Οι πληθυσμοί αγριομέλισσας μειώνονται δραματικά και τα έντομα αυτά κινδυνεύουν με αφανισμό εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Κάπου διάβασα ότι οι πληθυσμοί αγριομέλισσας μειώνονται δραματικά και τα έντομα αυτά κινδυνεύουν με αφανισμό εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Οττάβας και του University College του Λονδίνου, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από 550.000 παρατηρήσεις, συνέκριναν την κατανομή 66 ειδών αγριομέλισσας κατά τις περιόδους 1901-1974 και 2000-2014. Οι πληθυσμοί συρρικνώθηκαν κατά 17% στην Ευρώπη και κατά ένα, εντυπωσιακό, 46% στη Βόρεια Αμερική.
Προφανώς, ο τρόπος με τον οποίο επεξεργάζεται κανείς αυτή τη βιβλική καταστροφή διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Παρά τις προσπάθειες της Γκρέτα Τούνμπεργκ, μόνο πρόσφατα κατάφερα να συλλάβω την έννοια της κλιματικής αλλαγής, η οποία, όπως πιστεύω, έχει εξαπολύσει δριμύτατη επίθεση στο παρελθόν που έχει χαραχθεί στη μνήμη μου.
Στην πόλη όπου μεγάλωσα, η χλωρίδα και η πανίδα παρέμεναν σταθερές και η έννοια του αφανισμού των ειδών ήταν εντελώς ξένη και παράδοξη. Προφανώς το πουλί Ντόντο, που αφανίστηκε από τον Μαυρίκιο στα τέλη του 1600, ποτέ δεν εμφανίστηκε στα προάστια της Νέας Υόρκης. Η πιτσιλωτή κουκουβάγια, η πιθανή εξαφάνιση της οποίας προκάλεσε το κλείσιμο επιχειρήσεων υλοτομίας, και το μικρό ψάρι Percina tanasi, που κινδυνεύει με αφανισμό και καθυστέρησε την κατασκευή ενός μεγάλου φράγματος, όλα βρίσκονταν σε άλλες πολιτείες. Και φυσικά τα δελφίνια του ποταμού Γιανγκτσέ δεν κολύμπησαν ποτέ κοντά στο Τέναφλαϊ του Νιου Τζέρσεϊ.
Σίγουρα, όμως, οι καμπάνες ήδη χτυπούν διαρκώς, μανιασμένα, για όλα τα ζώα της παιδικής μου ηλικίας. Οταν ήμουν περίπου δέκα ετών, μια μικρή πράσινη σαλαμάνδρα, που γινόταν πορτοκαλιά κατά την ενηλικίωσή της για να ξαναπάρει το αρχικό της χρώμα αργότερα, γέμιζε με ενθουσιασμό την παιδική μου ψυχή. Οταν οι επιστήμονες ανακοίνωσαν το 1990 ότι οι πληθυσμοί βατράχων και σαλαμανδρών ελαττώνονται σημαντικά, η είδηση απέσπασε κάποιες από τις αναμνήσεις που είχα από εκείνη την εποχή.
Την περασμένη χρονιά, δημοσιεύθηκε μια μελέτη η οποία υποδεικνύει ότι οι πληθυσμοί των πτηνών σε ΗΠΑ και Καναδά έχουν μειωθεί κατά 29% τα τελευταία πενήντα χρόνια. Συχνά πήγαινα και παρατηρούσα τα πουλιά με τη μητέρα μου και θυμάμαι πολύ καλά τη φορά που ζήτησα από τον αρχηγό της προσκοπικής μου ομάδας να μου δώσει τρία σήματα για τη μίμηση της λαλιάς των φτερωτών φίλων μου.
Οταν διάβασα για πρώτη φορά τη μελέτη για τα πουλιά, θεώρησα καλό να ελέγξω την τύχη των πιο αγαπημένων της παιδικής μου ηλικίας. Ομως, έφτασα γρήγορα στο σημείο της έκθεσης που ανέφερε ότι ακόμη και τα σπουργίτια και οι κοκκινολαίμηδες έχουν μειωθεί σημαντικά. Αποκαρδιώθηκα και εγκατέλειψα την αρχική μου ιδέα.
Πιστεύω ότι τα αγαπημένα είδη των παιδικών μου χρόνων έχουν μειωθεί κατά 30%.
Αντιλήφθηκα ότι οι παιδικές μου αναμνήσεις έχουν την τάση να προσαρμόζονται στις πληροφορίες του παρόντος. Οταν έκλεισα τα πενήντα, αφού πέθανε ο ένας γονιός και μετακόμισε ο άλλος, επέστρεψα στον τόπο μου, το Τέναφλαϊ, για τρεις ημέρες, σαν τουρίστας. Διασκέδασα, αλλά μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι δεν είδα παιδιά να κάνουν ποδήλατο, το μοναδικό μέσο μετακίνησης των παιδικών μου φίλων μέχρι την αποφοίτησή μας από το γυμνάσιο. Οι γνώριμοι δρόμοι έμοιαζαν εγκαταλελειμμένοι, σαν να βρισκόμασταν σε επεισόδιο της «Ζώνης του λυκόφωτος».
Οι αναμνήσεις
Αναλόγως έγιναν πολύ αχνότερες και οι αναμνήσεις μου. Θυμάμαι ότι είχαμε ένα μικρό κήπο γεμάτο λουλούδια, όπου μαζεύονταν μέλισσες, σφήκες και βομβίνοι. Αρχικά φοβόμουν τα έντομα, τρόμο που μου είχε εμφυσήσει η γιαγιά μου, η οποία ζούσε στο Μανχάταν. Ομως οι βομβίνοι, οι μπάμπουρες, μου άρεσαν γιατί ήταν χνουδωτοί, το πέταγμα έμοιαζε να τους κουράζει τόσο πολύ και γιατί οι γονείς μου μου είχαν υποσχεθεί ότι δεν επρόκειτο να με τσιμπήσουν ποτέ. Και πράγματι, δεν με τσίμπησαν ποτέ.
Πολλά πράγματα άλλαξαν από τότε. Η γάτα μου, που περιδιάβαινε με τις ώρες στον κήπο, γέρασε και πέθανε και πολλά από τα φυτά μαράθηκαν. Ολα αυτά τα γεγονότα τα βίωσα, καθώς εξελίσσονταν αργά, σε πραγματικό χρόνο. Εν αντιθέσει με τη δραματική μείωση των πληθυσμών των αγριομελισσών, των πτηνών και τόσων άλλων ειδών, αυτά τα συμβάντα ήταν στο πλαίσιο του φυσιολογικού και δεν προκαλούσαν κάποια ανησυχία. Στη συνέχεια έφυγα από το σπίτι και τον τόπο μου για να σπουδάσω, ακριβώς το 1974, τη χρονιά που ολοκληρώθηκε το «πριν» της μελέτης για τις αγριομέλισσες.
Σήμερα όμως ζούμε στο «μετά», και μπορεί κανείς να παρακολουθήσει το πέρασμα του χρόνου μετρώντας τους αφανισμούς των ειδών. Οι αλλαγές μοιάζουν αιφνίδιες και καμία τους δεν είναι θετική. Στο μυαλό μου, η κασέτα τρέχει προς τα πίσω και ξαφνικά καταστρέφεται. Η ικανότητα της μνήμης εξασθενεί. Χωρίς ποδήλατα, χωρίς πουλιά, χωρίς αγριομέλισσες. Το τοπίο του παρελθόντος μου έχει ισοπεδωθεί. Μοιάζει πλέον με μια πεδιάδα χωρίς κανένα χαρακτηριστικό, ακριβώς όπως και το μέλλον.