στις συμπεριφορές των ηρώων της, ενώ καταθέτει μια πολύ ενδιαφέρουσα και καθόλου στρατευμένη φεμινιστική τοποθέτηση σε σχέση με τη γυναικεία χειραφέτηση.

Όλα αυτά βρίσκουν τους τέλειους εκφραστές τους στα πρόσωπα δυο σημαντικών ηθοποιών , της Βιρζινί Εφιρά και Νιλς Σνάιντερ, που με τις μεστές ερμηνείες δίνουν πνοή στο σύμπαν της Κορσινί.

Αφίσα ταινίας
John Wick: Κεφάλαιο 3 (John Wick: Chapter 3 – Parabellum)

John Wick: Κεφάλαιο 3 (John Wick: Chapter 3 – Parabellum)

Σκηνοθεσία: Τσαντ Σταχέλσκι
Παίζουν: Κιάνου Ριβς, Εϊζια Κέιτ Ντίλον, Τζερόμ Φλιν, Ιαν ΜακΣέιν

Ο Τζον Γουίκ σκοτώνει ένα εξέχον μέλος μιας σκιώδους διεθνούς αδελφότητος και αυτόματα γίνεται στόχος για τους πιο αδίστακτους και σκληρούς εκτελεστές του κόσμου. Επικηρύσσεται για 14 εκατομμύρια δολάρια και πλέον σε κάθε του βήμα συναντά και έναν αποφασισμένο δολοφόνο.

Τρίτη περιπέτεια για τον διαβόητο δολοφόνο John Wick, τον υπερήρωα Κιάνου Ριβς, αυτή τη φορά με εξωτικό χρώμα.

«Parabellum», σημαίνει «Προετοιμάσου για πόλεμο». Είναι μέρος της περίφημης ρήσης «Si vis pacem, para bellum», η οποία μεταφράζεται ως «Αν θες ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο», πράγμα που ακούγεται και κατά τη διάρκεια της ταινίας.

Τώρα βέβαια γιατί μια τέτοιου είδους θέση και ακόμα περισσότερο μια ταινία που σχεδόν ηρωοποιεί τοn φόνο έχει τέτοια απήχηση στο κοινό είναι άξιο απορίας και κοινωνιολογικής μελέτης.

Παρόλα αυτά κινηματογραφικά μιλώντας, το τρίτο κεφάλαιο του John Wick τα έχει όλα: εντυπωσιακές χορογραφίες- αμέτρητα πιστολίδια και μαχαιρώματα- ακόμα και σε υποβρύχιες λήψεις- ποπ αισθητική και καθόλου σενάριο, αφού όλα θυμίζουν κάτι από τα δύο προηγούμενα μέρη.

Η διαφορά είναι πως εδώ έχουμε γυρίσματα στην Καζαμπλάνκα και νέους «χαρακτήρες», αλλά αυτή που αναμφίβολα κλέβει την παράσταση είναι η Αντζέλικα Χιούστον ως μαφιόζα καθηγήτρια μπαλέτου, που μπορεί να δολοφονεί εν ψυχρώ και ταυτόχρονα να συγκινείται από μια άρτια χορογραφία.

Από τις πιο αμήχανες στιγμές της ταινίας και του Κιάνου Ριβς όμως είναι η εξήγηση που δίνει στο γιατί τελικά θέλει να συνεχίσει αυτό τον ατέρμονο κύκλο αίματος και βίας: η απάντησή του είναι τόσο εξωφρενική, που πραγματικά απορείς ποιο μυαλό εμπνεύστηκε μια τόσο μελοδραματική ερμηνεία για μια ταινία που απλώς αποθεώνει τη βία.

Το μόνο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον στην τριλογία -που όπως φαίνεται μάλλον θα έχει και συνέχεια- είναι ότι όλο αυτό το αιματοκύλισμα συμβαίνει σε δημόσιους χώρους και κανείς από τους περαστικούς ποτέ δεν δίνει καμία σημασία.

Αφίσα ταινίας
Μπέργκμαν

Μπέργκμαν: Ένας Αιώνας (Ιngmar Bergman – Vermächtnis eines Jahrhundertgenies /Searching for Ingmar Bergman)

Σκηνοθεσία: Μαργκαρέτε φον Τρότα
Σενάριο: Μαργκαρέτε φον Τρότα, Φέλιξ Μέλερ

Εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, το ντοκιμαντέρ της Μαργκαρέτε φον Τρότα αποτελεί ένα συγκινητικό και τρυφερό φόρο τιμής στη ζωή και το έργο του μεγάλου Σουηδού σκηνοθέτη.

Η Μαργκαρέτε φον Τρότα, που οι κριτικοί θεωρούν ότι στα έργα της υπάρχει μια πνευματική θεματολογική συγγένεια με τον μεγάλο σκηνοθέτη – μάλιστα ο ίδιος ο Μπέργκμαν την εκτιμούσε ιδιαιτέρως- καταγράφει με εξερευνητική ματιά τη ζωή και το έργο του σπουδαίου εικονοπλάστη. Άλλωστε ο Μπέργκμαν αναμείγνυε πάντα περίτεχνα τσις ταινίες του στοιχεία της προσωπικής του ζωής, οπότε η επιλογή αυτή για τη Γερμανίδα δημιουργό έμοιαζε μονόδρομος.

Με τη βοήθεια των στενότερων συνεργατών του, καθώς και κινηματογραφιστών, προσπαθεί να αποτυπώσει τα βασικά μοτίβα και θέματα που διαπερνούν το έργο του Μπέργκμαν και τον τρόπο με τον οποίο έχει επηρεάσει σύγχρονους δημιουργούς.

Συνεντεύξεις με μέλη της οικογένειάς του, στενούς συνεργάτες όπως η Λιβ Ούλμαν, αλλά και εκπροσώπους μιας νεότερης γενιάς κινηματογραφιστών που θαυμάζουν απεριόριστα το έργο του, όπως ο Ολιβιέ Ασαγιάς, ο Ρούμπεν Οστλουντ και η Μία Χάνσεν-Λοβ, αποτελούν τη βάση της Τρότα, που ταυτόχρονα επισκέπτεται τα μέρη όπου εκείνος δούλεψε και συσχετίζει εύστοχα σκηνές από ταινίες του με προσωπικές πληροφορίες από τη ζωή του, συνθέτοντας έτσι ένα πλήρες και βαθιά ανθρώπινο πορτρέτο ενός εμβληματικού δημιουργού.

Eπίσης, θα κυκλοφορήσουν στις κινηματογραφικές αίθουσες, σε νέες ψηφιακές κόπιες, οχτώ από τις πλέον χαρακτηριστικές, αριστουργηματικές ταινίες της φιλμογραφίας του πολυβραβευμένου σκηνοθέτη.

Αφίσα ταινίας
Sugar Town: Για Μια Χούφτα Ψήφους (Ντοκιμαντέρ)

Sugar Town: Για Μια Χούφτα Ψήφους (Ντοκιμαντέρ)

Σενάριο- Σκηνοθεσία: Κίμων Τσακίρης

Ο έκπτωτος Δήμαρχος Ζαχάρως Πανταζής Χρονόπουλος καταφέρνει μια εβδομάδα πριν από τις εκλογές να του επιτραπεί να θέσει ξανά υποψηφιότητα για το ανώτατο αξίωμα της πόλης. Αποφασισμένος να νικήσει οριστικά τους αντιπάλους του και «να μην ξαναπατήσουν το πόδι τους στην περιοχή, επιστρατεύει όλα τα όπλα που τον κρατούν επί δώδεκα χρόνια απόλυτο άρχοντα της περιοχής.

Ο βραβευμένος δημιουργός Κίμων Τσακίρης ολοκληρώνει μια τριλογία ντοκιμαντέρ με φόντο τη Ζαχάρω και πρωταγωνίστρια την τοπική κοινωνία, ως καθρέφτη ολόκληρης της σύγχρονης Ελλάδας.
Έτσι επιστρέφει για μία ακόμα φορά στον τόπο αυτό για να παρακολουθήσει τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής εκστρατείας του υποψήφιου δημάρχου, εμβαθύνοντας ουσιαστικά στη σχέση πολίτη και εξουσίας.

Με αφορμή τις εκλογές στον Δήμο Ζαχάρως και την απόφαση του Δημάρχου Πανταζή Χρονόπουλου να είναι ξανά υποψήφιος για το αξίωμα, αν και έκπτωτος, ο Τσακίρης κινηματογραφεί με αντικειμενικότητα την εκλογική διαδικασία στην ελληνική επαρχία, παρουσιάζοντας τη μικρογραφία μιας χώρας που αναζητά σωτήρες για να εξελιχθεί.

Στο επίκεντρο βρίσκεται ο δήμαρχος, ενώ γύρω του διακλαδίζονται ένα σωρό σχέσεις με πολίτες που επιθυμούν να εκμεταλλευτούν το σύστημα, είτε πρόκειται για ψηφοφόρους είτε για στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Μάλιστα, ο υποψήφιος δήμαρχος επέτρεψε στην παραγωγή πλήρη πρόσβαση στη διαδικασία της προεκλογικής του εκστρατείας. Μία ανορθόδοξη απόφαση, αν αναλογιστούμε τα προηγούμενα δύο ντοκιμαντέρ του δημιουργού.

Η εξήγηση που δίνει ο Τσακίρης είναι διαφωτιστική σε ό,τι αφορά στο ύφος που χαρακτηρίζει την προσέγγισή του: «Νομίζω ότι το κλειδί είναι ότι δεν παραπλανήσαμε κανέναν και δεν μπήκαμε ποτέ στη διαδικασία να κρύψουμε κάτι.

Ο δήμαρχος μάς επέτρεψε την πρόσβαση σε μια μάλλον ενοχλητική πραγματικότητα αι εμείς την παρουσιάσαμε χωρίς δισταγμό, αλλά με αντικειμενικότητα. Δεν κάναμε ντοκιμαντέρ προπαγάνδας και αφήσαμε το θέμα ανοιχτό για να καταλήξει ο θεατής στα δικά του συμπεράσματα».

Άλλωστε, όπως ακούγεται κάποια στιγμή στο ντοκιμαντέρ: «H Ζαχάρω είναι μια μικρογραφία της Ελλάδας. Δεν υπάρχει κάτι εδώ, που δε συμβαίνει και αλλού…»

Επαναναπροβολή:

Αφίσα ταινίας
Αλεξάντερ Νιέφσκι (Aleksandr Nevskiy)

Αλεξάντερ Νιέφσκι (Aleksandr Nevskiy)

Σκηνοθεσία Σεργκέι Αϊζενστάιν
Παίζουν: Νικολάι Τσερκάσοφ, Νικολάι Οχλάπκοφ, Βαλεντίνα Ιβάσοβα

Κατά τον 13ο αιώνα η Ρωσία είχε κυριευτεί από ξένους εισβολείς. Τότε ο Πρίγκιπας της Ρωσίας Αλεξάντρ Νιέφσκι θα ανασυγκροτήσει τον στρατό και θα δημιουργήσει έτσι μια ισχυρή δύναμη που θα κληθεί να υπερασπίσει τη χώρα.

Το αριστουργηματικό ιστορικό έπος του Σεργκέι Αϊζενστάιν κι η πρώτη του ομιλούσα ταινία , που επηρέασε γενιές σκηνοθετών και δικαίως κατατάσσεται ανάμεσα στις πλέον εμβληματικές στην Ιστορία του Σινεμά.

Μετά τη νίκη του επί των Σουηδών στον ποταμό Νέβα, ο πρίγκιπας Αλεξάντρ Νιέφσκι έχει αποσυρθεί από τη στρατιωτική δράση.
Όταν όμως το 1242 οι Τεύτονες ιππότες εισβάλλουν στη Ρωσία, επιστρέφει στη δράση, ανασυγκροτεί τον ρωσικό στρατό και αναλαμβάνει να τους αντιμετωπίσει στην παγωμένη λίμνη Τσουντ, η οποία γίνεται τάφος τους.

Για την ιστορία αξίζει να αναφέρουμε ότι η ταινία γυρίστηκε κατόπιν παράκλησης του Ιωσήφ Στάλιν, το 1938. Σκοπός ήταν η δημιουργία ενός έπους που θα τόνωνε το εθνικό συναίσθημα των σοβιετικών εν όψει της επαπειλούμενης ναζιστικής εισβολής στη Σοβιετική Ένωση, γι’ αυτό και η ταινία περιορίσθηκε στα γεγονότα του 1241 – 1242 μ.Χ.

Πάνω σε μουσική του Σεργκέι Προκόφιεφ λοιπόν, ο Αϊζενστάιν υπογράφει αριστούργημα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού , που αποτελεί παράδειγμα αρμονικής σύζευξης εικόνας και μουσικής.

Ο μεγάλος δημιουργός έστησε ουσιαστικά τα πλάνα και τον ρυθμό της ταινίας σαν μια κινηματογραφική παρτιτούρα, που έχει ως αποτέλεσμα μια υποβλητική οπτικοακουστική σύνθεση υψηλής αισθητικής και μεγάλης δραματικής έντασης. όπου η μουσική κι η εικόνα συνυπάρχουν αντιστικτικά.


Πηγή