Σωτήρια αποδεικνύονται τα καλοκαιρινά μελτέμια για ένα μεγάλο μέρος της χώρας. Εκτιμάται ότι ακόμα και μετά 50 χρόνια, όταν η μέγιστη θερμοκρασία στη χώρα θα έχει αυξηθεί κατά 2-3 βαθμούς το καλοκαίρι, οι δείκτες δυσφορίας θα είναι χαμηλότεροι στη χώρα μας από ό,τι σε άλλες περιοχές της Μεσογείου.

Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες του Κέντρου Ερευνας Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών, από το 1895 έως το 2015 οι ημέρες με ισχυρό καύσωνα στη χώρα μας αυξήθηκαν κατά 10 ή περισσότερες ημέρες. Υπολογίζεται ότι στο τέλος του 21ου αιώνα η αύξηση της μέσης ετήσιας θερμοκρασίας θα προσεγγίσει στην ηπειρωτική Ελλάδα τους 3 βαθμούς Κελσίου στο μετριοπαθές σενάριο και θα αγγίξει τους 5 βαθμούς Κελσίου στο ακραίο σενάριο. Η αύξηση αυτή θα είναι μεγαλύτερη κατά 1 βαθμό Κελσίου τους καλοκαιρινούς μήνες. «Οι καύσωνες είναι φαινόμενα που στη χώρα μας μετριάζονται από τα μελτέμια», εξηγεί ο Χρήστος Ζερεφός, ακαδημαϊκός και επόπτης του Κέντρου Ερευνας. «Στην Ανατολική Ελλάδα και στο Αιγαίο, οι άνεμοι μετριάζουν πάρα πολύ το πρόβλημα. Γι’ αυτό και στους μεγαλύτερους καύσωνες των τελευταίων ετών, το 1987, το 2007, το 2009 και το 2017, η Ανατολική Ελλάδα δεν αντιμετώπισε το ίδιο πρόβλημα».

Πρόσφατη έρευνα που έγινε από το Κέντρο Ερευνας της Ακαδημίας Αθηνών για λογαριασμό του ΙΝΣΕΤΕ εκτίμησε ότι ακόμα και έπειτα από μισό αιώνα, όταν η μέση και η ανώτατη θερμοκρασία στη χώρα θα έχει ανέλθει κατά 2-3 βαθμούς, στη χώρα μας οι συνθήκες θα είναι καλύτερες από άλλες χώρες της Μεσογείου. «Το πρόβλημα θα είναι μεγαλύτερο στη Δυτική Ελλάδα», επισημαίνει ο κ. Ζερεφός. Υπολογίζεται ότι στο τέλος του αιώνα στη Θεσσαλονίκη, σε περιοχές της Δυτικής Ελλάδας, της Νότιας Κρήτης και των Δωδεκανήσων ο αριθμός των ημερών με έντονη δυσφορία θα αυξηθεί έως και 40 ημέρες το έτος.

Ποιες θα είναι οι συνέπειες της αύξησης των περιόδων με πολύ υψηλές θερμοκρασίες; Σύμφωνα με το Κέντρο Ερευνας της Ακαδημίας Αθηνών, μια σημαντική επίπτωση είναι η αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για ψύξη το καλοκαίρι. Ειδικότερα, εκτιμάται ότι στα πεδινά της ηπειρωτικής Ελλάδας θα υπάρχει αυξημένη ανάγκη ψύξης έως και 40 επιπλέον ημέρες τον χρόνο κατά την περίοδο 2071-2100, ενώ στις νησιωτικές και ορεινές περιοχές οι αυξήσεις στη ζήτηση θα είναι μικρότερες.

Τα χαρακτηριστικά της προβλεπόμενης κλιματικής αλλαγής θα διαμορφώσουν μια νέα πραγματικότητα σε όρους επικινδυνότητας και τρωτότητας από πυρκαγιές. Οπως αναφέρει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας για την κλιματική αλλαγή (2011), η διάρκεια της ξηρής περιόδου θα αυξηθεί επιπλέον κατά 40 ημέρες μέχρι το 2100. Αντίστοιχα, ο άνεμος κατά το θέρος θα αυξηθεί περίπου σε ένταση κατά 10% και αντίστοιχα θα μειωθεί η σχετική υγρασία. Επιπρόσθετα, ο αριθμός των ημερών με εξαιρετικά αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς θα ξεπεράσει τις 40 στο τέλος του 21ου αιώνα.

«Ο καύσωνας του 1987 άλλαξε τον τρόπο προστασίας του πληθυσμού στη χώρα μας, καθώς τοποθετήθηκαν κλιματιστικά στα νοσοκομεία και στους δημόσιους χώρους», λέει ο κ. Ζερεφός. Βλέπουμε σήμερα ότι οι συνέπειες του καύσωνα στις ευπαθείς ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά, είναι πολύ περιορισμένες σε σχέση με το παρελθόν.

Πηγή