Τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού επηρέασαν αρχικά την προσφορά, μέσα από το κλείσιμο εγκαταστάσεων και τις διακοπές σε αλυσίδες εφοδιασμού, και στη συνέχεια απέσυραν σε μεγάλο βαθμό το λιανικό εμπόριο από την αγορά.

Σε όλο τον κόσμο οι κυβερνήσεις προσπαθούν να χειριστούν τον κορωνοϊό και οι ειδικοί στη δημόσια υγεία έχουν ηγετικό ρόλο. Το υγειονομικό φαινόμενο όμως του κορωνοϊού έχει άμεσες και μεσομακροπρόθεσμες οικονομικές συνέπειες. Οι άμεσες είναι αποτέλεσμα των περιοριστικών μέτρων που η συντριπτική πλειονότητα των χωρών που προσβλήθηκαν έχει επιβάλει. Τα μέτρα αυτά επηρέασαν αρχικά την προσφορά, μέσα από το κλείσιμο εγκαταστάσεων και από τις διακοπές σε αλυσίδες εφοδιασμού, και στη συνέχεια απέσυραν σε μεγάλο βαθμό το λιανικό εμπόριο από την αγορά. Η διαμόρφωση αρνητικής ψυχολογίας και η επίπτωση των μέτρων στα εισοδήματα θα συρρικνώσουν μεσοπρόθεσμα τη ζήτηση. Η καθυστέρηση επενδύσεων, η καθυστέρηση πληρωμών και η αύξηση της ανεργίας είναι φυσικά επακόλουθα της συμπίεσης της ζήτησης και της προσφοράς και θα οδηγήσουν σε σημαντική μείωση της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας. Η κατάσταση θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε διευρυνόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα και σε αυξημένη πίεση στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών.

Τρεις είναι οι κύριες μεταβλητές που συνδιαμορφώνουν την ιδιόρρυθμη «κρίση» του κορωνοϊού και θα προσδιορίσουν τον χρόνο και την ταχύτητα εξόδου από τη σημερινή οικονομική πίεση:

Η διάρκεια και η ένταση του υγειονομικού φαινομένου.

Η οικονομική διασυνδεσιμότητα με τρίτες χώρες που έχουν χτυπηθεί σε διαφορετικό βαθμό από τον ιό.

Τα μέτρα για την αντιμετώπισή του.

Η πρόσφατη μελέτη προσομοίωσης του COVID-19 από ερευνητές του Imperial College δείχνει ότι η αιχμή του φαινομένου είναι περίπου τρεις μήνες από τον εντοπισμό του. Ισχυρά μέτρα περιορισμού έχουν σημαντικό αποτέλεσμα, αλλά μόνον όσο είναι σε ισχύ. Η πλήρης άρση τους θα οδηγήσει σε νέα επιτάχυνση της επιδημίας αλλά με μικρότερη ένταση. Για τους ερευνητές, το τελικό σημείο θα είναι η εμφάνιση επαρκούς φαρμακευτικής αντιμετώπισης (φάρμακο, εμβόλιο) του COVID-19, την οποία τοποθετούν, εκτός απροόπτου, 12 με 18 μήνες μακριά.

Πιο ευπρόσβλητες αρχικά είναι οι προβληματικές επιχειρήσεις με ήδη μικρή ρευστότητα, τα χαμηλά εισοδήματα και οι εισπράξεις του κράτους. Η επιμήκυνση του φαινομένου θα οδηγήσει στην επέκταση των επιπτώσεων σε υγιείς ΜμΕ και στα μεσαία εισοδήματα. Η συνέχισή του θα επηρεάσει σημαντικά κάθε επιχείρηση και νοικοκυριό. Οι τράπεζες θα υποστούν καθυστερήσεις αποπληρωμών και σταδιακή αύξηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και θα χρειαστούν πρόσθετες προβλέψεις και πιθανόν πρόσθετα κεφάλαια, αν δεν αλλάξει η εποπτική προσέγγιση. Αν το υγειονομικό φαινόμενο επιμείνει για πέραν των 6 μηνών, μπορεί να προκαλέσει αρρυθμίες στην παραγωγή και διανομή ενέργειας, στην ύδρευση και στον εφοδιασμό με τρόφιμα και φάρμακα.

Οι οικονομικές προβλέψεις οργανισμών και τραπεζών μεταβάλλονται συνεχώς ως προς τον χειρισμό και διαφέρουν μεταξύ τους. Ολες όμως συγκλίνουν στο ότι η παγκόσμια οικονομία δεν θα αναπτυχθεί και η Ε.Ε. θα υποστεί σημαντική οικονομική συρρίκνωση, με χαμηλό πληθωρισμό και αρνητικά επιτόκια. Η ελληνική οικονομία θα ακολουθήσει την Ε.Ε., που αποτελεί τον κύριο εμπορικό εταίρο και τη μεγαλύτερη πηγή τουριστών.

Η Ελλάδα πήρε έγκαιρα και σκληρά μέτρα υγειονομικής προστασίας, τα οποία πιθανόν θα περιορίσουν τη διάρκεια της εξάπλωσης του ιού. Πήρε και συνεχίζει, σε συνδυασμό με την Ε.Ε. και την ΕΚΤ, μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων και προστασίας των επιχειρήσεων. Περισσότερα μέτρα μείωσης των οικονομικών επιπτώσεων θα ακολουθήσουν.

Η διάρκεια του συνολικού φαινομένου δεν αναμένεται να είναι μικρή. Για να μη δημιουργηθούν μόνιμες δομικές παραμορφώσεις, θα πρέπει σε ευρωπαϊκή κλίμακα να αντιμετωπιστεί σαν ένα παράθυρο πλήρους και πάνδημης οικονομικής αδυναμίας, και όχι σαν ένα φαινόμενο το οποίο δημιουργούν οι αγορές μέσα από τον ανταγωνισμό ή τα κράτη μέσα από τη δημοσιονομική πολιτική τους. Αν ιδωθεί σαν μια παύση της οικονομικής δραστηριότητας για λόγους ανωτέρας βίας, τότε η πολιτική αντιμετώπισης θα πρέπει να είναι ένα moratorium αμοιβαίων οικονομικών υποχρεώσεων και κάλυψη της πραγματικής οικονομικής ζημίας με νέο χρήμα. Μέτρα ενίσχυσης της ζήτησης, χωρίς ειδικές στοχεύσεις, παίρνουν προτεραιότητα. Αλλά και η στήριξη της προσφοράς μέσα από τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων είναι αναγκαία, ώστε οι οικονομικές δομές να παραμείνουν σε λειτουργία και να μπορούν να ανταποκριθούν μετά την άρση των μέτρων.

Ο βαθμός οικονομικής αλληλεξάρτησης στην Ε.Ε. είναι πολύ μεγάλος. Εθνικές στρατηγικές, όπως το κλείσιμο των εσωτερικών συνόρων, μπορεί να έχουν μονιμότερες αρνητικές επιπτώσεις απ’ ό,τι αρχικά φαίνεται.

Χρειάζεται συντονισμός πολιτικών, δημοσιονομική και νομισματική χαλάρωση προκειμένου το πλέγμα των οικονομιών της Ευρώπης να αντέξει τη μερική «παύση εργασιών» και ταυτόχρονα να διατηρήσει τις δυνατότητες που θα χρειαστεί για την επανεκκίνηση.

Σε ένα τέτοιο συμπιεσμένο περιβάλλον οι τράπεζες έχουν τον ειδικό ρόλο της διασφάλισης και κατανομής της ρευστότητας της οικονομίας, ενώ οι ίδιες, ως επιχειρήσεις, υφίστανται πίεση. Η δράση τους είναι συμπληρωματική των μέτρων του κράτους και σίγουρα απαιτεί εποπτική χαλάρωση.

Το υγειονομικό πρόβλημα θα λήξει ουσιαστικά με την εμφάνιση φαρμάκων ή εμβολίου. Μέχρι τότε, θα υπάρχουν περιοριστικά μέτρα σε ισχύ. Το οικονομικό πρόβλημα θα συνεχιστεί μέχρι την άρση των μέτρων.

Υποθέτοντας ότι δεν θα έχουν δημιουργηθεί μόνιμες οικονομικές παραμορφώσεις, η διάρκεια της προσαρμογής μπορεί να είναι 2-6 μήνες μετά το τέλος των μέτρων. Ο ιός της οικονομίας έχει ημερομηνία λήξης και ο συνδυασμός της ψυχολογικής ανακούφισης του πληθυσμού και της ετοιμότητας της οικονομίας μπορεί να οδηγήσει σε γρήγορη ανάπτυξη.

Ο κορωνοϊός επηρέασε τις ζωές μας και η διάρκειά του ίσως να είναι μακρά. Οι επιπτώσεις του στην ελληνική οικονομία, που μόλις συνέρχεται ύστερα από 10 χρόνια κρίσης, θα είναι σημαντικές. Η ουσιαστική και στιβαρή κρατική παρέμβαση, η ενίσχυση της ζήτησης, η στήριξη της προσφοράς, η ευφυής τραπεζική εποπτεία και η προσαρμοστικότητα των επιχειρήσεων και των εργαζομένων είναι κρίσιμοι παράγοντες για τη μείωση της διάρκειας του «πόνου» και για την ταχεία επανάταξη. Σε καταστάσεις «ιδιόρρυθμης κρίσης» όπως αυτή, ο πλέον αποφασιστικός, που συνήθως αναδεικνύεται και ταχύτερος στις αντιδράσεις, είναι αυτός που προσδιορίζει και τη νέα κανονικότητα. Ισχύει για κράτη· ισχύει και για επιχειρήσεις.

* Ο κ. Κώστας Σ. Μητρόπουλος είναι πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Attica Bank.

kathimerini.gr