Πολλοί πιστεύουν ότι μπορούν να εκπαιδεύσουν τον οργανισμό τους να χρειάζεται λιγότερο ύπνο, αλλά η αλήθεια είναι ότι κάνουν λάθος, όπως επισημαίνει η δρ Σίγκριντ Βάσεϊ, καθηγήτρια του Κέντρου Υπνου και Κιρκαδικής Νευροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Πέρελμαν του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια.
Μπορεί να νιώθουμε ότι τα καταφέρνουμε καλά με λίγο ύπνο, αλλά στην πραγματικότητα αυτό είναι αυταπάτη, εξηγεί η δρ Βάσεϊ, διότι και σε αυτή την περίπτωση ο λίγος ύπνος διαταράσσει την επίγνωσή μας. «Οσο περισσότερο στερήστε ύπνου για μεγάλα χρονικά διαστήματα, τόσο λιγότερη ευθυκρισία έχετε και κατά συνέπεια δεν μπορείτε να κρίνετε με ορθότητα την ποιότητα του ύπνου σας», εξηγεί.
Πολλές μελέτες έδειξαν ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να προσαρμοστούν λειτουργικά σε λιγότερο ύπνο από αυτόν που χρειάζεται ο οργανισμός τους. Βέβαια, οι ώρες του φυσιολογικού ύπνου κυμαίνονται, αλλά οι περισσότεροι υγιείς ενήλικες χρειάζονται από επτά έως εννέα ώρες ύπνου κάθε βράδυ, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Ιδρύματος Υπνου. Αυτοί που έχουν κλείσει τα 65 έτη ζωής χρειάζονται από επτά έως οκτώ ώρες, ενώ οι έφηβοι χρειάζονται από οκτώ έως δέκα ώρες. Τα παιδιά σχολικής ηλικίας χρειάζονται εννέα με ένδεκα ώρες ύπνου ημερησίως, ενώ η απόδοση αυτών που δεν έχουν κοιμηθεί αρκετά είναι πάντα ελλειμματική.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι πάντα τόσο απλά, αφού κάποια προβλήματα υγείας, όπως ο πόνος, η υπνική άπνοια, αλλά και κάποια αυτοάνοσα νοσήματα αυξάνουν την ανάγκη μας σε ύπνο, επισημαίνει η Αντρεα Μέρεντιθ, νευρολόγος της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ. Την ίδια στιγμή, η κακή ρύθμιση του βιολογικού μας ρολογιού μπορεί προκαλέσει την αύξηση των αναγκών μας σε ύπνο.
Πηγή: Kathimerini.gr