Οι συνολικές άδειες που έχουν εκδοθεί από την έναρξη του προγράμματος και μέχρι το τέλος του φετινού πρώτου τριμήνου ανέρχονται σε 7.414.
Την πρώτη ετήσια μείωση από το 2014, όταν και πρωτοεφαρμόστηκε, αναμένεται να καταγράψει φέτος το πρόγραμμα «χρυσή βίζα», μέσω του οποίου χορηγούνται άδειες παραμονής σε επενδυτές ακινήτων από χώρες εκτός Ε.Ε. Η συγκεκριμένη αγορά αναμένεται να υποστεί πλήγμα κατά το 2020, καθώς η πανδημία και τα μέτρα που την ακολούθησαν για τον περιορισμό της εξάπλωσης είχαν ως αποτέλεσμα τον εκμηδενισμό των αφίξεων νέων αγοραστών ακινήτων από χώρες όπως η Κίνα, η Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ, η Ρωσία και άλλες περιοχές απ’ όπου είχε καταγραφεί υψηλή ζήτηση τα τελευταία χρόνια.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία, οι συνολικές άδειες που έχουν εκδοθεί από την έναρξη του προγράμματος και μέχρι το τέλος του φετινού πρώτου τριμήνου ανέρχονται σε 7.414. Εξ αυτών, το 72,2%, ή 5.352, αφορά Κινέζους επενδυτές. Εν ολίγοις, επτά στις δέκα άδειες που εκδίδονται χορηγούνται σε Κινέζους, δείγμα της σημασίας της συγκεκριμένης αγοράς για την πορεία του προγράμματος. Ωστόσο, όπως σημειώνει στην «Κ» ο Αλέξανδρος Ρισβάς, επικεφαλής της δικηγορικής εταιρείας «Ρισβάς και Συνεργάτες», η οποία είναι και ενεργό μέλος του Διεθνούς Συμβουλίου Μετανάστευσης Επενδύσεων, «ουσιαστικά επί σχεδόν τρεις μήνες δεν είχαμε καμία νέα συναλλαγή και αυτό δύσκολα θα διαφοροποιηθεί τους επόμενους μήνες του έτους, πλην ίσως του τελευταίου τριμήνου, όταν είναι πιθανό να υπάρξει μια αύξηση της κινητικότητας στην αγορά». Κατά τον ίδιο, ναι μεν υπάρχει ζήτηση, ωστόσο αυτή δεν πρόκειται να εκφραστεί και να μεταφραστεί σε νέες αγοραπωλησίες ακινήτων έως το 2021 και υπό την προϋπόθεση ότι μέχρι τότε θα έχουν αποκατασταθεί πλήρως οι αεροπορικές μεταφορές.
Κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου τριμήνου, οι άδειες που εκδόθηκαν δεν ξεπερνούν τις 227, καθώς ήδη από τα τέλη Ιανουαρίου ξεκίνησαν οι περιορισμοί μετακινήσεων από την Κίνα, από την οποία προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης για το πρόγραμμα της «χρυσής βίζας». Ενας ακόμα παράγοντας που λειτουργεί ανασταλτικά για τη φετινή πορεία του προγράμματος είναι και η ψυχολογία, καθώς πολλοί ενδιαφερόμενοι επενδυτές δεν επιθυμούν να διακινδυνεύσουν να ταξιδέψουν στην Ελλάδα εν μέσω πανδημίας, ακόμα κι όταν ανοίξουν πλήρως τα σύνορα. Επιπλέον, η δυσκολία στην ολοκλήρωση συναλλαγών με άλλους τρόπους έχει λειτουργήσει αρνητικά στην πορεία του προγράμματος. «Θα μπορούσαμε να έχουμε επιτρέψει την ηλεκτρονική αποστολή δακτυλικών αποτυπωμάτων, μέσω συνεργασιών των αντίστοιχων πρεσβειών, ώστε να προχωρήσουν τουλάχιστον κάποιες από τις αιτήσεις που εκκρεμούσαν το προηγούμενο διάστημα».
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η επιτυχημένη διαχείριση της πανδημίας από τη χώρα μας λειτουργεί ως ένα επιπρόσθετο δέλεαρ, αν όχι για το 2020, τουλάχιστον για να αυξηθεί σημαντικά από το 2021 η ζήτηση και αντιστοίχως να ενισχυθούν οι συναλλαγές στην αγορά ακινήτων. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Ρισβά, οι τελευταίες ενδείξεις από το εξωτερικό καταδεικνύουν και μια αλλαγή στον προσανατολισμό αρκετών επενδυτών, ιδίως Κινέζων. «Μετά την πανδημία και την επιτυχή διαχείριση που έγινε στην Ελλάδα, αρκετοί Κινέζοι επενδυτές ενδιαφέρονται πλέον και για την απόκτηση μιας κατοικίας για ιδία χρήση», αναφέρει ο κ. Ρισβάς.