Ο Ιούλιος θα είναι ένας μήνας σχεδόν χαμένος για τον τουρισμό παραδέχεται μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Γιάννης Ρέτσος, ο οποίος την Πέμπτη 25 Ιουνίου θέτει υποψηφιότητα για μία ακόμα τριετή θητεία. Ο Γιάννης Ρέτσος δεν μασάει τα λόγια του: «Δεν μπορεί κανείς να προσδοκά, ακόμη και με βάση τα αισιόδοξα σενάρια, περισσότερο από το 20% με 25% των εσόδων που είχαμε πέρυσι από τον τουρισμό, κάτι το οποίο μεταφράζεται σε ένα ποσό γύρω στα 4 με 5 δισ. ευρώ», εξηγεί. Υπογραμμίζει δε πως, με δεδομένο ότι η πανδημία είναι εδώ, «και μάλιστα υπάρχει και ο φόβος νέου κύματος ανά πάσα στιγμή», η εξίσωση της φετινής λειτουργίας του κλάδου θα είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Χαρακτηρίζει τεράστια πρόκληση την υπευθυνότητα απέναντι στην πανδημία κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου και ξεκαθαρίζει πως κανείς δεν γνωρίζει πόσα ξενοδοχεία θα ανοίξουν τελικά. Απαντάει όμως και στις νύξεις για φιλοκυβερνητική στάση, τονίζοντας πως «επιδιώκαμε διαχρονικά τη συνεργασία, την επιδιώξαμε πάρα πολύ και την τελευταία τριετία με την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά και με τη σημερινή». Αυτή είναι η απάντησή του σε όποιους επικριτές θεωρούν ότι αυτή τη στιγμή ο ΣΕΤΕ είναι «ήπιος» με την κυβέρνηση.

«Ο ΣΕΤΕ οφείλει να είναι αξιόπιστος συνομιλητής οποιασδήποτε κυβέρνησης ανταποκρίνεται στα αιτήματά του» εκτιμά και υπόσχεται πως την επόμενη τριετία θα τον εξελίξει σε έναν ακόμα πιο σύγχρονο και ισχυρό κοινωνικό εταίρο, «από την καταστατική του οργάνωση μέχρι τον τρόπο που λειτουργεί, τα στελέχη του, τη στρατηγική του».

– Μετράμε ήδη τρεισήμισι μήνες από το ξέσπασμα της κρίσης στον τουρισμό. Πού βρισκόμαστε σήμερα;
– Από την αρχή της κρίσης είχαμε πει ως ΣΕΤΕ ότι θα πρέπει να παραμείνουμε πολύ ψύχραιμοι, διότι αυτό που βιώνουμε είναι κάτι το πρωτόγνωρο. Ουσιαστικά ζούμε τον «μαύρο κύκνο» της πεντηκονταετίας. Φτάσαμε σε lockdown, το οποίο κράτησε δυόμισι μήνες και συνοδεύτηκε από μια εξαιρετική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση αλλά και από όλους εμάς, τους πολίτες, που συμμορφωθήκαμε. Αυτή η συλλογική επιτυχία είναι ένα κεφάλαιο για την επόμενη μέρα. Το άνοιγμα και η μετά lockdown εποχή, όμως, μας βρήκε μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα, στις αρχές Μαΐου. Η μία τάση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μιλούσε για κλειστά σύνορα το 2020, ενώ η δεύτερη υποστήριζε την ελεύθερη μετακίνηση, τουλάχιστον εντός της Ζώνης Σένγκεν και πάντα με βάση τα υγειονομικά δεδομένα. Ευτυχώς επικράτησε η δεύτερη, οπότε σήμερα βρισκόμαστε ουσιαστικά στη νέα πραγματικότητα, στη νέα προσπάθεια επανεκκίνησης της τουριστικής οικονομίας και των μεταφορών, μέσα σε ένα πάρα πολύ δύσκολο περιβάλλον.

– Αρα, το σταδιακό άνοιγμα των επιχειρήσεων είναι αντιμέτωπο με προκλήσεις σε σχέση με το αίσθημα ασφάλειας των ταξιδιωτών και το διαθέσιμο εισόδημά τους;
– Ακριβώς. Διότι αν είχε λήξει το θέμα της πανδημίας, προφανώς θα μιλούσαμε με άλλους όρους σήμερα. Με δεδομένο ότι η πανδημία είναι εδώ, και μάλιστα υπάρχει και ο φόβος νέου κύματος ανά πάσα στιγμή, αυτό δυσκολεύει πολύ περισσότερο την εξίσωση. Σήμερα, λοιπόν, διανύουμε την περίοδο που έχει αρχίσει το σταδιακό άνοιγμα. Από την 1η Ιουλίου, με βάση την εξέλιξη και των υγειονομικών δεδομένων, αναμένουμε το άνοιγμα όλων των αεροδρομίων, και όχι μόνον Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Αρα, διαχειριζόμαστε μια σεζόν η οποία έχει κοπεί στη μέση. Η μισή έχει χαθεί. Εχουμε το δεύτερο μισό της σεζόν, στο οποίο περιλαμβάνεται το ισχυρό τρίμηνο του τουρισμού από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο. Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Γνωρίζουμε ότι ο Ιούλιος θα είναι ένας μήνας σχεδόν χαμένος. Οπότε έχουμε να αντιμετωπίσουμε δύο τεράστιες προκλήσεις. Η μία αφορά τη στάση μας απέναντι στην πανδημία κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να δείχνουμε την υπευθυνότητα που δείξαμε την εποχή του lockdown και να διατηρήσουμε την εικόνα της σοβαρής χώρας που μπορεί και διαχειρίζεται τα προβλήματά της, έχοντας να διαχειριστούμε πλέον και κόσμο από το εξωτερικό. Η δεύτερη πρόκληση αφορά το οικονομικό σκέλος. Ετσι όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα τα πράγματα και έτσι όπως μπορούμε να δούμε τώρα το άμεσο μέλλον, θεωρώ ότι δεν μπορεί κανείς να προσδοκά, με βάση τα αισιόδοξα σενάρια, περισσότερο από το 20% με 25% των εσόδων που είχαμε πέρυσι από τον τουρισμό. Κάτι το οποίο μεταφράζεται σε ένα ποσό γύρω στα 4 με 5 δισ. ευρώ.

– Είναι έτοιμος ο κλάδος –αερομεταφορές, ξενοδοχεία, ακτοπλοΐα– να διαχειριστεί κρούσματα; Θεωρείτε ότι υπάρχει επαρκής εκπαίδευση και ενημέρωση, ώστε να είναι διαχειρίσιμα τα κατά τόπους περιστατικά;
– Οσο μπορεί να είναι έτοιμος κάποιος που προσπαθεί να συνέλθει από το σοκ και να συνεχίσει να λειτουργεί. Στο κομμάτι των πρωτοκόλλων υπήρξε καθυστέρηση, σε ένα βαθμό αδικαιολόγητη. Βρέθηκαν επιχειρήσεις να λειτουργούν ουσιαστικά έχοντας ακολουθήσει εκπαιδεύσεις και πρωτόκολλα διεθνή, περιμένοντας να ανακοινωθούν τα επίσημα ελληνικά πρωτόκολλα.  Σε κάθε περίπτωση, είναι τέτοια η συσσώρευση των προβλημάτων και των δεδομένων, ώστε αυτή τη στιγμή το μεγάλο στοίχημα θα είναι η αποτελεσματική ή όχι διαχείριση των πρώτων κρουσμάτων, όταν αυτά προκύψουν. Ευχόμαστε να είναι ελάχιστα. Αποτελούν, όμως, τεράστια πρόκληση. Και εδώ πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί και ως κράτος και ως αρμόδιοι φορείς, προκειμένου να αποφεύγονται ατυχείς παρεμβάσεις, όπως για παράδειγμα αυτό που ειπώθηκε από επίσημα χείλη, ότι δηλαδή θα ανακοινώνεται το όνομα καταλύματος όταν θα εμφανίζεται κρούσμα. Το θέμα δεν είναι η διαπόμπευση ή η στέρηση του δικαιώματος στην ελπίδα για την επόμενη μέρα. Το θέμα είναι η σωστή εφαρμογή της διαδικασίας από την επιχείρηση και του κρούσματος από τις αρμόδιες υπηρεσίες, που είναι ο ΕΟΔΥ και όχι ο ξενοδόχος.

– Κυρίως οι υψηλού εισοδηματικού επιπέδου δυνητικοί ξένοι επισκέπτες, που αποτελούν και δεδηλωμένη αγορά-στόχο μας, χαρακτηρίζουν προβληματική την προοπτική να περάσουν τυχόν καραντίνα σε κάποιο ξενοδοχείο πολύ υποδεέστερο από αυτό το οποίο έχουν κλείσει. Και έτσι δεν αποφασίζουν να έρθουν. Τι θα γίνει με αυτό το ζήτημα;
– Εχει ήδη παρέμβει ο ΣΕΤΕ επί του θέματος στην κυβέρνηση. Προφανώς και πρέπει να υπάρξουν ξενοδοχεία καραντίνας για να καλύψουν το μεγάλο πλήθος ξενοδοχείων και ενοικιαζόμενων δωματίων και διαμερισμάτων. Από την άλλη, πρέπει διαζευκτικά να υπάρχει η δυνατότητα και στο κατάλυμα που μπορεί, που έχει τους απαραίτητους χώρους, το απαραίτητο προσωπικό και τις συνθήκες, σε ξεχωριστό χώρο, σε ξεχωριστή πτέρυγα, να αναλαμβάνει, σε συνεργασία βέβαια με τον ΕΟΔΥ και τους υγειονομικούς, τη διαχείριση κάποιου κρούσματος που δεν χρειάζεται να νοσηλευθεί στο νοσοκομείο.

– Από τις περίπου 10.000 ξενοδοχεία που υπάρχουν στην Ελλάδα, πόσα εκτιμάτε πως θα ανοίξουν τελικά; Και με τι δυναμικότητα θα λειτουργήσουν;
– Ενας σημαντικός αριθμός είναι ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας, που αργά ή γρήγορα θα ανοίξουν. Δεν μπορούν να παραμένουν κλειστά. Δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, διότι και το προσωπικό είναι συνεχούς απασχόλησης, οπότε ουσιαστικά το κόστος για την επιχείρηση υπάρχει. Αρα, αργά ή γρήγορα, και ειδικά από τα τέλη Ιουλίου που σταματάει και το δικαίωμα των αναστολών συμβάσεων, θα κληθούν να αναλάβουν το κόστος. Για τα ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας δεν γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή πόσα θα ανοίξουν.

– Ξέρουν οι επιχειρηματίες να χρησιμοποιήσουν τα «εργαλεία επιβίωσης» που παρέχει το κράτος;
– Πολλοί όχι. Είμαστε σε στενή συνεργασία και με την κυβέρνηση και με το υπουργείο Εργασίας για να ενημερωθούν όσο γίνεται γρηγορότερα όλοι οι ξενοδόχοι για τα εργαλεία που τους δίνει η νομοθεσία, ώστε να πάρουν τις αποφάσεις τους. Διότι με τις αναμενόμενες με εγκύκλιο επεξηγήσεις, ο συνδυασμός του τρόπου σταδιακής επαναπρόσληψης εργαζομένων και το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» θα αποτελέσει βοήθημα για έναν επιχειρηματία, με δεδομένα φέτος χαμηλά έσοδα, να ανοίξει την επιχείρησή του, να μην μείνει εκτός αγοράς και βεβαίως να στηρίξει τους εργαζομένους του, κάτι που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας και ως επιχειρηματίες και ως κοινωνικός εταίρος.

Κρίσιμο διάστημα για ανασυγκρότηση

– Ποιο είναι το μάθημα της κρίσης αυτής για τον κλάδο;

– Μάθαμε ότι σε δύσκολες περιόδους μπορούμε να λειτουργήσουμε συλλογικά και υπεύθυνα. Eνα άλλο κέρδος είναι η επίσπευση κάποιων διαδικασιών που έχουν να κάνουν με τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας, που επηρεάζει άμεσα και τον τουρισμό. Στον ΣΕΤΕ, τα τελευταία χρόνια μιλάμε πάρα πολύ για τη σημασία της διαχείρισης προορισμών, του να εξελίξουμε το τουριστικό μας μοντέλο, να εμπλουτίσουμε το προϊόν μας, να στραφούμε πλέον σε νέα στρατηγική, με βάση τη βιωσιμότητα, την ψηφιοποίηση. Επιπλέον, με τη βίαιη τροπή των πραγμάτων, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι λύθηκε από τον κορωνοϊό και το πρόβλημα του υπερτουρισμού. Επειδή όμως ο τουρισμός θα ανακάμψει και μελλοντικά θα ξαναδούμε τα νούμερα του πρόσφατου παρελθόντος, θα πρέπει να εκμεταλλευθούμε αυτό το κρίσιμο διάστημα της ανασυγκρότησης, προκειμένου γρήγορα να προχωρήσουμε τις στρατηγικές μας για την επόμενη μέρα. Υποδομές προορισμών, εμπλουτισμός του προϊόντος, αλλαγή της στρατηγικής του branding της χώρας, ούτως ώστε να είμαστε πολύ πιο έτοιμοι και πολύ πιο ανταγωνιστικοί, όταν διαχειριστούμε ξανά τις ροές και τον κόσμο που είχαμε έως τις αρχές του 2020.

Εχουμε ισχυρές συμμαχίες στα διεθνή κέντρα λήψης αποφάσεων



Οπως λέει ο κ. Ρέτσος, ο τουρισμός δεν είναι μόνο τα ξενοδοχεία και τα ταξιδιωτικά γραφεία. Είναι η ακτοπλοΐα, οι αερομεταφορές, οι ενοικιάσεις αυτοκινήτων, οι ενοικιάσεις τουριστικών κατοικιών πολυτελείας, είναι οι υπαίθριες δραστηριότητες, οι εμπειρίες.

– Την προσεχή εβδομάδα έχετε τη γενική συνέλευση και τις αρχαιρεσίες του ΣΕΤΕ. Πώς κρίνετε την τριετή σας θητεία; Για ποια πράγματα είστε περήφανος;

– Πιστεύω πως ό,τι είπα το 2017 στην έναρξη της θητείας μου το κάναμε πράξη. Ο ΣΕΤΕ ανοίχτηκε στην Ευρώπη. Εχει δημιουργήσει πλέον σταθερούς δεσμούς στα κέντρα λήψης αποφάσεων, όχι μόνο σε επίπεδο Βρυξελλών και σε επίπεδο επιτρόπων, καταθέτοντας τις απόψεις του. Εχουμε πλέον μια ισχυρή συμμαχία με τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Νορβηγούς ομόλογους του ΣΕΤΕ, και μάλιστα, στη διάρκεια της κρίσης, έχουμε παρέμβει μαζί στα κέντρα λήψης αποφάσεων, με τρόπο πολύ αποφασιστικό. Αυτό λοιπόν είναι το πρώτο στο οποίο θα συνεχίσουμε να επενδύουμε. Το δεύτερο ήταν το μεγαλύτερο άνοιγμα στη βάση. Θεωρώ ότι ο ΣΕΤΕ ήρθε πιο κοντά στη βάση του, περισσότερο από ποτέ. Εγινε πλήθος ταξιδιών, επαφών, συζητήσεων και δημιουργήθηκαν ομάδες εργασίας σε πολλούς προορισμούς στη χώρα.

Αυτό μας βοήθησε, πέρα από το να εμπεδώσουμε το γεγονός ότι ως κοινωνικός εταίρος εκφράζουμε όλο τον τουρισμό, να αναδείξουμε και τα προβλήματα των προορισμών και να οδηγηθούμε και στη διαμόρφωση της στρατηγικής μας.

Ο τρίτος άξονας που είχαμε θέσει ήταν η συνεργασία με τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Επιδιώκαμε διαχρονικά τη συνεργασία, την επιδιώξαμε πάρα πολύ και την τελευταία τριετία με την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά και με τη σημερινή. Και αυτό είναι μια απάντηση σε όποιους επικριτές θεωρούν ότι αυτή τη στιγμή ο ΣΕΤΕ είναι «ήπιος» με την κυβέρνηση.

Η απάντησή μου είναι ξεκάθαρη. Ο ΣΕΤΕ οφείλει να είναι αξιόπιστος συνομιλητής οποιασδήποτε κυβέρνησης ανταποκρίνεται στα αιτήματά του. Από τη στιγμή λοιπόν που βρήκαμε την κυβέρνηση έτοιμη και δεκτική, μέσα σε αυτή την τρομερή κρίση, να ακούσει τις απόψεις και τα επιχειρήματά μας και να τα χρησιμοποιήσει πολλές φορές αυτούσια προχωρώντας σε λύσεις, θα εξακολουθήσουμε την ίδια τακτική ευθύνης.

– Θέτετε υποψηφιότητα για μια δεύτερη τριετία στην ηγεσία του ΣΕΤΕ. Ποιες είναι, κωδικοποιημένα, οι βασικές σας προτεραιότητες;

– Στόχος μου, και θεωρώ στόχος με τον οποίο θα συνταχθεί το νέο Δ.Σ., είναι ο ολικός μετασχηματισμός του ΣΕΤΕ σε σύγχρονο πλέον κοινωνικό εταίρο. Το 2017 παρέλαβα από τον Ανδρέα Ανδρεάδη έναν πολύ ισχυρό ΣΕΤΕ, πολύ διαφορετικό από το παρελθόν.

Κοινωνικός εταίρος έγινε επί της προεδρίας του, με δύο πάρα πολύ ισχυρούς βραχίονες, το INΣΕΤΕ, για τις μελέτες, την εκπαίδευση και την κατάρτιση, και τη Marketing Greece, για το branding και την προώθηση του τουρισμού. Αυτόν λοιπόν τον πανίσχυρο ΣΕΤΕ φιλοδοξώ στην επόμενη τριετία να τον εξελίξουμε σε σύγχρονο κοινωνικό εταίρο.

Και όταν λέω σύγχρονο, εννοώ σε όλη του την έκταση. Από την καταστατική του οργάνωση μέχρι τον τρόπο που λειτουργεί, τα στελέχη του, τη στρατηγική του, ο ΣΕΤΕ πλέον πρέπει να ανταποκρίνεται 100% στις σημερινές συνθήκες.

Πρέπει να είναι ο ηγέτης του τουρισμού. Και ο τουρισμός, αντιλαμβάνεστε, δεν είναι μόνο τα ξενοδοχεία και τα ταξιδιωτικά γραφεία. Είναι η ακτοπλοΐα, είναι οι αερομεταφορές, οι ενοικιάσεις αυτοκινήτων, οι ενοικιάσεις τουριστικών κατοικιών πολυτελείας, είναι οι υπαίθριες δραστηριότητες, οι εμπειρίες. Ακόμα μέχρι σήμερα, πολλές φορές σε συζητήσεις που κάνω, με συστήνουν «ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, ο πρόεδρος των ξενοδόχων».

Ο ΣΕΤΕ πρέπει, αν θέλετε είναι και μια προσωπική φιλοδοξία αυτή, παρότι ξενοδόχος, στην κοινή γνώμη να είναι ο σύγχρονος εκπρόσωπος του τουρισμού στο σύνολό του, τυπικά και ουσιαστικά.

Και να κατανοεί ο κόσμος ότι τουρισμός είναι το σύνολο της δραστηριότητας, είναι οι μεγάλες, οι μεσαίες και οι μικρές επιχειρήσεις. Και μπορώ να πω ότι σήμερα, ειδικά μέσα από αυτή την κρίση, ποτέ ο ΣΕΤΕ δεν ήταν πιο κοντά με τη βάση του, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, των ενοικιαζόμενων δωματίων, των τουριστικών γραφείων.

Και αυτό είναι ένα επίτευγμα το οποίο χτίστηκε εδώ και καιρό, αλλά ουσιαστικά σφυρηλατήθηκε μέσα σε αυτό το τρίμηνο της κρίσης.

kathimerini.gr