Ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών στη μεταποίηση (δείκτης PMI) υποχώρησε τον Μάρτιο στις 42,5 μονάδες από τις 56,2 του Φεβρουαρίου, πέφτοντας κάτω από το όριο των 50 μονάδων, που υποδηλώνει ύφεση.

Επέκταση της κρίσης σε χρόνο και μάλιστα στο σύνολο των τομέων της οικονομίας, ακόμη και μετά την ομαλοποίηση της κατάστασης που έχει προκαλέσει η πανδημία, «βλέπει» το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Και αυτό, όχι μόνο διότι ακόμη υπάρχουν ισχυρή αβεβαιότητα σχετικά με την ένταση και τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού, αλλά πολύ περισσότερο διότι πρόκειται για μια κρίση που ενέχει δομικά χαρακτηριστικά και όχι μόνο συγκυριακά. Τι υπογραμμίζει με άλλα λόγια το ΙΟΒΕ; Οτι οι έκτακτες συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία του COVID-19 αποκαλύπτουν εγγενείς αδυναμίες της εθνικής οικονομίας –όπως είναι για παράδειγμα η μεγάλη εξάρτησή της από τον τουρισμό και τις εισαγωγές– αλλά και συνολικά της δομής της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Εξαιρετικά ανησυχητικές είναι την ίδια ώρα οι προβλέψεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), που κάνει λόγο για μείωση του ΑΕΠ κατά 35% στην Ελλάδα συνεπεία του κορωνοϊού. Πρόκειται μάλιστα για τη μεγαλύτερη αρχική αρνητική επίδραση μεταξύ 47 χωρών, με τον μέσο όρο να διαμορφώνεται σε μείωση του ΑΕΠ κατά 25%. Η Ελλάδα, χώρα με μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό, εκτιμάται ότι θα πληγεί βαρύτερα από όλους, με δεύτερο το Μεξικό (μείωση του ΑΕΠ περίπου κατά 30%), ενώ στο άλλο άκρο βρίσκεται η Ιρλανδία με προβλεπόμενη μείωση του ΑΕΠ κατά 15%. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, για κάθε μήνα που μένουν κλειστές οι επιχειρήσεις, υπολογίζεται ότι χάνεται 2% του ετήσιου ΑΕΠ.

Τα πρώτα έντονα αρνητικά σημάδια αποτυπώνονται ήδη στον δείκτη οικονομικού κλίματος του Μαρτίου, τον οποίο καταρτίζει το ΙΟΒΕ, με τις προσδοκίες των επιχειρηματιών να επιδεινώνονται σε όλους τους βασικούς κλάδους της οικονομίας και την καταναλωτική εμπιστοσύνη ταυτόχρονα να καταρρέει. Το χειρότερο ίσως είναι ότι οι προοπτικές για το μέλλον, έτσι όπως τις βλέπουν τόσο η αγορά όσο και τα νοικοκυριά, είναι ακόμη πιο απαισιόδοξες, γεγονός που από μόνο του είναι ικανό να επιταχύνει την πορεία προς την ύφεση. Ας σημειωθεί, άλλωστε, ότι σημαντικό μέρος των στοιχείων για τον Μάρτιο συγκεντρώθηκε πριν από τις 13 Μαρτίου, ημερομηνία κατά την οποία επιβλήθηκαν οι πρώτοι περιορισμοί στην αγορά, και για αυτό το ίδιο το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι «είναι πιθανή μια περαιτέρω, ενδεχομένως ισχυρότερη, επιδείνωση των προσδοκιών και συνολικά του κλίματος τους προσεχείς μήνες».

Τον Μάρτιο του 2020, ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα υποχώρησε στις 109,4 μονάδες έναντι 113,2 μονάδων τον Φεβρουάριο του 2020. Στη βιομηχανία, ο επιμέρους δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών υποχώρησε στις 108,7 μονάδες (από 111,3 μονάδες τον Φεβρουάριο), με την υποχώρηση αυτή να αποδίδεται κυρίως στη μείωση των προβλέψεων για την παραγωγή τους προσεχείς 3-4 μήνες. Η επιδείνωση των προσδοκιών στη βιομηχανία αποτυπώνεται ακόμη πιο έντονα στον δείκτη υπευθύνων προμηθειών στη μεταποίηση (δείκτης PMI), o οποίος τον Μάρτιο υποχώρησε στις 42,5 μονάδες από τις 56,2 μονάδες του Φεβρουαρίου, πέφτοντας κάτω από το όριο των 50 μονάδων που υποδηλώνει ύφεση. Μάλιστα, σύμφωνα με την IHS Markit που καταρτίζει τον δείκτη, η παραγωγή στη μεταποίηση μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2015, στο απόγειο δηλαδή της κρίσης χρέους στην Ελλάδα. Επίσης, το σύνολο των πωλήσεων μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2015, καθώς μειώθηκαν ή ακόμη και ακυρώθηκαν παραγγελίες τόσο από το εξωτερικό όσο και από το εσωτερικό.

Λιανεμπόριο

Πολύ πιο ορατές, ήδη από τώρα, είναι οι συνέπειες του COVID-19 στο λιανεμπόριο. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στον κλάδο υποχώρησε στις 107,4 μονάδες (από 118,5 μονάδες τον Φεβρουάριο), που αποτελεί τη χαμηλότερη επίδοση των τελευταίων 8 μηνών. Σημειώνεται, πάντως, ότι μέρος των απαντήσεων συλλέχθηκε πριν από το lockdown στο λιανεμπόριο, ενώ μέρος των απωλειών αντισταθμίζεται και από την άνοδο των επιχειρηματικών προσδοκιών στον επιμέρους κλάδο των τροφίμων. Στο λιανικό εμπόριο αυτοκινήτων ο επιμέρους δείκτης έκανε βουτιά στις 100,4 μονάδες από 124,3 μονάδες τον Φεβρουάριο. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις υπηρεσίες υποχώρησε στις 104,3 μονάδες τον Μάρτιο (από 112,1 μονάδες). Ειδικά στον κλάδο των ξενοδοχείων – εστιατορίων – τουριστικών πρακτορείων, ο δείκτης μειώθηκε στις 101,4 μονάδες (από 107,6 μονάδες).

Κατέρρευσε η καταναλωτική εμπιστοσύνη

Τον Φεβρουάριο του 2020 η καταναλωτική εμπιστοσύνη στην Ελλάδα είχε φτάσει στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 19,5 ετών, στις -4,8 μονάδες. Χρειάστηκαν μερικές εβδομάδες για να υποχωρήσει στις -16,5 μονάδες, με τη μείωση των 11,7 μονάδων να είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί διαχρονικά μεταξύ διαδοχικών μηνών. Ο λόγος είναι ότι επανήλθε στην πλειονότητα των νοικοκυριών η απαισιοδοξία για την οικονομική τους κατάσταση και η εργασιακή ανασφάλεια. Ετσι, ενώ τον Φεβρουάριο του 2020 ο δείκτης για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών ήταν +2,5 μονάδες (με το θετικό πρόσημο να σημαίνει ότι υπερτερούν οι αισιόδοξες απαντήσεις έναντι των απαισιόδοξων), τον Μάρτιο ο σχετικός δείκτης επανήλθε σε αρνητικό πρόσημο, στις -17,1 μονάδες με το 45% των νοικοκυριών (από 21% τον Φεβρουάριο) να αναμένει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης.

Την ίδια ώρα ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες παρουσίασε έντονη αύξηση τον Μάρτιο, στις +16,1 μονάδες, έναντι -0,9 μονάδων τον Φεβρουάριο. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας αυξήθηκε στο 42% (από 29% τον Φεβρουάριο).

kathimerini.gr