Η ανάπτυξη ενισχύεται κυρίως από τη σημαντική άνοδο των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, τονίζει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
Στο 2,6% εκτιμά το ΚΕΠΕ ότι θα διαμορφωθεί ο ρυθμός ανάπτυξης το πρώτο εξάμηνο του 2020, έναντι πρόβλεψης της κυβέρνησης για 2,8% και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για 2,3% στο σύνολο του έτους.
Για το 2019, το ΚΕΠΕ αναθεώρησε επί τα βελτίω προηγούμενη πρόβλεψή του που ανέφερε ρυθμό ανάπτυξης 1,7% και τώρα εκτιμά ότι αυτός έφτασε στο 2,3%.
Οι προβλέψεις του υποδείγματος παραγόντων του ΚΕΠΕ για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές του πραγματικού ΑΕΠ αναφέρουν ότι ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ το δεύτερο εξάμηνο του 2019 θα διαμορφωθεί στο 2,5% και για το σύνολο του έτους στο 2,3%. Οι προβλέψεις αυτές ενσωματώνουν τα επίσημα δημοσιευμένα στοιχεία για τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2019, καθώς και την εκτίμηση ρυθμού μεταβολής 2,7% για το τέταρτο τρίμηνο.
Για το 2020, προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 3,2% το πρώτο τρίμηνο και υποχώρηση στο 2% το δεύτερο τρίμηνο.
Το ΚΕΠΕ επισημαίνει ότι η ανάπτυξη ενισχύεται κυρίως από τη σημαντική άνοδο των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών. Η άνοδος της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης παραμένει υποτονική, «ενώ η ενίσχυση των επενδύσεων εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έλλειψη σταθερότητας», σημειώνει.
Σύμφωνα με το Κέντρο, «η εκτιμώμενη πορεία του πραγματικού ΑΕΠ στο τέλος του 2019 αλλά και κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 δύναται να κινηθεί περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκά σε σχέση με τις ως άνω προβλέψεις, ανάλογα με τις εξελίξεις σε ένα ευρύτερο φάσμα κρίσιμων και αποφασιστικών παραγόντων, οι οποίες θα συνδιαμορφώσουν και το συνολικό οικονομικό περιβάλλον στη χώρα. Οι παράγοντες αυτοί είναι συνυφασμένοι με την πορεία των βασικών συνιστωσών του ΑΕΠ, την περαιτέρω ενδυνάμωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, τις επιδράσεις των πρόσφατων μέτρων οικονομικής πολιτικής, καθώς και την εξέλιξη της αναπτυξιακής δυναμικής σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Παράλληλα, καίριο ρόλο αναμένεται να διαδραματίσουν βραχυπρόθεσμα αλλά και μεσοπρόθεσμα οι γεωπολιτικές εξελίξεις, καθώς και το ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών».