Βάσει του σχεδιασμού του υπουργείου Εργασίας, στις 2 Ιουνίου θα καταβληθούν οι νέες επικουρικές, με αυξήσεις που μεσοσταθμικά φθάνουν τα 99 ευρώ, σε περίπου 250.000 δικαιούχους.
Με βάση το σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης και τον ίδιο αλγόριθμο που επελέγη το 2016 θα υπολογίζονται οι επικουρικές συντάξεις για το διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2015 και εφεξής. Υπουργική απόφαση που υπέγραψε τις προηγούμενες ημέρες ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης διατηρεί σταθερό τον τρόπο υπολογισμού της νέας επικουρικής σύνταξης, όπως είχε καθοριστεί ήδη από το 2016, και ανοίγει τον δρόμο για τον υπολογισμό περίπου 75.000 περιπτώσεων που παραμένουν εκκρεμείς (από τις συνολικά περίπου 90.000 εκκρεμείς αιτήσεις στο ΕΤΕΑΕΠ). Ερχεται σε συνέχεια της σχετικής διάταξης που περιλαμβάνεται στην πρόσφατη ασφαλιστική μεταρρύθμιση (νόμος 4670/2020) και αφορά τους ασφαλισμένους σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα για την περίοδο ασφάλισης από 1/1/2015 και εφεξής.
Να σημειωθεί ότι το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης έως 31/12/2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% επί των συντάξιμων αποδοχών που υποβλήθηκαν σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης.
Αντιστοίχως, το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1/1/2015 και εφεξής υπολογίζεται σύμφωνα με τον νέο αλγόριθμο, όπως αυτός διαμορφώνεται με βάση τις ράντες της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και τους πίνακες της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το φύλο, την ηλικία συνταξιοδότησης, το προσδόκιμο ζωής, τους πίνακες θνησιμότητας, τις συνολικές ετήσιες εισφορές του ασφαλισμένου, τα έτη συσσώρευσης εισφορών, το μέσο πλήθος προστατευόμενων τέκνων, τη μέγιστη ηλικία τέκνου έως την οποία καταβάλλεται η μεταβιβαζόμενη σύνταξη, τα ποσοστά μεταβίβασης σε σύζυγο και παιδιά κ.ά.
Μάλιστα, οι ράντες αυτές υπολογίστηκαν για πρώτη φορά το 2016 και θα χρησιμοποιηθούν έως και φέτος, καθώς ο νόμος ορίζει ότι από το 2021 και εφεξής πρέπει να επικαιροποιούνται ανά τριετία.
Οπως επισημαίνουν οι ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης, αυτός ο νέος, διπλός τρόπος υπολογισμού των επικουρικών είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των συντάξεων για όσους είχαν πολλά έτη ασφάλισης και υψηλό συντάξιμο μισθό στα 160-190 ευρώ και γύρω στα 125-150 ευρώ κυρίως για μισθωτούς του πρώην ΙΚΑ με συντάξιμο μισθό κοντά στα 1.000 ευρώ.
Βέβαια, σύμφωνα με τον νόμο Βρούτση, δεν λαμβάνεται πλέον υπόψη ο περιορισμός των 1.300 ευρώ ως άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου και οδηγούσε σε σημαντικές περαιτέρω μειώσεις των επικουρικών συντάξεων. Η σχετική διάταξη κρίθηκε αντισυνταγματική και με την πρόσφατη μεταρρύθμιση άλλαξε. Μάλιστα, βάσει του σχεδιασμού του υπουργείου Εργασίας, στις 2 Ιουνίου θα καταβληθούν οι νέες επικουρικές, με αυξήσεις που μεσοσταθμικά φθάνουν τα 99 ευρώ, σε περίπου 250.000 δικαιούχους.
Σύνταξη αναπηρίας
Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση, ως βάση υπολογισμού της σύνταξης αναπηρίας λαμβάνεται το ποσό των συσσωρευμένων εισφορών κατά την ημερομηνία επέλευσης της αναπηρίας. Για τον υπολογισμό των συντάξεων αναπηρίας εφαρμόζεται η ίδια μεθοδολογία και σε κάθε περίπτωση γίνεται χρήση της κατάλληλης ράντας.
Προσοχή, όμως: Σε περίπτωση πρόσκαιρης καταβολής σύνταξης λόγω προσωρινής αναπηρίας και εφόσον αυτή διακοπεί, για τον υπολογισμό ποσού σύνταξης εκ νέου, ανεξαρτήτως της νέας κατηγορίας σύνταξης στην οποία ο ασφαλισμένος θα εμπίπτει (γήρατος, αναπηρίας, θανάτου ενεργού ασφαλισμένου), θα λαμβάνονται υπόψη και τα ποσά των καταβολών σύνταξης που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της προσωρινής αναπηρίας.
Ως βάση υπολογισμού της νέας σύνταξης λαμβάνεται:
1) Η κεφαλαιοποιημένη διαφορά κατά την ημερομηνία έναρξης καταβολής της νέας σύνταξης
• των συσσωρευμένων εισφορών στη λήξη καταβολής της τελευταίας πρόσκαιρης σύνταξης και
• των κατά διαστήματα καταβληθέντων ποσών πρόσκαιρης σύνταξης, συσσωρευμένων στη λήξη καταβολής της τελευταίας πρόσκαιρης σύνταξης.
2) Το ποσό των νέων συσσωρευμένων εισφορών που καταβλήθηκαν μετά την τελευταία πρόσκαιρη σύνταξη, κεφαλαιοποιημένο κατά την ημερομηνία έναρξης καταβολής της νέας σύνταξης.
Να σημειωθεί τέλος ότι, όπως και στον νόμο Κατρούγκαλου, έτσι και στον νέο νόμο Βρούτση διατηρείται, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση, ο μηχανισμός εξισορρόπησης. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι συντάξεις δεν αναπροσαρμόζονται στην περίπτωση που, αν αφαιρεθούν τα έξοδα από τα έσοδα του Ταμείου, το αποτέλεσμα θα προκύπτει αρνητικό, λαμβάνοντας υπόψη τα απολογιστικά στοιχεία της προηγούμενης χρήσης.