Μια κρίση έχει πάντα δύο όψεις. Η πρώτη έχει αναλυθεί επαρκώς και αφορά τις δυσμενείς συνέπειες στην οικονομική δραστηριότητα. Η δεύτερη παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον καθώς αντικατοπτρίζει την προοπτική μιας δημιουργικής καταστροφής.

Η πανδημία πέτυχε την ελληνική οικονομία σε φάση ανάκαμψης, η οποία ωστόσο ήταν μεσαίας δυναμικής και προέκυπτε σχεδόν αυτόματα, μετά τη χαμηλή πτήση της προηγούμενης δεκαετίας και σε συνδυασμό με το θετικό μομέντουμ στον τουρισμό.

Αν θέλει η Ελλάδα να ξεπεράσει τον σκόπελο με βιώσιμο τρόπο και μακροπρόθεσμη προοπτική οφείλει να κινηθεί σε τρία επίπεδα:


  • Να διατηρήσει υπό έλεγχο τα δημόσια οικονομικά της

  • Να εμβαθύνει τις μεταρρυθμίσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον

  • Να ενισχύσει τον ρυθμό των νέων επενδύσεων

Στο πρώτο σκέλος, και παρά το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος, οι εξελίξεις είναι μάλλον θετικές. Από τη μία πλευρά, η Ευρωζώνη έχει παράσχει σημαντικές διευκολύνσεις στην Ελλάδα, όπως η κατάργηση -μέχρι νεωτέρας- της υποχρέωσης να παραδίδει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση έχει πείσει για την πρόθεση να επιμείνει στη γραμμή της δημοσιονομικής εγκράτειας, όπως αντικατοπτρίζεται και στη δυνατότητα του ελληνικού κράτους να δανείζεται από τις αγορές.

Στο δεύτερο σκέλος, τα γεγονότα θα κρίνουν τελικά το εγχείρημα της διατηρήσιμης ανάπτυξης τα χρόνια που θα ακολουθήσουν, πάνω σε τρεις βασικούς άξονες:

α) Η μάχη με τη γραφειοκρατία, μεταξύ άλλων μέσω της ψηφιοποίησης διαδικασιών, δεν έχει τελειώσει. Για την ακρίβεια, μόλις άρχισε και θα πρέπει επιπλέον να συνδυαστεί με την καταπολέμηση του λεγόμενου πελατειακού κράτους, το οποίο έχει ακόμη βαθιές ρίζες στο ελληνικό σύστημα.

β) Η νέα αυτή κρίση είναι και μια νέα ευκαιρία για το απαραίτητο ξεσκαρτάρισμα στην παραγωγική βάση της οικονομίας. Υπάρχουν επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν αντικειμενικές, παροδικές πιέσεις ρευστότητας. Υπάρχουν όμως και επιχειρήσεις που για χρόνια φυτοζωούν με την ανοχή των ελληνικών θεσμών απλώς επιβιώνοντας σε βάρος του θεμιτού ανταγωνισμού. Υπάρχουν επίσης κρατικές επιχειρήσεις ζημιογόνες, οι οποίες απομυζούν χρήματα φορολογουμένων· την περίοδο 2012-2018 το ελληνικό δημόσιο δαπάνησε 2,6 δισ. ευρώ ετησίως για να καλύψει τις ζημίες ορισμένων κρατικών επιχειρήσεων.

γ) Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, κατ’ επέκταση και η απασχόληση, δεν πρόκειται να ανθίσει αν δεν περιοριστεί δραστικά και παρατεταμένα το μη μισθολογικό κόστος. Το σημερινό καθεστώς δεν αποτρέπει απλώς τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά συγχρόνως συντηρεί και ενισχύει την παραοικονομία.

Στο τρίτο σκέλος, η κυβέρνηση αφενός θα πρέπει να ανεβάσει στροφές στην προσέλκυση εγχώριων και ξένων κεφαλαίων, αφετέρου θα πρέπει να παρουσιάσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση ένα ρεαλιστικό πλάνο επενδύσεων που θα της επιτρέψει να ενταχθεί αποτελεσματικά στο νεοσύστατο ταμείο ανάκαμψης. Η έμφαση που δίνουν οι Βρυξέλλες στην πράσινη και ψηφιακή οικονομία «κουμπώνει» με το προφίλ της Ελλάδας, η οποία θα πρέπει να αξιοποιήσει τη συγκυρία για να υλοποιήσει αληθινά παραγωγικές επενδύσεις αναδιατάσσοντας τη δομή της οικονομίας της.

Η κρίση του κορωνοϊού προκαλεί ένα σοκ το οποίο, αυτήν τη φορά, θα πρέπει να αξιοποιηθεί εποικοδομητικά. Όποιος αμφιβάλλει, δεν έχει παρά να κοιτάξει στα μάτια τους σημερινούς 30άρηδες, οι οποίοι κυριολεκτικά ενηλικιώθηκαν σε συνθήκες κρίσεις χωρίς ακόμη να γνωρίζουν τι σημαίνει σταθερότητα, προοπτική και εργασιακή αξιοπρέπεια.

Οι έκτακτες και επώδυνες συνθήκες δεν νομιμοποιούν την κυβέρνηση να συντηρήσει μια σαθρή παραγωγική βάση που καταδίκασε τη χώρα στην καθίζηση. Αντιθέτως, της λύνει τα χέρια για τον απαιτούμενο μετασχηματισμό της οικονομίας. Όσο για τις υγιείς επιχειρήσεις, θα πρέπει να επιμείνουν. Όποιος διασχίσει το ποτάμι, θα βγει ενισχυμένος και στο καλό σενάριο θα βρεθεί ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της ανάπτυξης την επόμενη ημέρα.

Διάγραμμα. Ετήσια μεταβολή της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας ανά κλάδο δραστηριότητας από το 2019 στο 2020 και το 2021 στην ελληνική οικονομία (εκτιμήσεις Μαΐου 2020)*

*Το διάγραμμα κατάρτισε και παρείχε στο kathimerini.gr ο καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ Παναγιώτης Πετράκης. Απεικονίζεται η αρνητική επίπτωση της πανδημίας στους κλάδους των κατασκευών (-23%), ξενοδοχείων και εστίασης (-20%) και εμπορίου (-15%), σε ένα σκηνικό από το οποίο μόνο λίγοι κλάδοι ξεφεύγουν (υγεία, δημόσιες υπηρεσίες, αγροτική παραγωγή). Ωστόσο, τον επόμενο χρόνο (2021) και εφόσον δεν υπάρξει σοβαρή υποτροπή από έναν δεύτερο γύρο καθολικού lockdown, οι κλάδοι που θα έχουν πληγεί θα δουν και τη μεγαλύτερη ανάκαμψη.

kathimerini.gr